Η Wall Street έκλεισε με μεικτή εικόνα την Τρίτη, καθώς ο Dow Jones σημείωσε νέο ιστορικό ρεκόρ, ενώ ο Nasdaq υποχώρησε υπό το βάρος των ρευστοποιήσεων σε μετοχές τεχνολογίας. Οι επενδυτές φαίνεται να εγκαταλείπουν προσωρινά τις μετοχές υψηλής αποτίμησης, στρεφόμενοι σε πιο «παραδοσιακούς» κλάδους που θεωρούνται υποτιμημένοι.
Ο Dow Jones Industrial Average ενισχύθηκε κατά 559,33 μονάδες ή 1,18%, κλείνοντας στις 47.927,96 μονάδες — νέο ιστορικό υψηλό. Ο S&P 500 σημείωσε μικρότερη άνοδο 0,21%, στις 6.846,61 μονάδες, ενώ ο Nasdaq Composite υποχώρησε 0,25% και διαμορφώθηκε στις 23.468,30 μονάδες.
Η εικόνα της συνεδρίασης αντανακλά την αυξανόμενη τάση εναλλαγής θέσεων (sector rotation) που επικρατεί στην αγορά, με τους επενδυτές να αναζητούν ευκαιρίες πέρα από τον υπερκορεσμένο τεχνολογικό κλάδο.
Wall Street: Οι νικητές της ημέρας
Οι μετοχές υγείας πρωταγωνίστησαν στη συνεδρίαση, με εταιρείες όπως Merck, Amgen και Johnson & Johnson να ενισχύονται σημαντικά, καθώς οι επενδυτές στρέφονται σε σταθερές, «αμυντικές» επιλογές εν μέσω μεταβλητότητας στην τεχνολογία.
Η στροφή αυτή θεωρείται ένδειξη ότι η αγορά αρχίζει να αμφισβητεί την ανθεκτικότητα των υψηλών αποτιμήσεων των τεχνολογικών μετοχών — ιδιαίτερα μετά από μια πολυετή ανοδική πορεία που τροφοδοτήθηκε από την επενδυτική φρενίτιδα γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη (AI).
Το πλήγμα στην τεχνολογία
Η CoreWeave, πάροχος υποδομών cloud για εφαρμογές AI, βρέθηκε στο επίκεντρο των πιέσεων, καθώς η καθοδήγησή της προς τους επενδυτές απογοήτευσε την αγορά. Η μετοχή κατρακύλησε 15%, προκαλώντας «αλυσιδωτές αντιδράσεις» σε όλο το οικοσύστημα της τεχνητής νοημοσύνης.
Η Nvidia, το «βαρόμετρο» της AI εποχής, υποχώρησε 2%, μετά την είδηση ότι η SoftBank πούλησε ολόκληρο το μερίδιό της αξίας άνω των 5 δισ. δολαρίων. Η είδηση θεωρήθηκε ένδειξη ότι μεγάλοι θεσμικοί παίκτες επιλέγουν να κατοχυρώσουν κέρδη.
Στο ίδιο κλίμα, οι Micron Technology, Oracle και Palantir Technologies σημείωσαν απώλειες 4%, 2% και 1%, αντίστοιχα. Ο δείκτης Technology Select Sector SPDR (XLK), που παρακολουθεί τον τεχνολογικό κλάδο του S&P 500, υποχώρησε σχεδόν 1%.
Οι αποτιμήσεις και η «κόπωση» της AI αγοράς
Ο αναλυτής Bill Fitzpatrick της Logan Capital Management τόνισε στο CNBC ότι, αν και οι τεχνολογικές εταιρείες παραμένουν «μηχανές παραγωγής μετρητών», η υπερβολική τους αποτίμηση αυξάνει τον κίνδυνο διόρθωσης:
«Δεν χρειάζεται πολύ – μια μικρή αρνητική είδηση μπορεί να προκαλέσει αναστροφή του κλίματος και να ωφελήσει τις μετοχές αξίας (value stocks).»
Ο ίδιος επεσήμανε ότι ο δείκτης S&P 500 διαπραγματεύεται πάνω από 20 φορές τα εκτιμώμενα κέρδη, επηρεασμένος από τις λεγόμενες “Magnificent Seven” εταιρείες τεχνολογίας. Αν οι προσδοκίες για μελλοντικές κεφαλαιουχικές δαπάνες μειωθούν, «ίσως δούμε ένα πιο απότομο ξεφούσκωμα στον τεχνολογικό ενθουσιασμό».
Σημάδια κόπωσης και στην αγορά εργασίας
Έκθεση της ADP έδειξε ότι οι ιδιωτικές θέσεις εργασίας μειώθηκαν κατά περίπου 11.000 εβδομαδιαίως κατά μέσο όρο τις τέσσερις εβδομάδες έως τις 25 Οκτωβρίου. Τα στοιχεία διαφέρουν αισθητά από τις ισχυρές προσλήψεις που είχαν αναφερθεί νωρίτερα μέσα στον μήνα και υποδηλώνουν ενδεχόμενη επιβράδυνση της αγοράς εργασίας.
Η εξέλιξη αυτή ήρθε σε μια περίοδο που οι αγορές είχαν ήδη επιβαρυνθεί από τις ανησυχίες για τον παρατεταμένο κυβερνητικό «παροπλισμό» στις ΗΠΑ.
Το πολιτικό φόντο και η επίδραση στις αγορές
Τη Δευτέρα, η Γερουσία ενέκρινε νομοσχέδιο για τη λήξη του ιστορικού shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, το οποίο τώρα προωθείται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Το κείμενο δεν περιλαμβάνει την παράταση των επιδοτήσεων του Affordable Care Act, που ζητούσαν οι Δημοκρατικοί, αλλά προβλέπει ψηφοφορία για το θέμα τον Δεκέμβριο.
Παρά τη θετική προοπτική επαναλειτουργίας της κυβέρνησης, ο Fitzpatrick προειδοποίησε:
«Υπάρχει τίμημα για τη συνεχιζόμενη πολιτική δυσλειτουργία, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως. Η πόλωση παραμένει και ωθεί τους επενδυτές προς πιο ποιοτικές, σταθερές επιλογές.»
Παρά τη βραχυπρόθεσμη διόρθωση στις μετοχές τεχνολογίας, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η γενική δυναμική των αγορών παραμένει ισχυρή ενόψει των τελευταίων μηνών του έτους. Η επαναλειτουργία της κυβέρνησης, η σταθεροποίηση των επιτοκίων και η εποχική «ευφορία» της περιόδου των εορτών μπορεί να λειτουργήσουν ως καταλύτες για περαιτέρω άνοδο — αν και με μεγαλύτερη προσοχή στις αποτιμήσεις.