Η αγορά ευρωπαϊκών ομολόγων υψηλού κινδύνου (junk bonds) σημείωσε νέο ρεκόρ εκδόσεων τον Ιούνιο, καθώς οι επενδυτές συνεχίζουν να τοποθετούν σημαντικά κεφάλαια σε μια κατηγορία στοιχείων ενεργητικού που προσφέρει ελκυστικές αποδόσεις και σχετική σταθερότητα.
Εταιρείες άντλησαν 22,5 δισ. ευρώ μέσω έκδοσης ομολόγων με αξιολόγηση «junk» τον περασμένο μήνα, υπερβαίνοντας το προηγούμενο ιστορικό υψηλό του Ιουνίου 2021 κατά σχεδόν 4 δισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg. Η εκστρατεία εκδόσεων κορυφώθηκε τη Δευτέρα με την τιμολόγηση της πρώτης συναλλαγής αξιολόγησης Triple C –μιας από τις χαμηλότερες στην κλίμακα πιστοληπτικής ικανότητας– εδώ και σχεδόν ένα έτος, από την Flora Food Group BV, που υποστηρίζεται από την KKR Inc.
Και η δυναμική δεν φαίνεται να εξασθενεί. Πολλοί εκδότες ομολόγων υψηλού κινδύνου βρίσκονται ήδη στην αγορά, ανάμεσά τους ο ισχυρός όμιλος στην κρουαζιέρα Carnival και η ιαπωνική Softbank Group.
«Η αγορά high yield είναι εξαιρετικά ελκυστική αυτή την περίοδο, χάρη στη βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών και σε τεχνικούς παράγοντες που είναι εκπληκτικά ισχυροί», δηλώνει στο Bloomberg η Catherine Braganza, διαχειρίστρια χαρτοφυλακίου ομολόγων υψηλής απόδοσης στην Insight Investment Management. «Ρέουν τεράστια ποσά στην κατηγορία, προερχόμενα τόσο από μετοχές όσο και από στοιχεία μακράς διάρκειας. Οι εκδόσεις απλώς αντανακλούν αυτή τη μετατόπιση.»
Εισροές στα ομόλογα υψηλής απόδοσης
Οι επενδυτές διοχετεύουν σταθερά κεφάλαια στα ευρωπαϊκά junk bonds: σύμφωνα με τα στοιχεία της EPFR που επικαλούνται οι αναλυτές της Bank of America Corp., τα ευρωπαϊκά funds υψηλής απόδοσης κατέγραψαν επτά διαδοχικές εβδομάδες εισροών, περιλαμβανομένων $922 εκατ. την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 25 Ιουνίου.
Οι πολιτικές εμπορίου του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχουν συμβάλει σε έναν αναπροσανατολισμό των επενδυτικών χαρτοφυλακίων, με πολλούς επενδυτές να αυξάνουν τις τοποθετήσεις τους σε στοιχεία ενεργητικού σε ευρώ.
Από την πλευρά της προσφοράς, η ευρωπαϊκή αγορά junk bonds είχε συρρικνωθεί τα προηγούμενα χρόνια λόγω της χαμηλής δραστηριότητας εξαγορών και συγχωνεύσεων, αλλά και της ενίσχυσης της αγοράς ιδιωτικών πιστώσεων, η οποία απορροφά πλέον μεγάλο μέρος των συναλλαγών που παλαιότερα περνούσαν από την αγορά ευρείας διασποράς.
Οι κίνδυνοι παραμένουν
Ωστόσο, δεν λείπουν οι κίνδυνοι. Οι όροι των ομολογιακών συμβάσεων παραμένουν ευνοϊκοί για τους εκδότες. Ταυτόχρονα, παρατηρείται αύξηση σε «dividend recapitalizations» και κουπόνια «payment-in-kind» (PIK) — που επιτρέπουν στους εκδότες να καταβάλλουν τόκους όχι με μετρητά αλλά με επιπλέον χρέος (ομόλογα) — εξελίξεις που καταδεικνύουν πιο επιθετική στάση της αγοράς το τελευταίο διάστημα.
Παραμένουν επίσης σημαντικές γεωπολιτικές αβεβαιότητες. Αν και πρόσφατες ειδήσεις δείχνουν πρόοδο προς μια συμφωνία ΗΠΑ–ΕΕ για τους δασμούς, η κατάσταση μπορεί να μεταβληθεί ανά πάσα στιγμή.
