Τα κόστη δανεισμού για μια σειρά γαλλικών εταιρειών έχουν υποχωρήσει κάτω από εκείνα της γαλλικής κυβέρνησης, καθώς οι ανησυχίες των επενδυτών για την πολιτική κρίση της χώρας και το αυξανόμενο χρέος ανατρέπουν τη συνηθισμένη σχέση μεταξύ κρατικών και εταιρικών ομολόγων, σημειώνουν οι FT.
Οι αποδόσεις στα ομόλογα ομίλων όπως η L’Oréal, η Airbus και η Axa έχουν πέσει κάτω από εκείνες των γαλλικών κρατικών ομολόγων αντίστοιχης διάρκειας τις τελευταίες εβδομάδες, σύμφωνα με στοιχεία που συνέλεξε η Goldman Sachs, σε ένδειξη ότι οι επενδυτές μπορεί να τα θεωρούν πιο ασφαλή τοποθέτηση.
Οι κινήσεις αυτές ήρθαν καθώς η παραίτηση του Γάλλου πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού, αυτή την εβδομάδα —η δεύτερη τέτοια παραίτηση σε λιγότερο από έναν χρόνο— ενέτεινε την ανησυχία των επενδυτών για τα γαλλικά ομόλογα και ώθησε τις αποδόσεις τους πάνω από εκείνες της Ελλάδας και κοντά της Ιταλίας.
Την Παρασκευή, ο οίκος Fitch υποβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Γαλλίας, επικαλούμενος την «αυξημένη κατακερματισμένη και πολωμένη εγχώρια πολιτική».
«Το γεγονός ότι διαπραγματεύονται ισότιμα με τα γαλλικά εταιρικά ομόλογα σημαίνει ότι τα γαλλικά κρατικά ομόλογα έχουν πλέον κίνδυνο», δήλωσε ο Karsten Junius, επικεφαλής οικονομολόγος της ελβετικής ιδιωτικής τράπεζας J Safra Sarasin. «Διαπραγματεύονται περισσότερο σαν αναδυόμενη αγορά», όπου είναι πιο συνηθισμένο οι αποδόσεις των εταιρικών να βρίσκονται κάτω από εκείνες των κρατικών, πρόσθεσε.
Τα κόστη κρατικού δανεισμού λειτουργούν συνήθως ως σημείο αναφοράς για τις αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων. Αυτό το μοτίβο έχει περιστασιακά αντιστραφεί στην ευρωζώνη —όπου τα γερμανικά ομόλογα χρησιμεύουν ως το πραγματικό σημείο αναφοράς χωρίς κίνδυνο και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη διαπραγματεύονται με ένα πρόσθετο spread— ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους της ένωσης πριν από μιάμιση δεκαετία.
Όμως, τα στοιχεία της Goldman Sachs δείχνουν ότι 10 γαλλικές εταιρείες διαπραγματεύονταν πρόσφατα με αρνητικό spread έναντι του γαλλικού δημοσίου — το οποίο, ως μία από τις μεγαλύτερες και πλουσιότερες οικονομίες της περιοχής, απολάμβανε συνήθως σχετικά χαμηλές αποδόσεις — ο μεγαλύτερος αριθμός από το 2006 που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Σε ολόκληρη την ευρωζώνη, περισσότερες από 80 εταιρείες είχαν αποδόσεις ομολόγων χαμηλότερες από της Γαλλίας, σύμφωνα με την Goldman.
Οι διαχειριστές κεφαλαίων επισήμαναν ένα ομόλογο του 2033 που εκδόθηκε από τον όμιλο πολυτελείας LVMH, το οποίο το 2024 και στις αρχές του 2025 διαπραγματευόταν με απόδοση περίπου 0,2-0,6 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από ένα συγκρίσιμο κρατικό ομόλογο, αλλά του οποίου η απόδοση ήταν έως και 0,07 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη αυτήν την εβδομάδα — το μεγαλύτερο άνοιγμα από τότε που εκδόθηκε πριν από δύο χρόνια.
Ο Mike Riddell, διαχειριστής κεφαλαίων στη Fidelity International, δήλωσε ότι οι κινήσεις αυτές ήταν «ακόμα πιο εντυπωσιακές αν σκεφτεί κανείς ότι τα εταιρικά αυτά ομόλογα είναι πολύ, πολύ λιγότερο ρευστά από τα κρατικά», κάτι που, όπως υποστήριξε, θα έπρεπε να αντιστοιχεί σε περίπου 0,1-0,2 ποσοστιαίες μονάδες spread.
Οι κινήσεις αυτές αντανακλούσαν λιγότερο τις πιθανότητες αθέτησης παρά την υπερπροσφορά κρατικών ομολόγων που κατακλύζουν την αγορά, υποστήριξε ο Riddell, με τις κυβερνήσεις «να συνεχίζουν να εκδίδουν ομόλογα σαν να είναι της μόδας, ενώ οι εταιρείες γενικά όχι, τουλάχιστον όχι στις δημόσιες αγορές».
Η ανατρεπτική αυτή εικόνα της αγοράς αντικατοπτρίζει επίσης μια εντυπωσιακή άνοδο στην παγκόσμια αγορά πιστώσεων, που έχει οδηγήσει τα spreads των εταιρικών ομολόγων σε ΗΠΑ και Ευρώπη στα στενότερα επίπεδά τους σε σχέση με τα κρατικά σημεία αναφοράς εδώ και χρόνια. Η άνοδος στις πιστώσεις, που συνοδεύει μια σειρά ιστορικών υψηλών στα χρηματιστηριακά indices, αντανακλά έναν ενθουσιασμό στις αγορές για πιο ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία, γεγονός που τροφοδοτεί φόβους για «φούσκα».
«Μπορείς να δικαιολογείς στενά spreads στα εταιρικά ομόλογα όσο θέλεις, αλλά τελικά, αν και όταν έχουμε μια νέα κρίση ή ύφεση, τότε τα spreads των εταιρικών θα διευρυνθούν επιθετικά», δήλωσε ο Riddell.
Ενώ οι γαλλικές εταιρείες με επενδυτική βαθμίδα αποδίδουν καλά, χαμηλότερα στην κλίμακα αξιολόγησης, επιχειρήσεις με υψηλό χρέος σε τομείς ευάλωτους σε πτώση της καταναλωτικής δαπάνης —όπως το λιανεμπόριο και οι τηλεπικοινωνίες— έχουν δει τα spreads δανεισμού τους να διευρύνονται.
Οι πιο επισφαλείς δανειολήπτες της χώρας —όπως ο η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Casino καθώς και οι Colisee και Cerba, εταιρείες που ανήκουν στην private equity EQT— γίνονται όλο και περισσότερο στόχοι hedge funds, που επιδιώκουν να απορροφήσουν χρέος υψηλής απόδοσης.