Η Nvidia καταγράφεται στην επιχειρηματική ιστορία των ΗΠΑ ως η πρώτη εταιρεία με κεφαλαιοποίηση άνω των πέντε τρισ. δολαρίων. Ξεπερνά τους έξι από τους 11 κλάδους που απαρτίζουν τον δείκτη S&P 500 της Wall Street. Η Nvidia μαζί με τους υπόλοιπους τεχνολογικούς κολοσσούς της ομάδας των «Ένδοξων Επτά», οι οποίοι ηγούνται του ράλι των μετοχών της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), καλύπτουν το ένα τρίτο της συνολικής κεφαλαιοποίησης του S&P 500.
Αν και οι θετικές προοπτικές για τη Nvidia παραμένουν αμετακίνητες λόγω της κυριαρχίας της στην παραγωγή προηγμένων τσιπ, οι φόβοι για το σκάσιμο μιας φούσκας στην τεχνητή νοημοσύνη εμμένουν, με τον διάσημο αναλυτή Μάικλ Μπέρι να συγκαταλέγεται στους αναλυτές που βρίσκονται σε επιφυλακή. Ο συγγραφέας του βιβλίου «Το Μεγάλο Σορτάρισμα» (The Big Short), η κινηματογραφική μεταφορά του οποίου είχε πρωταγωνιστή τον Κρίστιαν Μπέιλ, έγραψε πρόσφατα στην πλατφόρμα Χ ότι «καμιά φορά η μοναδική στρατηγική για να βγεις κερδισμένος είναι να μην παίζεις καθόλου».
Ο Μπέρι ανήκει στη συνομοταξία των αναλυτών που εκφράζουν ανοικτά την ανησυχία τους για το σκάσιμο μιας φούσκας στον κλάδο της τεχνολογίας λόγω των υπέρογκων ποσών που έχουν επενδυθεί στην τεχνητή νοημοσύνη, φοβούμενος μια απότομη προσγείωση από την ευφορία που επικρατεί σήμερα.
Ανησυχία για μια νέα κρίση στην τεχνητή νοημοσύνη σαν αυτή των dot.com εταιρειών
Τα σενάρια για το ξέσπασμα μιας κρίσης σαν αυτή των dot.com εταιρειών τροφοδοτούνται από το ράλι των τεχνολογικών μετοχών αλλά και τα τεράστια ποσά που επενδύονται σε υποδομές από τα κέντρα επεξεργασίας δεδομένων μέχρι μονάδες παραγωγής ενέργειας. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως η συνδυασμένη κεφαλαιοποίηση των Apple, Amazon, Meta, Microsoft, Alphabet, Nvidia και Tesla αποτιμάται σήμερα στα 20 τρισ. δολάρια.
Μόνο οι πέντε μεγαλύτεροι hyperscalers – δηλαδή οι AWS, Meta, Microsoft Azure, Google Cloud και Apple που εξειδικεύονται στο cloud computing μεγάλης κλίμακας – εκτιμάται ότι θα επενδύσουν 918 δισ. δολάρια σε κέντρα δεδομένων το 2025 και το 2026, σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της Die Welt. Η Morgan Stanley υπολογίζει ότι οι μεγάλοι τεχνολογικοί κολοσσοί θα χρειαστούν 1,5 τρισ. δολάρια σε πρόσθετα κεφάλαια εντός της επόμενης τριετίας.
Εκτός του ράλι των μετοχών ψηφιακής τεχνολογίας επικρατεί αβεβαιότητα στη Wall Street
Δεν είναι, όμως, μόνον η αμφιβολία για τις αποδόσεις που μπορεί να αποφέρουν περίπου 8 τρισ. δολάρια που έχουν επενδυθεί σε αυτές τις εταιρείες από το 2022, όταν παρουσιάστηκε η πρώτη εφαρμογή αναπαραγωγικής ΑΙ από την Open AI, δηλαδή το ChatGPT. Είναι, επίσης, το γεγονός ότι το κλίμα στην υπόλοιπη Wall Street και στην πραγματική οικονομία δεν είναι τόσο θετικό.