«Οι κίνδυνοι αυξάνονται, καθώς τον Ιούνιο καταγράφηκαν dividend recaps (Techem, Urbaser, TeamSystem), συναλλαγές που σχετίζονται με εξαγορές και, τέλος, η αναβίωση νέων συμφωνιών εξαγοράς μέσω δανεισμού (LBOs)», επισημαίνει στο Bloomberg ο Benjamin Sabahi, επικεφαλής έρευνας πιστώσεων στην Spread Research.
Έκρηξη εκδόσεων ομολόγων (και) στις αναδυόμενες αγορές, φυγή από το δολάριο
Οι εκδόσεις ομολόγων στις αναδυόμενες αγορές εκτοξεύθηκαν το πρώτο εξάμηνο του έτους, αψηφώντας εμπορικούς πολέμους, πυραυλικές επιθέσεις και έντονες διακυμάνσεις στις τιμές του πετρελαίου. Το 2025 οδεύει προς μια ακόμη χρονιά ρεκόρ, με τις πρώτες ενδείξεις μιας μετατόπισης από το δολάριο, όπως ανέφεραν τραπεζίτες στο Reuters.
Οι επενδυτές, πλούσιοι σε ρευστότητα και πρόθυμοι να επιδιώξουν αποδόσεις και διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου, ελάχιστα επιβράδυναν το ρυθμό αγορών τους — ακόμη και κατά την περίοδο που ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε νέους δασμούς ή όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε επιθέσεις κατά του Ιράν.
Οι ρεκόρ εκδόσεις νέων ομολόγων ενδέχεται να συνεχιστούν, καθώς οι χαμηλές τιμές πετρελαίου ωθούν τις εξαγωγικές οικονομίες να δανείζονται περισσότερο για να χρηματοδοτήσουν τις δαπάνες τους.
«Αυτό που είναι πραγματικά εντυπωσιακό φέτος είναι το πώς οι αγορές παρέμειναν ενεργές — αν όχι εξαιρετικά ενεργές — ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές παγκοσμίως», δήλωσε στο Reuters ο Alexis Taffin de Tilques, επικεφαλής των αγορών κρατικού χρέους αναδυόμενων οικονομιών και της περιοχής Κεντρικής & Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής στη BNP Paribas. «Οι όγκοι εκδόσεων είναι απίστευτοι».
Ο Stefan Weiler, επικεφαλής αγορών χρέους για την περιοχή CEEMEA (Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική) στην JPMorgan, δήλωσε ότι οι εκδόσεις χρέους στις εν λόγω περιοχές ξεπέρασαν τα 190 δισ. δολάρια το πρώτο εξάμηνο του έτους, με κατεύθυνση προς νέο ιστορικό υψηλό που θα ξεπεράσει τα 285 δισ. δολάρια του 2024.
Η έξαρση αυτή αποτελεί ακόμη μια ένδειξη του ενδιαφέροντος των επενδυτών για περιουσιακά στοιχεία αναδυόμενων αγορών σε μια χρονιά που χαρακτηρίζεται από ταραχές που υπό κανονικές συνθήκες θα οδηγούσαν σε καταφυγή σε ασφαλή επενδυτικά λιμάνια.
«Οι επενδυτές διαθέτουν μεγάλη ρευστότητα και αναζητούν ευκαιρίες τοποθέτησης στην πρωτογενή αγορά», ανέφερε ο Weiler, προβλέποντας ότι αν οι τιμές του πετρελαίου μειωθούν περαιτέρω, οι εκδόσεις από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική θα μπορούσαν να αυξηθούν ακόμη περισσότερο.
Ο Περσικός Κόλπος, με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία, αντιπροσώπευσε λίγο πάνω από το 40% των εκδόσεων χρέους της περιοχής CEEMEA, καθώς εταιρείες και κράτη εκμεταλλεύτηκαν τη μείωση των επιτοκίων και την εκτίμηση ότι οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων θα παραμείνουν υψηλές για αρκετό καιρό.
«Ήταν σίγουρα ένα εξάμηνο ρεκόρ για τις εκδόσεις χρέους στη Μέση Ανατολή», δήλωσε ο Khaled Darwish, επικεφαλής αγορών χρέους CEEMEA στην HSBC, υπολογίζοντας ότι οι εκδόσεις ομολόγων και sukuk στη Μέση Ανατολή έφτασαν τα 106 δισ. δολάρια έως τώρα, σε σύγκριση με 139 δισ. για ολόκληρο το 2024.
