Οι αγορές σημείωσαν ισχυρό ράλι έπειτα από τα πρόσφατα σημάδια επιβράδυνσης του πληθωρισμού, αλλά η ευφορία είναι πολύ πρόωρη και υπερβολική, καθώς ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και οι κεντρικές τράπεζες είναι πιθανό να διατηρήσουν την επιθετική τους στάση, σημειώνει η UniCredit στη νέα έκθεση επενδυτικής στρατηγικής, προειδοποιώντας πως το ράλι σύντομα θα εξασθενήσει.
Αναλυτικά, ο ιταλικός οίκος επισημαίνει ότι η νέα χρονιά ξεκίνησε με ισχυρά κέρδη στο χρηματιστήριο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Οι επενδυτές φαίνεται να είναι πιο χαλαροί, καθώς η πτώση των τιμών στην ενεργειακή αγορά -λόγω των πιο ήπιων θερμοκρασιών και των προσπαθειών περιορισμού της ζήτησης ενέργειας- βοηθά την Ευρώπη να αποφύγει μερικά από τα χειρότερα σενάρια. Επίσης, η πρόσφατη έκθεση για την απασχόληση στις ΗΠΑ, η οποία έδειξε περιορισμένο πληθωρισμό μισθών, και τα νέα στοιχεία για τον πληθωρισμό των ΗΠΑ, συνέβαλαν στην ενίσχυση του φιλικού για τις αγορές περιβάλλοντος και τροφοδοτούν ελπίδες για ένα πλησιέστερο τέλος στις αυξήσεις των επιτοκίων της Fed.
Ωστόσο, όπως προειδοποιεί η UniCredit, αυτό εγκυμονεί τον κίνδυνο ότι οι χρηματιστηριακές αγορές τιμολογούν πάρα πολλά θετικά νέα και πολύ πρόωρα. Ενώ ο πληθωρισμός δεν είναι πλήρως υπό έλεγχο, η ΕΚΤ και η Fed είναι απίθανο να παρεκκλίνουν γρήγορα από την πορεία τους για περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων. Οι επιπτώσεις των σημαντικά υψηλότερων επιτοκίων γίνονται ορατές με χρονική υστέρηση.
Τις επόμενες εβδομάδες ο χορός των αποτελεσμάτων κερδοφορίας δ’ τρίμηνου του 2022 των εισηγμένων θα αποτελέσει τον κύριο καταλύτη για τις αγορές και θα αποτελέσει ένα reality check για τους επενδυτές, όπως σημειώνει. Αυτό, σε συνδυασμό με την ακόμα επιθετική στάση των κεντρικών τραπεζών, θα οδηγήσει στην «εξάτμιση» του ράλι που έχουν σημειώσει οι αγορές το τελευταίο διάστημα. Για το εάν το 2023 θα αποδειχθεί έτος ανάκαμψης για τις ευρωπαϊκές μετοχές μετά τις απώλειες του περασμένου έτους, η ιστορία υποδηλώνει ότι υπάρχουν δύο αντικρουόμενες πιθανότητες.
Είτε η αγορά θα απολαύσει ένα αρκετά ομαλό ράλι όλο τον χρόνο, όπως το 2019, είτε έναν πιο ανώμαλο δρόμο τους πρώτους μήνες του έτους, με αρκετές διορθώσεις πριν ξεκινήσει πλήρως η ανάκαμψη, όπως το 2003 και το 2009, όταν η αγορά ήταν ασταθής, προτού διαμορφωθεί μια πιο σταθερή ανοδική τάση προς το τέλος του πρώτου τριμήνου.
Το πρώτο τρίμηνο του 2023, σύμφωνα με τη UniCredit, είναι πιθανό να χαρακτηριστεί από πίεση στα περιθώρια κέρδους των εταιρειών, πτώση των εκτιμήσεων για την κερδοφορία, συνεχιζόμενα επιθετικά σχόλια από τις κεντρικές τράπεζες και την ποσοτική σύσφιξη – QT. Αυτό θα περιορίσει την όρεξη των επενδυτών για ρίσκο μετά το πρόσφατο ράλι. «Ως εκ τούτου, αναμένουμε ένα ασταθές περιβάλλον το πρώτο τρίμηνο, προτού εδραιωθεί μια πιο σταθερή ανοδική τάση αργότερα μέσα στο έτος», τονίζει η ιταλική τράπεζα.
Ευρώπη vs ΗΠΑ: 1-0
Η UniCredit, πάντως, προτιμά τις ευρωπαϊκές μετοχές έναντι των μετοχών των ΗΠΑ για το 2023. Όπως σημειώνει, οι ευρωπαϊκές μετοχές κατέγραψαν τη μεγαλύτερη υπεραπόδοση στην ιστορία σε σύγκριση με τις ΗΠΑ το δ’ τρίμηνο του 2023, ξεπερνώντας τις αμερικανικές μετοχές κατά 13%, και αυτή η τάση επεκτάθηκε και στο νέο έτος. Ο κύριος λόγος για την πρόσφατη υπεραπόδοση της Ευρώπης είναι η αποφυγή μιας ενεργειακής κρίσης, κάτι που σίγουρα δεν ήταν εγγυημένο τον Νοέμβριο. Αυτό θα επιφέρει ταχύτερη ανάπτυξη και χαμηλότερο πληθωρισμό. Το άνοιγμα της Κίνας είχε επίσης θετική επίδραση, τουλάχιστον στο κλίμα.
Από την άλλη πλευρά, παρά την υποαπόδοση του S&P 500 πέρυσι, οι αμερικανικές μετοχές εξακολουθούν να φαίνονται ακριβές σε σύγκριση με άλλες αγορές. Εκτός από πιο «λογικούς» δείκτες P/E, η Ευρώπη έχει το πλεονέκτημα της ισχυρότερης αύξησης των κερδών των εταιρειών, ενώ οι ΗΠΑ «υποφέρουν» από αυτό που ουσιαστικά τροφοδότησε τη συνεχιζόμενη υπεραπόδοσή τους την τελευταία δεκαετία -το μεγάλο βάρος των τεχνολογικών μετοχών στους δείκτες, οι οποίες πλέον είναι πολύ ακριβές. Ένα άλλο πλεονέκτημα για την Ευρώπη είναι το υψηλό μερίδιό της σε μετοχές αξίας και τομείς όπως οι τράπεζες, οι οποίοι θα συνεχίσουν να έχουν καλύτερες επιδόσεις στο τρέχον περιβάλλον των αυξημένων αποδόσεων των ομολόγων.