Τα ενοίκια στα ύψη, οι επαγγελματίες σε αδιέξοδο

Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Πολλές μικρές επιχειρήσεις κλείνουν καθημερινά ακόμα και σε κεντρικές περιοχές

ακίνητα ενοίκια ©eurokinissi

Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Πολλές μικρές επιχειρήσεις κλείνουν καθημερινά ακόμα και σε κεντρικές περιοχές με ανεπτυγμένη αγορά. Είναι η ακρίβεια και η πτώση των  πωλήσεων, είναι τα φορολογικά βάρη που αυξάνονται; Όλα αυτά πιθανόν να αντισταθμιστούν κατά ένα μέρος από τις πολυαναμενόμενες πρωθυπουργικές εξαγγελίες στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Είναι όμως και κάτι ακόμα, που οδηγεί σε στρεβλώσεις και δεν αφήνει περιθώρια λειτουργίας σε πολλούς επαγγελματίες: οι συχνά εξωφρενικές απαιτήσεις των ιδιοκτητών ακινήτων. Όταν έρχεται η ώρα ανανέωσης των συμβολαίων, τότε οι επαγγελματίες βρίσκονται αντιμέτωποι με δυσανάλογα μεγάλες αυξήσεις στα ενοίκια αλλά και επαχθείς όρους συνέχισης της συνεργασίας. Οι συναλλαγές εισέρχονται στη σφαίρα του παραλόγου.

Ένα κεντρικό και δημοφιλές βιβλιοπωλείο στην Αθήνα οδηγείται σε κλείσιμο, καθώς ο ιδιοκτήτης απαίτησε διπλασιασμό του ενοικίου, από 2.500 σε 5.000 ευρώ! Με ποια κριτήρια και ποιους υπολογισμούς-άγνωστο. Ένας άλλος επαγγελματίας, στο Σύνταγμα, όταν ήρθε η ώρα ανανέωσης του συμβολαίου ενοικίασης, κλήθηκε να πληρώσει από 1.500 ευρώ, τα διπλάσια ως προϋπόθεση για την ανανέωση του συμβολαίου του. Στην περίπτωση αυτή, υπήρξε αιτιολογία. Επειδή το ενοίκιο έμεινε «παγωμένο» την περίοδο της πανδημίας, η ιδιοκτήτρια ζήτησε στην ουσία… αναδρομική αύξηση για τη συνέχιση της συνεργασίας. Ακόμα πιο καταστροφική είναι η περιπέτεια επαγγελματία χώρου στάθμευσης καθώς έληγε το 12ετές συμβόλαιό του. Ο ιδιοκτήτης απαίτησε αύξηση 50% στο ενοίκιο, προσφέροντας μόνο τετραετές συμβόλαιο και χρεώνοντας στον επαγγελματία την ευθύνη επιδιόρθωσης βλαβών του ακινήτου αλλά και της ασφαλιστικής κάλυψης. Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τους μικρούς επαγγελματίες. Στην Νέα Σμύρνη, μεγάλη εταιρεία  κλείνει το κεντρικό της κατάστημα, καθώς κρίθηκε ασύμφορη η υπερβολική αύξηση του ενοικίου από τους ιδιοκτήτες.

Σύμφωνα με τον  Εμπορικό Σύλλογο Νέας Σμύρνης,  τα μικρά καταστήματα για ένα χώρο από 30 έως 50 τετραγωνικά μέτρα, καλούνται πλέον να πληρώσουν ενοίκια από 3.500 έως 5.000 ευρώ.  Για μεγαλύτερης έκτασης ακίνητα, η «ταρίφα» ξεκινά από 7.000 ευρώ. Παράλληλα και σε άλλες συνοικίες, το πρόβλημα είναι, πλέον, ορατό δια γυμνού οφθαλμού. Στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, στο ύψος της Δάφνης, ο αριθμός των κλειστών καταστημάτων όλο και μεγαλώνει.