«Η επίδραση όλων των γεωπολιτικών εξελίξεων φέτος ήταν ελάχιστη για την αγορά του Κόλπου», πρόσθεσε.
Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η γεωπολιτική αναστάτωση ενίσχυσε τη ζήτηση. Επενδυτές που στο παρελθόν θα απέφευγαν αμυντικές βιομηχανίες, έχουν γίνει πιο δεκτικοί λόγω της αύξησης των αμυντικών δαπανών από χώρες του ΝΑΤΟ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η τσεχική αμυντική και βιομηχανική εταιρεία CSG διπλασίασε σχεδόν την έκδοση ομολόγων της για το 2031, συγκεντρώνοντας 1 δισ. ευρώ και 1 δισ. δολάρια λόγω ισχυρής επενδυτικής ζήτησης.
Διαφοροποίηση
Οι επενδύσεις σταθερού εισοδήματος είναι καλύτερα προστατευμένες από γεωπολιτικές αναταράξεις σε σχέση με τις μετοχές, ανέφερε ο Taffin de Tilques. Ο Weiler πρόσθεσε ότι οι αποκαλούμενοι «crossover» επενδυτές προσελκύονται από τα μεγαλύτερα περιθώρια απόδοσης που προσφέρει το χρέος αναδυόμενων αγορών.
Η ομάδα χρηματοδότησης χρέους της Citi ανέφερε ότι οι εκδόσεις από αναδυόμενες αγορές παγκοσμίως αυξήθηκαν κατά 20% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο του 2025, με ιδιαίτερα ταχεία αύξηση των εταιρικών εκδόσεων.
Αν και μεγάλο μέρος αφορά αναχρηματοδότηση παλαιών εκδόσεων, νέα ονόματα μπήκαν στην αγορά — όπως ο σαουδαραβικός μεταλλευτικός κολοσσός Maaden, με sukuk 1,25 δισ. δολαρίων, και η αγκολέζικη Azul Energy, με ομόλογο ύψους 1,2 δισ. δολαρίων.
Ο Victor Mourad, συμπροϊστάμενος χρηματοδότησης χρέους CEEMEA της Citi, τόνισε ότι η αύξηση των νέων εκδοτών προσφέρει σημαντική διαφοροποίηση στους επενδυτές.
Οι Darwish και Weiler επισήμαναν επίσης ότι αυξάνεται ο αριθμός κρατών και εταιρειών που στραφούν σε άλλα νομίσματα — κυρίως το ευρώ — για να μειώσουν την εξάρτησή τους από το δολάριο.
Η Σαουδική Αραβία προχώρησε φέτος σε έκδοση σε ευρώ, όπως και το Εμιράτο της Σάρτζα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο Weiler σημείωσε ότι εξετάζονται επίσης άλλα νομίσματα, όπως το ιαπωνικό γεν και τα λεγόμενα «Panda bonds» που εκδίδονται στην εσωτερική αγορά της Κίνας σε γουάν. Η Ουρουγουάη πραγματοποίησε την πρώτη της έκδοση κρατικού ομολόγου σε ελβετικά φράγκα.
«Υπάρχει σίγουρα μια τάση μεταξύ των εκδοτών παγκοσμίως να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις χρηματοδότησης σε νομίσματα εκτός του δολαρίου», δήλωσε ο Weiler, προσθέτοντας ότι αυτό αποτελεί πρώιμη ένδειξη αποδολαριοποίησης. «Πιστεύω ότι είναι η αρχή μιας ξεκάθαρης τάσης».
Ο Mourad σημείωσε ακόμη ότι η άλλη σημαντική τάση είναι η απομάκρυνση από εκδόσεις 30ετούς διάρκειας· υπήρξαν μόλις δύο τέτοιες συναλλαγές από την περιοχή CEEMEA το πρώτο εξάμηνο του έτους. Οι καμπύλες αποδόσεων έχουν γίνει πιο απότομες διεθνώς, καθιστώντας τις μακροπρόθεσμες εκδόσεις πιο ακριβές για κράτη και εταιρείες.
«Η προσφορά στο μακρύ άκρο αντικαταστάθηκε από αύξηση όγκου σε τρίχρονα ομόλογα, καθώς οι εκδότες στοιχηματίζουν στις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις», εξήγησε ο Mourad.