Ανοδικά κινήθηκαν οι τιμές του πετρελαίου τη Δευτέρα, παρά την απόφαση του ΟΠΕΚ+ να αυξήσει την παραγωγή περισσότερο απ’ ό,τι είχε προβλεφθεί για τον Αύγουστο, αλλά και παρά τις εντεινόμενες ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο που ενδέχεται να έχουν οι δασμοί των Ηνωμένων Πολιτειών στην παγκόσμια ζήτηση. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η αγορά παραμένει σφιχτή, με περιορισμένη φυσική προσφορά, γεγονός που εξακολουθεί να στηρίζει τις τιμές.
Η συμμαχία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, γνωστή ως ΟΠΕΚ+, ανακοίνωσε το Σάββατο ότι συμφώνησε σε αύξηση της παραγωγής κατά 548.000 βαρέλια ημερησίως για τον Αύγουστο. Το νούμερο αυτό υπερβαίνει την αύξηση των 411.000 βαρελιών που είχε εφαρμοστεί στους τρεις προηγούμενους μήνες.
Παρά την αρχική υποχώρηση των τιμών, με το μπρεντ να αγγίζει ενδοσυνεδριακά τα 67,22 δολάρια το βαρέλι, οι τιμές τελικά έκλεισαν ανοδικά. Το μπρεντ έκλεισε στα 69,58 δολάρια, ενισχυμένο κατά 1,28 δολάρια ή 1,87%, ενώ το αμερικανικό αργό West Texas Intermediate (WTI) έκλεισε στα 67,93 δολάρια με άνοδο 93 σεντς ή 1,39%, έπειτα από χαμηλό ημέρας στα 65,40 δολάρια.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της UBS, Τζιοβάνι Σταουόνοβο, η στενότητα της αγοράς είναι τέτοια που επιτρέπει την απορρόφηση των επιπλέον ποσοτήτων πετρελαίου. Παρά την προγραμματισμένη αύξηση της παραγωγής, η πραγματική προσφορά που επιστρέφει στην αγορά είναι μέχρι στιγμής μικρότερη και προέρχεται κυρίως από τη Σαουδική Αραβία, σύμφωνα με σημείωμα της RBC Capital.
Σε ένδειξη εμπιστοσύνης προς τη μελλοντική ζήτηση πετρελαίου, η Σαουδική Αραβία αύξησε την τιμή του βασικού της αργού «Arab Light» για τον Αύγουστο στην ασιατική αγορά, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο τετραμήνου.
Αναλυτές της Goldman Sachs αναμένουν ότι η επόμενη συνεδρίαση του ΟΠΕΚ+ στις 3 Αυγούστου θα οδηγήσει σε ακόμη μία αύξηση της παραγωγής, κατά 550.000 βαρέλια την ημέρα για τον Σεπτέμβριο, ολοκληρώνοντας έτσι το σχέδιο επιστροφής μέρους των εθελοντικών περικοπών.
Παράλληλα, οι ανησυχίες για τις εμπορικές πολιτικές των Ηνωμένων Πολιτειών συνέχισαν να ασκούν πίεση στις αγορές, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ αναβάλλει την έναρξη εφαρμογής των νέων δασμών, χωρίς όμως να δίνει σαφή εικόνα για τις τελικές επιβαρύνσεις. Οι επενδυτές εκφράζουν φόβους ότι οι υψηλότεροι δασμοί θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την οικονομική δραστηριότητα και, κατ’ επέκταση, τη ζήτηση για πετρέλαιο.
Όπως σημειώνει η Πριγιάνκα Σατσδέβα, ανώτερη αναλύτρια της Phillip Nova, οι εμπορικές εντάσεις αποτελούν το κυρίαρχο θέμα για το δεύτερο εξάμηνο του 2025. Παρά τη σχετική στήριξη που προσφέρει η αδυναμία του δολαρίου, η αγορά παραμένει επιφυλακτική μπροστά στις πιθανές επιπτώσεις από τις πολιτικές της Ουάσινγκτον.
Παρά τις προκλήσεις, η δυναμική των τιμών δείχνει ότι το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης εξακολουθεί να ευνοεί την αγορά, ειδικά όσο οι φυσικοί περιορισμοί της προσφοράς συνεχίζονται.