Μεγάλες προσδοκίες για τις αναδυόμενες αγορές το 2026

Το 2025 εξελίχθηκε στην καλύτερη χρονιά για τις αναδυόμενες αγορές από το 2009, σε μετοχές και ομόλογα, ενώ το 2026 υπόσχεται περισσότερα

Αγορές © Freepik

Οι αναδυόμενες αγορές ετοιμάζονται να μπουν στο 2026 ως μία από τις πιο δημοφιλείς επενδυτικές επιλογές στη Wall Street, καθώς οι διαχειριστές κεφαλαίων εκτιμούν ότι έχει ξεκινήσει ένας πολυετής κύκλος εισροών.

Το 2025 εξελίχθηκε στην καλύτερη χρονιά για τις αναδυόμενες αγορές από το 2009, τόσο σε μετοχές όσο και σε ομόλογα, σηματοδοτώντας μια θεαματική αλλαγή κλίματος έπειτα από χρόνια απογοητευτικών αποδόσεων.

Για πρώτη φορά από το 2017, οι μετοχές των αναδυόμενων οικονομιών υπεραπέδωσαν έναντι των αμερικανικών, ενώ η διαφορά αποδόσεων ανάμεσα στα κρατικά τους ομόλογα και τα αμερικανικά Treasuries υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 11 ετών.

Την ίδια στιγμή, οι στρατηγικές carry trade κατέγραψαν τα υψηλότερα κέρδη τους από το 2009, επωφελούμενες από τα υψηλότερα επιτόκια στις αναδυόμενες αγορές.

Το κλίμα αισιοδοξίας αποτυπώθηκε ξεκάθαρα στο πρόσφατο επενδυτικό συνέδριο της Bank of America στο Λονδίνο, όπου συμμετείχαν 300 επενδυτές σε 170 συναντήσεις. Σύμφωνα με τον επικεφαλής αναδυόμενου σταθερού εισοδήματος της τράπεζας, Ντέιβιντ Χόινερ, «οι απαισιόδοξοι για τις αναδυόμενες αγορές έχουν σχεδόν εξαφανιστεί».

Στροφή των κεφαλαίων εκτός ΗΠΑ

Πίσω από την αλλαγή αυτή βρίσκεται μια βαθύτερη μετατόπιση των παγκόσμιων επενδυτικών ροών. Οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων επιδιώκουν μεγαλύτερη γεωγραφική διαφοροποίηση μακριά από τις ΗΠΑ, ενώ αναγνωρίζουν την πρόοδο πολλών αναδυόμενων οικονομιών στη μείωση του χρέους και στον περιορισμό του πληθωρισμού.

«Το 2025 αποτέλεσε σημείο καμπής», δήλωσε ο Σάμι Σουζούκι της AllianceBernstein. Όπως ανέφερε, πριν από έναν χρόνο το βασικό ερώτημα των πελατών ήταν αν οι αναδυόμενες αγορές ήταν καν επενδύσιμες, κάτι που πλέον έχει πάψει να τίθεται.

Οι προβλέψεις των τραπεζών ενισχύουν το θετικό σενάριο. Η JPMorgan εκτιμά ότι το 2026 οι εισροές σε funds αναδυόμενου χρέους μπορεί να φτάσουν τα 50 δισ. δολάρια.

Η Morgan Stanley συστήνει διακράτηση ομολόγων σε τοπικό νόμισμα, ενώ η Bank of America προβλέπει ότι τα ομόλογα σε σκληρό νόμισμα θα επαναλάβουν τις φετινές διψήφιες αποδόσεις.

Οι προτιμήσεις των επενδυτών

Παρά το ράλι, οι αναλυτές σημειώνουν ότι οι τοποθετήσεις παραμένουν σχετικά περιορισμένες σε ιστορικό πλαίσιο. Τα ETFs με έμφαση στις μετοχές αναδυόμενων αγορών προσέλκυσαν σχεδόν 31 δισ. δολάρια το 2025, ενώ τα funds αναδυόμενου χρέους απορρόφησαν πάνω από 60 δισ. δολάρια.

Τα ποσά αυτά, ωστόσο, ακολουθούν εκροές 142 δισ. δολαρίων την προηγούμενη τριετία, γεγονός που δείχνει ότι οι αναδυόμενες αγορές εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται στα παγκόσμια χαρτοφυλάκια.

Η συμμετοχή τους στους διεθνείς δείκτες αυξάνεται σταδιακά. Οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών πλησιάζουν το 13% του Bloomberg World Large & Mid Cap Index, αυξημένες κατά πάνω από μία ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με τις ανεπτυγμένες αγορές, ενώ και το αναδυόμενο χρέος κερδίζει μερίδιο στον Bloomberg Global Aggregate Index.

Οι κίνδυνοι και το στοίχημα του δολαρίου

Παρά την αισιοδοξία, δεν λείπουν οι προειδοποιήσεις. Η Κίνα, εγκλωβισμένη σε αποπληθωριστική τροχιά, ενδέχεται να ασκήσει πιέσεις σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες μέσω εξαγωγής πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος παραμένει η πορεία του δολαρίου.

Η πτώση του αμερικανικού νομίσματος κατά 8% το 2025 στήριξε σημαντικά τις αναδυόμενες αγορές. Ένα ενδεχόμενο ριμπάουντ, εάν η Federal Reserve μειώσει λιγότερο από το αναμενόμενο τα επιτόκια, θα μπορούσε να δοκιμάσει την αντοχή τους.

Παρ’ όλα αυτά, η Citigroup εκτιμά συνολικές αποδόσεις 5% για τα ομόλογα αναδυόμενων αγορών το 2026, ενώ η JPMorgan θεωρεί ότι οι «πολύ υψηλές» πραγματικές αποδόσεις θα συνεχίσουν να προσελκύουν κεφάλαια.

Ενδεικτικό της δυναμικής είναι ότι μόνο την εβδομάδα έως τις 17 Δεκεμβρίου, τα funds αναδυόμενου χρέους κατέγραψαν εισροές 4 δισ. δολαρίων, τις μεγαλύτερες από τον Ιούλιο.

Όπως επισημαίνουν διαχειριστές κεφαλαίων, αν οι αγορές αυτές αντέξουν τις αναταράξεις από το δολάριο και τη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ, τότε η σημερινή συγκυρία μπορεί να αποδειχθεί η αρχή μιας μόνιμης ανακατανομής κεφαλαίων.