Στη δίνη της πολιτικής κρίσης έχει βυθιστεί για μία ακόμη φορά την τελευταία διετία η Γαλλία. Ο Γάλλος πρωθυπουργός, Σεμπαστιάν Λεκορνί, ο οποίος παραιτήθηκε αιφνιδιαστικά, ξεκινά σήμερα έναν κύκλο διήμερων επαφών με εκπροσώπους κομμάτων, σε μια προσπάθεια να βρεθεί λύση στη σοβαρή πολιτική κρίση που ταλανίζει τη χώρα. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ανέθεσε στον Λεκορνί να διεξαγάγει αυτές τις συνομιλίες, δίνοντάς του περιθώριο μέχρι το βράδυ της Τετάρτης για τον σχηματισμό κυβέρνησης, με τον Λεκορνί, όμως, να ξεκαθαρίζει ότι δεν επιθυμεί να παραμείνει επικεφαλής της νέας κυβέρνησης (εφόσον προκύψει από τις διαπραγματεύσεις). Η κρίση, που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2024 με την απόφαση Μακρόν για πρόωρες βουλευτικές εκλογές, θεωρείται η πιο βαθιά από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958.
Οι αγορές αναμένουν ότι η Γαλλία θα οδηγηθεί ξανά σε πρόωρες εκλογές, ενώ δεν αποκλείεται και το ενδεχόμενο παραίτησης του Μακρόν, αν και προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν θεωρείται πιθανό. Παράλληλα, διαφαίνεται κίνδυνος υποβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας, με προβλέψεις για αυξημένα ελλείμματα τόσο φέτος όσο και το 2026, καθώς η Γαλλία παλεύει με ασθενική ανάπτυξη, αυξημένο κόστος δανεισμού και υψηλό δημόσιο χρέος -ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη.
Την ίδια στιγμή, η κρίση στη Γαλλία αντιμετωπίζεται ως προειδοποίηση για το πώς η πολιτική αστάθεια μπορεί να πυροδοτήσει ευρύτερες οικονομικές δυσκολίες σε μια εποχή που απαιτεί δημοσιονομική πειθαρχία. Ειδικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι στην περίπτωση που ξεφύγει η κατάσταση με τα γαλλικά ομόλογα, οι επιπτώσεις θα επηρεάσουν και άλλα -μικρότερα- κράτη της ΕΕ.
Τα σενάρια της Goldman Sachs για τη Γαλλία
H Goldman Sachs, στην πρόβλεψή της για τη Γαλλία, αναμένει τρία βασικά σενάρια:
- Ο Μακρόν διορίζει νέο πρωθυπουργό. Κάτι δύσκολο, καθώς δεν φαίνεται ότι μπορεί κάποιος να εξασφαλίσει πλειοψηφία στην υπάρχουσα «διχασμένη» Γαλλική Εθνοσυνέλευση.
- Πρόωρες βουλευτικές εκλογές, πιθανότατα πριν από το τέλος του 2025, μήπως και αλλάξουν οι συσχετισμοί στο κοινοβούλιο
- Παραίτηση Μακρόν. Σενάριο με μικρές πιθανότητες, χωρίς όμως να μπορεί να αποκλειστεί.
Η αμερικανική τράπεζα προβλέπει χαμηλή ανάπτυξη κάτω από το 1%, ενώ αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψη για το 2026 στο 0,8%. Παράλληλα, αναμένει μικρή πρόοδο στη μείωση του ελλείμματος, με αναθεώρηση για το 2025 στο 5,5% και το 2026 στο 5,3% του ΑΕΠ.
Τι αναμένει η UBS να συμβεί στη Γαλλία
Η ελβετική UBS εκτιμά ότι οι πιθανότητες για πρόωρες βουλευτικές εκλογές έχουν ενισχυθεί, καθώς η κυβέρνηση Λεκορνί είναι η τρίτη που πέφτει μέσα σ’ έναν χρόνο. Ενδεχόμενο παραίτησης Μακρόν δεν αποκλείεται πλήρως, αν και παραμένει λιγότερο πιθανό.
Οι αγορές προεξοφλούν υψηλό ρίσκο, με συνέπεια να πιέζονται τα γαλλικά ομόλογα. Η UBS προβλέπει πιθανές νέες υποβαθμίσεις της Γαλλίας στην κατηγορία «Α», με αξιολογήσεις από Moody’s και S&P να έρχονται εντός του φθινοπώρου.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η ελβετική τράπεζα βλέπει καθυστέρηση στην ψήφιση του προϋπολογισμού του 2026, κάτι που θα οδηγήσει σε προσωρινή παράταση του ισχύοντος. Επισημαίνει, δε, ότι η πολιτική αβεβαιότητα πιθανώς θα αποδυναμώσει την εμπιστοσύνη καταναλωτών και επιχειρήσεων, όπως φαίνεται και από την άνοδο του ποσοστού αποταμίευσης.
Οι εκτιμήσεις της ING
Η ING επισημαίνει πως η Γαλλία εισέρχεται σε νέα φάση πολιτικής αστάθειας. Η πιθανότητα νέων εκλογών είναι αυξημένη, ωστόσο δεν αναμένεται να επιλύσουν τα βαθύτερα δημοσιονομικά προβλήματα. Η καθυστέρηση στην ψήφιση του προϋπολογισμού του 2026 σημαίνει πως η χώρα θα λειτουργεί με προσωρινή παράταση του προηγούμενου, περιορίζοντας νέες μεταρρυθμίσεις και μέτρα εξυγίανσης.
Παράλληλα, προβλέπει έλλειμμα 5,4% για το 2025 και κοντά στο 5% το 2026, ενώ το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα φτάσει το 116,7% του ΑΕΠ το 2026. Η παρούσα δύσκολη συγκυρία τοποθετεί τη Γαλλία στη δυσμενέστερη δημοσιονομική θέση εντός του μπλοκ των 27, με κίνδυνο εντατικοποίησης των πιέσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς το μεγάλο χρέος δεν αφήνει μεγάλα δημοσιονομικά περιθώρια.
Σημειώνεται ότι η καθυστέρηση στον προϋπολογισμό 2026 και την έγκρισή του εμποδίζει και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο να χρησιμοποιήσει το χρηματοδοτικό εργαλείο TPI για να συγκρατήσει το κόστος δανεισμού της Γαλλίας (μέσω της προστασίας ομολόγων). Προς το παρόν, πάντως, δεν διαμορφώνονται στις διεθνείς αγορές οι συνθήκες για μια τέτοια παρέμβαση από την ΕΚΤ.