Πράγματι, ο S&P 500 έχει αναρριχηθεί 18% από την εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ και ο χρηματιστηριακός δείκτης έχει καταγράψει αλλεπάλληλα ρεκόρ. Παράλληλα, όμως, είναι υψηλή η αβεβαιότητα από το πάγωμα των ομοσπονδιακών υπηρεσιών λόγω της διχογνωμίας στο αμερικανικό Κογκρέσο για τη χρηματοδότηση του κράτους, τους δασμούς που έχει επιβάλει ο Τραμπ σε δεκάδες μικρές και μεγάλες χώρες, την τεχνολογική αντιπαλότητα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας αλλά και το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» των Ρεπουμπλικάνων που εκτιμάται πως θα διογκώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις της χώρας.
Εάν δεν είχε δημιουργηθεί αυτό το κλίμα ευφορίας από τις προσδοκίες για την τεχνητή νοημοσύνη, η εικόνα της Wall Street θα ήταν διαφορετική. Όπως επισημαίνει ο Ντιν Κόρνατ, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Macro Risk Advisors, στο Bloomberg, η μεταβλητότητα των αγορών στις ΗΠΑ είναι αρκετά οξυμένη. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του αμερικανικού πρακτορείου, οι συνολικές αποδόσεις των χρηματιστηριακών αγορών στις ΗΠΑ καταλαμβάνουν την όγδοη θέση σ’ ότι αφορά το πρώτο 12μήνο μετά από εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων οκτώ δεκαετιών.
Σε πρόσφατο συνέδριο στο Χονγκ Κονγκ, ο διευθύνων σύμβουλος της Morgan Stanley, Τεντ Πικ μαζί με άλλους παράγοντες του χρηματοοικονομικού κλάδου προειδοποίησαν ότι το τεχνολογικό ράλι έχει καταστήσει τις μετοχές ευάλωτες σε μια διόρθωση. Μεταξύ των κινδύνων συγκαταλέγονται οι εμπορικές εντάσεις, οι ανησυχίες για φούσκα και τα προβλήματα στις αγορές πιστώσεων μετά την κατάρρευση της First Brands.
Ενδεικτική ήταν προ ημερών η πτώση της μετοχής της Palantir, της εταιρείας τεχνολογίας που παρέχει υπηρεσίες στο Πεντάγωνο, παρά την άνοδο των πωλήσεων κατά 63% στα 1,18 δισ. δολάρια το γ’ τρίμηνο από πέρσι. Ιδιαίτερες πιέσεις δέχονται οι μετοχές των εταιρειών λιανικού εμπορίου καθώς η κατανάλωση στις ΗΠΑ έχει εξασθενίσει λόγω των δασμών και της αύξησης του πληθωρισμού στο 3% τον Σεπτέμβριο.
Δεν είναι τυχαίο που η καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ, έτσι όπως μετράται από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, έχει υποχωρήσει στο χαμηλό πεντάμηνου. Μεγάλη είναι, επίσης, η ανασφάλεια για την πορεία των επιτοκίων καθώς η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) δεν αποκλείει να διατηρήσει σταθερά τα επιτόκια στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου μετά τη μείωση του Οκτωβρίου.
Καθαρός ορίζοντας για τη Nvidia
Η Nvidia, ωστόσο, αναμένεται πως θα παραμείνει αλώβητη. Η εταιρεία ανακοίνωσε συμφωνίες με τις Nokia Oyj, Samsung Electronics Co. και Hyundai Motor Group, ενώ τα έσοδά της προβλέπεται να φτάσουν τα 285 δισ. δολάρια το επόμενο οικονομικό έτος. Τα προηγμένα τσιπ της θα συνεχίσουν να είναι απαραίτητα στην ψηφιακή τεχνολογία. Σήμερα αντικατοπτρίζει το 8,5% του δείκτη S&P 500.
Η Nvidia όχι μόνο είναι η πολυτιμότερη εταιρεία στον κόσμο αλλά η αξία της υπερβαίνει τη συνδυασμένη αξία των χρηματιστηρίων της Ολλανδίας, της Ισπανίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ιταλίας, σύμφωνα με το Bloomberg. Πάντως, αν και ο Μάικλ Μπέρι ήταν εύστοχος στις προβλέψεις του για την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, ήταν άστοχος με αυτές που ακολούθησαν. Η προοπτική ένταξης της OpenAI στο χρηματιστήριο το 2027 μπορεί να διατηρήσει ζωντανό το ενδιαφέρον για την ΑΙ, όπως αναφέρουν αναλυτές στη γερμανική Die Welt.