Οι μετοχές φαρμακευτικών εταιρειών υποχώρησαν διεθνώς μετά τη δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ότι σχεδιάζει διάταγμα για μείωση των τιμών των συνταγογραφούμενων φαρμάκων, ώστε να ευθυγραμμιστούν με εκείνες άλλων χωρών — μια εξαγγελία που ενίσχυσε τις ανησυχίες για πλήγμα στα κέρδη του κλάδου.
Οι ευρωπαϊκές φαρμακοβιομηχανίες, όπως οι Novo Nordisk A/S, AstraZeneca Plc και Roche Holding AG, κατέγραψαν απώλειες και έμειναν πίσω από το ευρύτερο ανοδικό κλίμα στις αγορές. Ανάλογη ήταν η εικόνα και στην Ασία, με τον φαρμακευτικό δείκτη του ιαπωνικού Topix να σημειώνει τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από τον Αύγουστο. Στις ΗΠΑ, οι μετοχές των Eli Lilly & Co., Pfizer Inc., Bristol-Myers Squibb Co. και Merck & Co. Inc. υποχωρούσαν στις προσυνεδριακές συναλλαγές της Νέας Υόρκης.
Οι πιέσεις στις μετοχές ήρθαν μετά την ανάρτηση του Τραμπ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην οποία ανακοίνωσε πως σκοπεύει να υπογράψει εκτελεστική εντολή για τη μείωση των τιμών τη Δευτέρα στις 9 π.μ. (ώρα Ουάσιγκτον). Η ανάρτηση δεν περιλάμβανε λεπτομέρειες για τον μηχανισμό ή τους περιορισμούς της εντολής.
«Αυτό έχει τη δυναμική να αποδειχθεί εξαιρετικά αρνητικό για τον κλάδο», σημείωσε ο αναλυτής της Bank Vontobel, Stefan Schneider, υποστηρίζοντας ότι η παρέμβαση πιθανότατα θα αφορά το Medicare, το Medicaid και νοσοκομεία. Όπως προειδοποίησε, η βιομηχανία ενδέχεται να προσφύγει νομικά.
Οι ΗΠΑ είναι η χώρα με τις υψηλότερες τιμές φαρμάκων παγκοσμίως, γεγονός που ενισχύει την καινοτομία αλλά και τα έσοδα του κλάδου. Ήδη, από το 2022, η αμερικανική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει μέσω του Νόμου για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA) να διαπραγματεύεται τις τιμές ορισμένων ακριβών φαρμάκων που καλύπτονται από το Medicare.
Εταιρείες με ισχυρή εξάρτηση από τις ΗΠΑ, όπως οι ιαπωνικές Takeda Pharmaceutical Co., Astellas Pharma Inc. και Otsuka Holdings Co., είναι ιδιαίτερα ευάλωτες, σύμφωνα με τον αναλυτή Hidemaru Yamaguchi της Citigroup Japan.
Στην Ευρώπη, εταιρείες όπως οι Novo Nordisk, AstraZeneca, Roche, Novartis AG, GSK Plc και Sanofi SA αντλούν από 40% έως και 60% των εσόδων τους από την αμερικανική αγορά, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg.
Η μετοχή της Novo Nordisk υποχώρησε έως και 8,6% στις αρχικές συναλλαγές, επιβαρυμένη και από τη δημοσίευση μελέτης που έδειξε ότι το φάρμακο κατά της παχυσαρκίας Zepbound της Eli Lilly μείωσε την περίμετρο μέσης των ασθενών κατά δύο επιπλέον ίντσες σε σύγκριση με το Wegovy της δανέζικης εταιρείας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Τραμπ επιτίθεται στο κόστος των φαρμάκων. Το παρόν σχέδιο φαίνεται να είναι παραλλαγή προηγούμενης απόπειρας του να επιβάλει πλαφόν στις τιμές των φαρμάκων στο Medicare κατά την πρώτη του θητεία — πρόταση που είχε ακυρωθεί από τα ομοσπονδιακά δικαστήρια λόγω ελλιπούς νομοθετικής διαδικασίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον αναλυτή Stephen Barker της Jefferies Japan, η αναζωπύρωση της προσπάθειας ενδέχεται να έχει «τεράστιο» αντίκτυπο στα έσοδα του κλάδου, καθώς το Medicare και το Medicaid καλύπτουν περίπου το 40% της φαρμακευτικής δαπάνης στις ΗΠΑ.
Ο Evan Seigerman της BMO Capital Markets τόνισε πάντως ότι το σχέδιο του Τραμπ πιθανόν να αφορά μόνο τα φάρμακα που περιλαμβάνονται στις διαπραγματεύσεις τιμών του IRA, καθώς η κυβέρνηση δεν έχει αρμοδιότητα να ορίζει τιμές στην ιδιωτική αγορά, ενώ ενδέχεται να αντιμετωπίσει αντίσταση από Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου.
Η δέσμευση Τραμπ για μείωση τιμών στα φάρμακα στις ΗΠΑ
Ο Τραμπ υποσχέθηκε να επιβάλει πολιτική «πιο ευνοούμενου έθνους», με στόχο οι Ηνωμένες Πολιτείες να πληρώνουν για φαρμακευτικά σκευάσματα τις ίδιες τιμές με εκείνες που ισχύουν στις χώρες με τις χαμηλότερες τιμές παγκοσμίως. Όπως ανέφερε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, το μέτρο θα οδηγήσει σε μείωση τιμών «σχεδόν αμέσως, κατά 30% έως 80%».
«Θα αποκαταστήσω τη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ στην ΑΜΕΡΙΚΗ!», έγραψε, επισημαίνοντας ότι οι ΗΠΑ δαπανούν πάνω από 400 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για συνταγογραφούμενα φάρμακα – συχνά το τριπλάσιο απ’ ό,τι άλλες χώρες.
Ο Τραμπ επανέφερε έτσι μια πρόταση που είχε προωθήσει και κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, η οποία είχε μπλοκαριστεί από τα ομοσπονδιακά δικαστήρια και αργότερα ακυρώθηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Η νομική εμπλοκή τότε οφειλόταν στο γεγονός ότι το Medicare δεν είχε δικαίωμα διαπραγμάτευσης τιμών. Ωστόσο, αυτό το εμπόδιο ήρθη το 2022 με τον Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού, ο οποίος έδωσε στο Medicare περιορισμένες διαπραγματευτικές αρμοδιότητες.
Ο Τραμπ υποστήριξε ότι η μεγάλη διαφορά τιμών σε σχέση με άλλες χώρες είναι «ντροπιαστική» και «ανεξήγητη», προσθέτοντας ότι η νέα εκτελεστική εντολή του θα εξαλείψει αυτό το χάσμα. Οι αγορές αντέδρασαν αρνητικά στο σχέδιο, με τις μετοχές μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών να υποχωρούν καθώς οι επενδυτές φοβούνται σημαντικό πλήγμα στα περιθώρια κέρδους.