Ανοδικά κινήθηκαν οι ευρωαγορές στο ξεκίνημα των συναλλαγών της Παρασκευής, με τους επενδυτές να παρακολουθούν προσεκτικά τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, καθώς η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν παραμένει στο κόκκινο. Την ίδια ώρα, τα στοιχεία από το Ηνωμένο Βασίλειο ήρθαν να εντείνουν την αβεβαιότητα για τις προοπτικές της οικονομίας του, με τις λιανικές πωλήσεις να καταγράφουν ισχυρή υποχώρηση και τα δημόσια οικονομικά να παραμένουν υπό πίεση.
Πιο αναλυτικά, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 κινήθηκε σε θετικό έδαφος στις πρωινές συναλλαγές, με τους περισσότερους κλάδους να σημειώνουν άνοδο, υπό το βάρος ωστόσο των αδύναμων στοιχείων από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο γερμανικός DAX σημειώνει άνοδο 0,76%, διαμορφωμένος στις 23.231,70 μονάδες, ενώ ο FTSE 100 του Λονδίνου κινείται επίσης ανοδικά κατά 0,33%, στις 8.820,52 μονάδες. Στη Γαλλία, ο δείκτης CAC 40 κερδίζει 0,64% και φτάνει τις 7.602,15 μονάδες, ενώ ο ιταλικός FTSE MIB παρουσιάζει ανάλογη εικόνα με άνοδο 0,64%, στις 39.192,30 μονάδες.
Η συνεχιζόμενη στασιμότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε σχέση με τα επιτόκια, η σχετική σταθερότητα των τιμών ενέργειας, αλλά και οι προσδοκίες για σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ενισχύουν το θετικό κλίμα στις αγορές της Ευρώπης.
Ωστόσο, τα νέα από τη βρετανική οικονομία αποδείχθηκαν ανησυχητικά. Οι λιανικές πωλήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο κατέγραψαν πτώση 2,7% τον Μάιο, τη μεγαλύτερη μηνιαία υποχώρηση από τον Δεκέμβριο του 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ONS). Η εξέλιξη αυτή τερματίζει ένα σερί τεσσάρων διαδοχικών μηνών αύξησης της κατανάλωσης, με την αγορά να έχει προβλέψει μόλις -0,5%. Οι αναλυτές αποδίδουν τη μείωση σε σειρά παραγόντων, όπως οι πιέσεις από τις αυξημένες τιμές ενέργειας, η επιβράδυνση της απασχόλησης και οι νέοι φόροι που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις λιανεμπορίου.
Παράλληλα, το δημόσιο χρέος της Βρετανίας συνέχισε να αυξάνεται, με τον καθαρό δανεισμό του δημόσιου τομέα να διαμορφώνεται στα 17,7 δισ. λίρες τον Μάιο – κατά 700 εκατ. περισσότερα σε σύγκριση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα. Το έλλειμμα στον τακτικό προϋπολογισμό ανήλθε στα 12,8 δισ. λίρες, μειωμένο κατά 1,7 δισ. έναντι του Μαΐου 2024, αλλά η συνολική καθαρή θέση χρέους (εξαιρουμένων των τραπεζών) εκτινάχθηκε στο 96,4% του ΑΕΠ – κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα σε ετήσια βάση.
Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις, το σύνολο του δανεισμού για τη δημοσιονομική χρήση 2025–2026 ενδέχεται να προσεγγίσει ή και να ξεπεράσει τα 150 δισ. λίρες, δηλαδή πολύ πάνω από την εκτίμηση των 137 δισ. που είχε δημοσιεύσει το Γραφείο Προϋπολογιστικής Ευθύνης την άνοιξη.
Η υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, Ρέιτσελ Ριβς, βρίσκεται πλέον ενώπιον δύσκολων αποφάσεων, καθώς περιορίζονται τα περιθώρια για σημαντικές αυξήσεις φόρων ή περικοπές δαπανών χωρίς να πληγεί περαιτέρω η ήδη εύθραυστη κατανάλωση. Οι προοπτικές για την πορεία της βρετανικής οικονομίας επιδεινώνονται από τις αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, το ασταθές παγκόσμιο εμπόριο και την αβεβαιότητα γύρω από τις επόμενες κινήσεις της Τράπεζας της Αγγλίας όσον αφορά τη νομισματική πολιτική.