Βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ένα από τα πιο χαρακτηριστικά διατηρητέα κτίρια της Αθήνας, καθώς το τελευταίο διάστημα εξελίσσονται σημαντικές συζητήσεις για την αξιοποίησή του. Πρόκειται για το ακίνητο στη συμβολή της Λεωφόρου Αμαλίας 28 και της οδού Σιμωνίδου 1, σε σημείο υψηλής προβολής, απέναντι από τον Εθνικό Κήπο και το Ζάππειο, δίπλα στην Αγγλικανική Εκκλησία. Με ιστορικό που περιλαμβάνει καθυστερήσεις, ατυχείς συγκυρίες και πολυετείς δικαστικές εμπλοκές, το κτίριο φαίνεται πως αποκτά και πάλι προοπτική επανάχρησης.
Σε νέα φάση εσωτερικών διαβουλεύσεων φαίνεται ότι έχουν εισέλθει οι ιδιοκτήτες του διατηρητέου ακινήτου στο κέντρο της Αθήνας, με στόχο την επανεκκίνηση των αδειοδοτικών διαδικασιών που θα επιτρέψουν την αξιοποίησή του. Πρόκειται για τρεις συνολικά ιδιοκτήτες, εκ των οποίων ο ένας είναι ο Γιάννης Περρωτής, γνωστός από τη δραστηριότητά του στον Όμιλο Atria. Ο κ. Περρωτής έχει ήδη αναλάβει την πρωτοβουλία για την αναβίωση ενός ακόμη ιστορικού ακινήτου, του «Αττικόν Απόλλων», επιχειρώντας να του δώσει νέα ζωή.
Το συγκεκριμένο κτίριο, το οποίο αποτελεί παλιά αστική κατοικία με ισόγειο επαγγελματικό χώρο και τρεις ορόφους, έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο από το 1991. Αποτελεί αρχιτεκτονικό δείγμα με ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά, ενώ περιλαμβάνει και δώμα. Κατά την τελευταία εξωτερική αυτοψία, διαπιστώθηκε ότι βρίσκεται σε πολύ κακή κατάσταση συντήρησης, με εμφανή ανάγκη για ολική ανακατασκευή.
Η πρώτη απόπειρα αξιοποίησης του κτιρίου έγινε τη δεκαετία του 1990, οπότε και εκδόθηκε η σχετική άδεια. Ωστόσο, το 2000, όταν οι ιδιοκτήτες επιχείρησαν να ξεκινήσουν εργασίες ανακαίνισης, επενέβη το Υπουργείο Πολιτισμού. Υπάλληλος της υπηρεσίας χαρακτήρισε το ακίνητο «αριστούργημα», αμφισβητώντας τη ρύθμιση διατηρητέου που είχε προηγουμένως οριστεί από το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ. Το κτίριο θεωρήθηκε ότι φέρει ιστορική και αρχιτεκτονική αξία πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που είχε μέχρι τότε αναγνωριστεί.
Αποτέλεσμα της παρέμβασης αυτής ήταν να ακυρωθεί η αρχική άδεια, με το έργο να «παγώνει» λόγω της σύγκρουσης μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών του ελληνικού κράτους – κυρίως μεταξύ Πολεοδομίας και Υπουργείου Πολιτισμού. Παρότι το κτίριο είχε ήδη αρχίσει να σχεδιάζεται με βάση συγκεκριμένη χρήση, η διαδικασία βάλτωσε επί σειρά ετών.
Tα αρχικά σχέδια των συνιδιοκτητών του ιστορικού ακινήτου περιλαμβανόταν η μετατροπή του σε μεικτής χρήσης κτίριο, όπως γραφεία στο ένα τμήμα και κατοικία στο άλλο. Ωστόσο, λόγω του διατηρητέου χαρακτήρα του, η προοπτική για εμπορική χρήση –όπως τα γραφεία– ήταν αυτή που προτιμήθηκε.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν μία από τις ιδιοκτήτριες απεβίωσε, ενώ η οικονομική κρίση που ακολούθησε έδωσε το τελειωτικό χτύπημα. Το ακίνητο εγκαταλείφθηκε. Σύντομα κατελήφθη από κακοποιούς και, για την απομάκρυνσή τους, χρειάστηκε μια πολύμηνη δικαστική διαμάχη. Η διαδικασία αποβολής τους ήταν εξαιρετικά δύσκολη, απαιτώντας ειδικές παρεμβάσεις, διαρκείς καθυστερήσεις και πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Το πρόβλημα έγινε ακόμη πιο σύνθετο όταν διαπιστώθηκε ότι δύο από τους ιδιοκτήτες είχαν λάβει δάνεια με εγγύηση το ίδιο το ακίνητο. Με την εμπορική του αξία πια υποβαθμισμένη και τις υποχρεώσεις να βαραίνουν το ακίνητο, οποιαδήποτε απόπειρα αξιοποίησής του κατέστη αδύνατη. Ο Γιάννης Περρωτής κατάφερε να τακτοποιήσει τις δανειακές του υποχρεώσεις, όμως ο έτερος συνιδιοκτήτης έχασε την κυριότητα των ορόφων του, οι οποίοι περιήλθαν σε νέο ιδιοκτήτη.
Σήμερα, η νέα σύνθεση των ιδιοκτητών βρίσκεται σε συνεννόηση και εξετάζει από κοινού τα επόμενα βήματα. Το κλίμα είναι θετικό και ήδη έχουν κατατεθεί δύο ενδιαφέρουσες προτάσεις για την εξαγορά του ακινήτου. Η μία εξ αυτών προήλθε από κράτος που επιθυμούσε να αποκτήσει εμβληματική παρουσία στην Αθήνα, πιθανόν για τη δημιουργία διπλωματικού χώρου ή πολιτιστικής αντιπροσωπείας. Αν και η κακή κατάσταση του κτιρίου οδήγησε τελικά σε ναυάγιο τη συγκεκριμένη συμφωνία πώλησης, το έντονο ενδιαφέρον φανέρωσε ότι το ακίνητο εξακολουθεί να διαθέτει σημαντική δυναμική.
Πλέον, οι συνιδιοκτήτες προκρίνουν μια διαδικασία «εσωτερικής ωρίμανσης» του έργου, ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να διαμορφωθεί μια βιώσιμη στρατηγική πριν από οποιαδήποτε οριστική απόφαση για μεταβίβαση ή αξιοποίηση.
Σύμφωνα με επαγγελματίες της αγοράς, η δημιουργία γραφείων στο εν λόγω ακίνητο θεωρείται πια λιγότερο ελκυστική. Αντίθετα, είναι ιδανική η μετατροπή του κτιρίου σε μικρό boutique ξενοδοχείο, καθώς θα μπορούσαν να δημιουργηθούν περίπου 13 δωμάτια.