Κρυμμένη βαθιά μέσα στις περισσότερες από 1.000 σελίδες του φορολογικού και δημοσιονομικού νομοσχεδίου που ο πρόεδρος Τραμπ προωθεί με κάθε τρόπο στο Κογκρέσο βρίσκεται μια ασαφής φορολογική διάταξη, που έχει προκαλέσει ανησυχία όχι μόνο στη Wall Street, αλλά και διεθνώς.
Πρόκειται για το Άρθρο 899, που περιλαμβάνεται στη νομοθεσία η οποία εγκρίθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων την περασμένη εβδομάδα και φέρει τον τίτλο «Επιβολή Αντιμέτρων για Άδικη Φορολόγηση από Ξένες Χώρες», μεταδίδει το Bloomberg. Το άρθρο αυτό προβλέπει, μεταξύ άλλων, την αύξηση των φορολογικών συντελεστών για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις από χώρες των οποίων οι φορολογικές πολιτικές κρίνονται «διακριτικές» από τις ΗΠΑ -περιλαμβάνοντας και τα εισοδήματα από τόκους και μερίσματα, δηλαδή το παθητικό εισόδημα, το οποίο αφορά επενδυτές που διαχειρίζονται πιθανόν τρισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία.
Παρά την τεχνική ορολογία, οι αναλυτές είναι σαφείς: εάν η διάταξη τεθεί σε ισχύ, ενδέχεται να αποθαρρύνει ακόμη περισσότερο τους ξένους επενδυτές, σε μια συγκυρία που η εμπιστοσύνη τους σε ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου και άλλα περιουσιακά στοιχεία έχει ήδη κλονιστεί από τις απρόβλεπτες εμπορικές πολιτικές Τραμπ και την επιδείνωση των αμερικανικών δημοσιονομικών μεγεθών.
«Ήδη λειτουργούμε σε μια αγορά όπου τα αμερικανικά ομόλογα δεν θεωρούνται ιδιαίτερα ελκυστικά για τους ξένους επενδυτές», δηλώνει ο Michael Brown, στρατηγικός αναλυτής στην Pepperstone Group, χρηματιστηριακή με πελατολόγιο εκτός ΗΠΑ. «Αν τώρα προστίθεται και μια δυσμενής φορολόγηση, αυτό είναι άλλος ένας λόγος να αποχωρήσουν».
Μεταξύ αυτών που ενδέχεται να επηρεαστούν περιλαμβάνονται θεσμικοί επενδυτές, όπως κρατικά επενδυτικά ταμεία, συνταξιοδοτικά ταμεία και κυβερνητικοί φορείς, αλλά και ιδιώτες επενδυτές και επιχειρήσεις με έκθεση σε αμερικανικά assets.
Σαβαρέλος (Deutsche Bank): Νομοθετική εργαλειοποίηση των κεφαλαιαγορών
Αν και η πρόταση αυτή διαχωρίζεται από την πολιτική δασμών του Τραμπ (που πλέον έχει μπλεχτεί στα δικαστήρια), ο στόχος είναι παρόμοιος: να αντιμετωπιστεί η αντιληπτή «άδικη» μεταχείριση των ΗΠΑ μέσω στοχευμένων εργαλείων. Ωστόσο, όπως προειδοποιούν οι ειδικοί, οι πιθανές επιπτώσεις του άρθρου 899 ενδέχεται να είναι βαθιές.
Ο Γιώργος Σαβαρέλος της Deutsche Bank μιλώντας στο Bloomberg χαρακτήρισε τη διάταξη «νομοθετική εργαλειοποίηση των κεφαλαιαγορών» και σημείωσε ότι «ανοίγει τον δρόμο για τη μετατροπή του εμπορικού πολέμου σε κεφαλαιακό πόλεμο».
Το άρθρο στοχεύει χώρες όπως ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Αυστραλία, οι οποίες έχουν επιβάλει «ψηφιακούς φόρους» σε μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, όπως η Meta. Επίσης, στρέφεται κατά κρατών που συμμετέχουν σε διεθνή συμφωνία για ελάχιστο εταιρικό φορολογικό συντελεστή.
Η φορολογική επιβάρυνση επί των παθητικών εισοδημάτων για επενδυτές από τις στοχοθετημένες χώρες προβλέπεται να αυξηθεί αρχικά κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, και να αυξάνεται επιπλέον κατά 5 μονάδες ετησίως, φτάνοντας έως και τις 20 μονάδες πάνω από τον τρέχοντα συντελεστή.
Ανησυχία για το δολάριο και τα ομόλογα
Οι αναλυτές της Morgan Stanley τονίζουν ότι η διάταξη αυτή θα μπορούσε να αποδυναμώσει το δολάριο και να πιέσει τις ευρωπαϊκές μετοχές με έκθεση στις ΗΠΑ. Ο Gilles Moec της AXA ανέφερε ότι πιθανόν να ενισχυθούν οι πιέσεις στις μακροπρόθεσμες αποδόσεις των ομολόγων, οι οποίες έχουν ήδη φτάσει σε πολυετή υψηλά.
Η ανησυχία επιτείνεται από το γεγονός ότι η δικαιοσύνη μπλόκαρε μεγάλος μέρος των δασμών, που αποτελούσαν βασική πηγή εσόδων για τη χρηματοδότηση των φοροελαφρύνσεων του Τραμπ. Εάν χαθούν και αυτά τα έσοδα, εγείρεται το ερώτημα από πού θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό.
Η διάταξη φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με ιδέες που είχε προτείνει ο Stephen Miran, νυν πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Λευκού Οίκου, ο οποίος είχε προτείνει την επιβολή «τελών χρήσης» σε ξένους επενδυτές σε ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου, για την αποδυνάμωση του δολαρίου και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των αμερικανικών βιομηχανιών.
Οι οικονομολόγοι Will Denyer και Tan Kai Xian από την Gavekal Research επισημαίνουν: «Η ύπαρξη αυτής της διάταξης ενδέχεται να προκαλέσει αναταράξεις στις αγορές πριν καν την αξιοποιήσει ο Τραμπ στις διαπραγματεύσεις του».