Μεγάλες σωρευτικές αυξήσεις τιμών σε βασικά αγαθά τροφίμων καταγράφει το υπουργείο Ανάπτυξης στην εξαετία Ιούλιος 2019 – Ιούλιος 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, στη Βουλή. Ο σωρευτικός πληθωρισμός στη χώρα μας τη συγκεκριμένη περίοδο ανέρχεται σε 21,57%, ενώ στα επιμέρους αγαθά οι σωρευτικές αυξήσεις τιμών κυμαίνονται από 10,39% στα κατεψυγμένα θαλασσινά έως και 62,29% στις σοκολάτες.
Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από τη Eurostat, αναφέρει ο κ. Θεοδωρικάκος στην απάντησή του σε ερώτηση του ανεξάρτητου βουλευτή Διονύση Βαλτογιάννη, και σημειώνει ότι οι χρεώσεις αυτές συγκρίνονται με τις αντίστοιχες του μέσου όρου στην Ενωμένη Ευρώπη. Μάλιστα, εμφανίζονται χαμηλότερες στη χώρα μας από εκείνες στην Ευρώπη, υποστηρίζοντας ότι τα καλάθια τροφίμων στα ελληνικά σούπερ μάρκετ δεν ανατιμήθηκαν όσο στις άλλες χώρες της ΕΕ.
Μόνο σε τρεις κατηγορίες τροφίμων εμφανίζεται υψηλότερη σωρευτική αύξηση τιμών στη χώρα μας απ’ ό,τι στην ΕΕ:
- στις σοκολάτες, όπου η αύξηση ανέρχεται στο 62,29% για την Ελλάδα και στο 56,02% για την ΕΕ,
- στο μοσχάρι, όπου η σωρευτική αύξηση τιμής από το καλοκαίρι του 2019 στη χώρα μας ήταν 53,8% και στην ΕΕ 38,98% και τέλος
- στο γιαούρτι, όπου παρουσιάζεται οριακά υψηλότερη σωρευτική αύξηση 32,2% στη χώρα μας, έναντι 32,1% στην ΕΕ.
Σε όλες τις άλλες κατηγορίες που περιέλαβε το «καλάθι» Θεοδωρικάκου, περιέχει μεγαλύτερες σωρευτικές ανατιμήσεις στην ΕΕ απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Μάλιστα, σε αρκετές κατηγορίες τροφίμων η διαφορά στους ρυθμούς αυξήσεων τιμών μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ παρουσιάζει διψήφια ποσοστά, όπως συμβαίνει στα κατεψυγμένα ψάρια (η διαφορά στον ρυθμό αύξησης μεταξύ ΕΕ και Ελλάδας φτάνει τις 22 ποσοστιαίες μονάδες), στα αυγά (21 π.μ.), στο βούτυρο (20 π.μ.), στο κρέας πουλερικών (18 π.μ.) κ.ο.κ.
Συνολικά, από τις 19 κατηγορίες βασικών τροφίμων, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος στη Βουλή, στις 16 κατηγορίες η Ελλάδα εμφανίζει χαμηλότερες σωρευτικές αυξήσεις στην εξαετία απ’ ό,τι η ΕΕ. «Από τα ως άνω δεδομένα και τη σύγκριση μεταξύ των τιμών στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθίσταται αντιληπτό πως η αύξηση των τιμών στα προϊόντα λόγω της παγκόσμιας πληθωριστικής κρίσης, έχει βάλει όχι μόνο τη χώρα μας αλλά και κάθε άλλη χώρα του πλανήτη, χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση», αναφέρει ο ίδιος. Αποδίδει δηλαδή την ακρίβεια στη χώρα μας σε καθαρά εξωγενείς παράγοντες.
Αυτό, ωστόσο, που δεν αναφέρει ο Τάκης Θεοδωρικάκος είναι ότι η Ελλάδα το 2019 ξεκίνησε από πολύ χαμηλότερη βάση από την ΕΕ στο επίπεδο των τιμών. Η χώρα μας, έχοντας ζήσει μια δεκαετία και πλέον μνημονίων και κρίσης, έζησε πολλά χρόνια με αποπληθωρισμό ή πολύ χαμηλό πληθωρισμό. Μπήκε δε στην πληθωριστική κρίση το καλοκαίρι του 2021 από σημαντικά χαμηλότερη βάση από την ΕΕ Τον Μάιο του 2021, σύμφωνα με τη Eurostat, ο πληθωρισμός στη χώρα μας έτρεχε με -1,2% -δηλαδή οι τιμές μειώνονταν- και στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός έτρεχε με +2,3%.
Παρ’ όλη αυτήν τη μεγάλη διαφορά, όπως δείχνουν και τα στοιχεία του ΙΟΒΕ, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θέριεψε. Έφτασε και ξεπέρασε τον μέσο πληθωρισμό της Ενωμένης Ευρώπης μόλις σε 7 μήνες. Τον Ιανουάριο του 2021 η Ελλάδα είχε φτάσει τον πληθωρισμό της ΕΕ και από εκεί κι έπειτα κινήθηκε περίπου αντίστοιχα με την εκείνο της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, από τον Οκτώβριο του 2022 έως και τον Δεκέμβριο του 2023 (14 μήνες), ο ελληνικός πληθωρισμός ήταν χαμηλότερος του μέσου όρου της ΕΕ, ενώ για την υπόλοιπη περίοδο της πληθωριστικής κρίσης έως και σήμερα (18 μήνες) ο πληθωρισμός ήταν ψηλότερος στη χώρα μας από την ΕΕ. Μόνον τον περασμένο Σεπτέμβριο ο πληθωρισμός στη χώρα μας (1,8%) υποχώρησε κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (2,6%) και της Ευρωζώνης (2,2%).
Έτσι, αν κάποιος διαλέξει μια άλλη περίοδο σύγκρισης των τιμών στα βασικά τρόφιμα, π.χ. καλοκαίρι 2021 έως καλοκαίρι του 2025, ενδεχομένως να βγουν άλλα συμπεράσματα για τον σωρευτικό πληθωρισμό στα τρόφιμα (αλλά και σε επιπλέον αγαθά).