Μετά από ένα εντυπωσιακό ράλι που ξεκίνησε μετά τον πανικό που προκάλεσε η πανδημία και διήρκεσε σχεδόν ενάμιση χρόνο, οι αγορές διορθώνουν μέσα στο 2022 με τον S&P 500 να υποχωρεί άνω του 8%, σε μία φάση που η Fed και άλλες κεντρικές τράπεζες ετοιμάζονται να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης και να αυξήσουν τα επιτόκια σε περιβάλλον αυξανόμενου πληθωρισμού. Σε αυτό το πλαίσιο εκφράζονται ανησυχίες ότι το bull market έφτασε στο τέλος του.
Η Goldman Sachs προσπαθεί να ξεκαθαρίσει το τοπίο, καθησυχάζοντας παράλληλα τους επενδυτές ότι η τρέχουσα διόρθωση δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι βρισκόμαστε σε bear market, αλλά πρόκειται για μία διόρθωση σε bull market. Οι σχετικοί δείκτες της αμερικανικής τράπεζας υποδεικνύουν ότι οι αγορές έχουν εισέλθει σε περίοδο χαμηλότερων κερδών, αλλά η άνοδος θα συνεχιστεί. Η περίοδος των χαμηλών κερδών μπορεί να διαρκέσει από ένα έως πέντε χρόνια.
Είναι ώρα να αγοράσουν οι επενδυτές; Αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι επενδυτές πρέπει να ακολουθήσουν την στρατηγική «buy the dip». Από την πλευρά της, η Goldman Sachs πιστεύει ότι οι τρέχουσες τιμές στις αγορές προεξοφλούν την αλλαγή πλεύσης των κεντρικών τραπεζών, τις αναμενόμενες αυξήσεις επιτοκίων και την απόσυρση της ρευστότητας. Εκτιμά, λοιπόν, ότι στο εξής οι κίνδυνοι είναι πολύ μικρότεροι όσο οι οικονομίες θα μπορούν να αναπτύσσονται.
Η διόρθωση και ο κίνδυνος
Ο δείκτης της Goldman Sachs που καταγράφει τη διάθεση ανάληψης κινδύνου (GSRAII) έχει υποχωρήσει, υποδεικνύοντας ότι πλησιάζουμε σε επίπεδα που παραδοσιακά αποτελούν καλό σημείο εισόδου για τους μακροπρόθεσμους επενδυτές. Αντιθέτως, ένας άλλος δείκτης της αμερικανικής τράπεζας υποδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε περίοδο αυξημένου κινδύνου να μπουν οι μετοχές σε bear market.
Επομένως, το προφανές ερώτημα, σύμφωνα με την Goldman, είναι κατά πόσο αυτή η διόρθωση θα συνεχιστεί, θα γίνει βαθύτερη και να εξελιχθεί σε bear market, που θα σημαίνει πτώση άνω του 20%. Η εκτίμηση της επενδυτικής τράπεζας είναι ότι η διόρθωση δεν θα εξελιχθεί σε bear market. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι οι υψηλές αποτιμήσεις να συνεχίσουν να υποχωρούν στην περίπτωση που τα πραγματικά επιτόκια αυξηθούν πολύ περισσότερο.
Η κεφαλαιοποίηση των παγκόσμιων μετοχών ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ διαμορφώνεται σήμερα σε ιστορικό υψηλό, όπως φαίνεται και στο παρακάτω γράφημα. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης. Τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια επιτρέπουν στους επενδυτές να δίνουν μεγαλύτερη αξία στις μελλοντικές ταμειακές ροές από την τρέχουσα οικονομική παραγωγή. Η συνθήκη αυτή μοιάζει λιγότερο με bear market και πολύ περισσότερο με έναν κύκλο όπου οι συνολικές αποδόσεις είναι πολύ χαμηλότερες από τις προηγούμενες μεγάλες ανοδικές κινήσεις (bull markets) των αγορών που σημειώθηκαν τις περιόδους 1945-1968, 1982-2000 και 2009-2020.