Δεν μιλάμε για λογικές αυξήσεις που και οι επαγγελματίες είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν και να αποδεχτούν. Εδώ γίνεται λόγος για εξωφρενικές απαιτήσεις των ιδιοκτητών, που δεν εξηγούνται με την απλή λογική. Είναι η γενικότερη αίσθηση ότι αφού οι τιμές στα ακίνητα παίρνουν την ανηφόρα, πολλοί ιδιοκτήτες εκτιμούν ότι δεν πρέπει να χάσουν το τρένο και να χτυπήσουν τις τιμές προς τα πάνω-ακόμα και αν, στο τέλος της ημέρας, το ακίνητο μπορεί να μείνει κλειστό για μήνες μέχρις ότου πέσουν οι τιμές; Να είναι η αίσθηση ότι τα χρόνια της κρίσης και της πανδημίας έχασαν και αυτοί αυτά που απολάμβαναν προ κρίσης και σπεύδουν τώρα, που τα πράγματα βελτιώνονται, να πάρουν τα…ρέστα τους; Έχουμε δηλαδή ένα ανεξέλεγκτο κύμα κερδοσκοπίας με θύμα την επαγγελματική στέγη; Δύσκολο να απαντήσει κάποιος με σιγουριά. Κι αν η αγορά έρθει, αμείλικτη ως συνήθως, να αντισταθμίσει τις στρεβλώσεις, ίσως θα είναι αργά και για τους αχαλίνωτους ιδιοκτήτες ακινήτων…

Την ίδια ώρα, οι τιμές παραμένουν στο ύψος τους και σε  ό,τι αφορά  στην αγορά κατοικίας. Ήδη οι παρενέργειες είναι αισθητές στην υλοποίηση του προγράμματος «Σπίτι μου». Στις υπερτιμημένες αξίες των ακινήτων που συμφωνούν ιδιοκτήτες και υποψήφιοι αγοραστές, βάζουν «βέτο» όλο και πιο συχνά οι τράπεζες που δανειοδοτούν την αγοραπωλησία. Ο λόγος; Οι εκτιμήσεις ότι οι τιμές πώλησης είναι τόσο υψηλές που οι τράπεζες φοβούνται την δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων-και ακυρώνουν αρκετές από τις συμφωνίες αυτές. Μάλιστα εντοπίζονται και περιπτώσεις όπου οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές  προσφεύγουν στη σύναψη… καταναλωτικών δανείων για να συμπληρώσουν το απαιτούμενο ποσό. Και  στα υπόψη, μιλάμε κυρίως για αγορές ακινήτων της δεκαετίας του 1980  της τάξης των 90 τετραγωνικών μέτρων-και όχι για τις απλησίαστες νέες κατασκευές.

Οπότε, φτάνουμε στο κρίσιμο ερώτημα. Αυτή η συνεχής άνοδος των τιμών στη στέγη προοιωνίζεται μια επερχόμενη «φούσκα»; Και, εάν ναι, πότε μπορεί να εκδηλωθεί; Η κερδοσκοπία, η αδυναμία των εισοδημάτων της πλειοψηφίας των πολιτών να ακολουθήσουν το ράλι των τιμών στα ακίνητα, το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών που κάνουν έφοδο στις καλές συνοικίες δίνουν την αίσθηση ότι ένα σενάριο «φούσκας» δεν είναι απίθανο να «σκάσει». Επιπλέον, η αγορά αυτή δεν είναι αποκομμένη από τις γενικότερες τάσεις στην οικονομία, που εμφανίζει μεν δυναμική ανάπτυξης αλλά συνοδεύεται από ρευστότητες και αβεβαιότητες.

Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά  σύνθετο και οι λύσεις δεν είναι εύκολες. Ούτε η κυβέρνηση μπορεί «με ένα νόμο και ένα άρθρο» να ρυθμίσει την αγορά, ούτε όμως θα πρέπει να περιμένουνε  την όποια αυτορρύθμιση της αγοράς-όποτε επέλθει-να εξομαλύνει τις ανισορροπίες. Ένα είναι σίγουρο. Ο παράγοντας «κερδοσκοπία» είναι πιθανόν ο κρίκος που πρέπει να εντοπιστεί ώστε να υπάρξει ένα φρένο στην τάση «ζητάω όσα θέλω και σε όποιον αρέσει».