Η Wall Street βρίσκεται αντιμέτωπη με αυξημένη νευρικότητα, καθώς η καθυστερημένη δημοσίευση της έκθεσης για την απασχόληση του Νοεμβρίου παρουσίασε μια λιγότερο ενθαρρυντική εικόνα για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας. Παρότι οι νέες θέσεις εργασίας ξεπέρασαν τις αρχικές προβλέψεις, η αναθεώρηση των στοιχείων του Οκτωβρίου και η άνοδος της ανεργίας αναζωπύρωσαν τους φόβους για επιβράδυνση.
Σε αυτό το περιβάλλον, οι επενδυτές προσπαθούν να σταθμίσουν τα αρνητικά μακροοικονομικά σήματα με τις αισιόδοξες εκτιμήσεις για την κερδοφορία των επιχειρήσεων, οι οποίες –σύμφωνα με αναλυτές– παραμένουν βασικός πυλώνας στήριξης της πολυετούς ανόδου της χρηματιστηριακής αγοράς.
Ο δείκτης S&P 500 υποχωρεί κατά 0,1%, ο Nasdaq σημείωσε πτώση περίπου 0,2%, ενώ ο Dow Jones χάνει 0,1%.
Η έκθεση του Γραφείου Στατιστικής Εργασίας (Bureau of Labor Statistics – BLS) έδειξε ότι δημιουργήθηκαν 64.000 νέες θέσεις εργασίας τον Νοέμβριο, αριθμός καλύτερος από τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων που συμμετείχαν σε έρευνα του Dow Jones, οι οποίοι ανέμεναν αύξηση 45.000 θέσεων. Ωστόσο, το θετικό αυτό στοιχείο επισκιάστηκε από την αναθεώρηση των δεδομένων του Οκτωβρίου, όταν καταγράφηκε απώλεια 105.000 θέσεων εργασίας.
Wall Street και ανησυχίες για την ανεργία και την οικονομία
Παράλληλα, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε στο 4,6%, υψηλότερα από την πρόβλεψη του Dow Jones για 4,5%, ενισχύοντας τις ανησυχίες σχετικά με την ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας. Οι αγορές επιτοκίων δεν αντέδρασαν έντονα στα νέα στοιχεία, καθώς οι πιθανότητες για μείωση επιτοκίων από τη Federal Reserve τον επόμενο μήνα παρέμειναν αμετάβλητες.
Σύμφωνα με το εργαλείο CME FedWatch, οι traders στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των ομοσπονδιακών κεφαλαίων τιμολογούν πιθανότητα 24% για μείωση επιτοκίων τον Ιανουάριο, ποσοστό ίδιο με εκείνο της προηγούμενης ημέρας.
Ο Christopher Rupkey, επικεφαλής οικονομολόγος της FWDBONDS, εμφανίστηκε ιδιαίτερα απαισιόδοξος, δηλώνοντας ότι «οι αγορές ελπίζουν καλύτερα αυτή η έκθεση απασχόλησης να είναι παραμορφωμένη, γιατί διαφορετικά πρόκειται για εξαιρετικά άσχημα νέα για την οικονομία και τις προοπτικές του 2026». Όπως τόνισε, «θα είναι θαύμα αν δεν οδηγηθούμε σε ύφεση τον επόμενο χρόνο».
Πιέσεις από τον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης
Οι τρεις βασικοί δείκτες της Wall Street είχαν κλείσει με απώλειες και τη Δευτέρα, δεχόμενοι πιέσεις από μετοχές του κλάδου της τεχνητής νοημοσύνης. Η Broadcom σημείωσε πτώση 5,6%, η ServiceNow κατρακύλησε κατά 11,5%, ενώ η Oracle υποχώρησε κατά 2,7%. Η Microsoft έκλεισε επίσης χαμηλότερα, καθώς οι επενδυτές προχώρησαν σε ρευστοποιήσεις κερδών από τις μετοχές που είχαν σημειώσει ισχυρή άνοδο, στρέφοντας κεφάλαια σε πιο αμυντικούς κλάδους όπως η υγεία και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.
Παρά τις βραχυπρόθεσμες πιέσεις, το αμερικανικό χρηματιστήριο εξακολουθεί να οδεύει προς μια θετική χρονιά, με κέρδη και στους έντεκα κλάδους του S&P 500.
Wall Street και εταιρική κερδοφορία
Την ίδια στιγμή, οι αναλυτές της Wall Street εκπέμπουν μήνυμα αισιοδοξίας για την πορεία των εταιρικών κερδών. Σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε η Jefferies, οι εκτιμήσεις των αναλυτών δείχνουν ότι ο ρυθμός αύξησης των κερδών του δείκτη S&P 500 αναμένεται να επιταχυνθεί κάθε χρόνο έως το 2027.
Αυτό συνεπάγεται τρία συνεχόμενα έτη διψήφιας αύξησης της κερδοφορίας, ένα σπάνιο φαινόμενο που ιστορικά έχει συνδεθεί με αποδόσεις άνω του μέσου όρου για τον δείκτη. Όπως σημείωσε ο Andrew Greenebaum της Jefferies, η αύξηση των κερδών όχι μόνο διατηρείται πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο, αλλά ενδέχεται να εισέλθει σε νέα ανοδική φάση.
Με την περίοδο ανακοίνωσης αποτελεσμάτων του τέταρτου τριμήνου να απέχει περίπου τέσσερις εβδομάδες, οι αναλυτές αναμένουν αύξηση κερδών 8,3% για τις εταιρείες του S&P 500, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg Intelligence. Αυτό θα ανεβάσει την ετήσια αύξηση στο 12%. Για το επόμενο έτος, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για κέρδη 310 δολαρίων ανά μετοχή, που αντιστοιχούν σε ετήσια αύξηση 13%, ενώ για το 2027 προβλέπεται περαιτέρω άνοδος στο 14%.
Τα τελευταία 35 χρόνια, μόνο δύο φορές καταγράφηκαν τρία συνεχόμενα έτη διψήφιας αύξησης κερδών – την περίοδο 1993-1995 και 2003-2005 – με τον S&P 500 να αποδίδει κατά μέσο όρο 13% ετησίως.
Κίνδυνοι, αλλά και λόγοι αισιοδοξίας για τη Wall Street
Παρά την ισχυρή εικόνα των κερδών, αναλυτές επισημαίνουν ότι οι υψηλές προσδοκίες ενδέχεται να οδηγήσουν σε αυξημένη μεταβλητότητα εάν τα αποτελέσματα δεν επιβεβαιώσουν τις προβλέψεις. Παράγοντες όπως η αβεβαιότητα για τις μειώσεις επιτοκίων της Fed και οι επιπτώσεις των δασμών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ παραμένουν στο επίκεντρο.
Ωστόσο, η διεύρυνση της αύξησης των κερδών πέρα από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες και οι προσδοκίες για δημοσιονομική και νομισματική στήριξη ενισχύουν το θετικό σενάριο. Όπως σημείωσε ο Manish Kabra της Societe Generale, «το υπόβαθρο παραμένει θετικό για τα ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία» και είναι «πολύ νωρίς για να κηρυχθεί το τέλος της ανοδικής αγοράς».