Παραδιάς: Τι αλλάζει στις εξώσεις και πώς διασφαλίζεται ο ενοικιαστής

Όλα όσα είπε ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ, Στράτος Παραδιάς, για τις αλλαγές που έρχονται στη διαδικασία έξωσης. Τα δικαιώματα του ενοικιαστή

Ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ, Στράτος Παραδιάς © Eurokinissi

Για τις αλλαγές στις εξώσεις αλλά και ποια είναι τα δικαιώματα του ενοικιαστή, αναφέρθηκε ο Στράτος Παραδιάς μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 , μία ημέρα μετά τις 15 ερωταπαντήσεις της ΠΟΜΙΔΑ  για τις αλλαγές στις μισθώσεις ακινήτων.

«Πράγματι λύνεται ένα πρόβλημα. Αποκαθίσταται μια διαχρονική αδικία σε βάρος των ιδιοκτητών ακινήτων που νοικιάζουν κάθε είδους ακίνητα ως προς το με ποιο τρόπο μπορούν στην λήξη μιας μίσθωσης, αν και εφόσον το επιθυμούν, εφόσον το έχουν ανάγκη, να πάρουν πίσω το ακίνητό τους» επισήμανε ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ για τις αλλαγές που έρχονται στη διαδικασία έξωσης.

Ως τώρα, η διαδικασία αυτή που προβλεπόταν οδηγούσε σε έναν πολυετή πολλές φορές δικαστικό αγώνα, τόνισε ο κ. Παραδιάς, καθώς, είπε, «μέσα από αναβολές, από διάφορες απεργίες, άλλες καταστάσεις και πολύ μακρούς χρόνους προσδιορισμών και πολλές φορές με ανακοπές, εφέσεις και διάφορα ένδικα μέσα, ένας ιδιοκτήτης έκανε χρόνια κυριολεκτικά δικαστικό αγώνα για να μπορέσει να πάρει πίσω το ακίνητό του για να στεγάσει το παιδί του, για να το ανακαινίσει, για να το πουλήσει, για οποιοδήποτε λόγο».

Παραδιάς: Πώς προστατεύεται ο ενοικιαστής

Ερωτηθείς πώς προστατεύεται ο ενοικιαστής, εάν για παράδειγμα, ο ιδιοκτήτης της οικίας του αποφασίσει να δώσει με ακριβότερο τίμημα το ακίνητό του σε κάποιο άλλο πρόσωπο, ο κ. Παραδιάς σχολίασε πως «δεν είναι αυτό το τρέχον μοντέλο. Γιατί ο ιδιοκτήτης που είναι έμπειρος γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι ο ενοικιαστής που είναι σωστός και συνεπής στις υποχρεώσεις του και σέβεται τις υποχρεώσεις και την ιδιοκτησία, είναι ένας συνεργάτης που δεν τον αλλάζεις χωρίς λόγο σε καμία περίπτωση. Και σε αυτό το μοντέλο επάνω λειτουργεί το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας».

Ως προς το πώς διασφαλίζεται ο ενοικιαστής, ο κ. Παραδιάς ανέφερε τα εξής. «Κατ’ αρχήν ο ενοικιαστής πρέπει να προειδοποιηθεί εγγράφως με εξώδικη πρόσκληση που θα του απευθυνθεί ότι θέλει μέσα σε τρεις μήνες να του αποδώσει το σπίτι του ο ιδιοκτήτης. Έχει λοιπόν μία αρχική προθεσμία τριών μηνών. Αν μέσα στο τρίμηνο ο ενοικιαστής δεν θέλει να αποδώσει το ακίνητο, τότε ο ιδιοκτήτης θα πάει πλέον στον δικηγόρο του, ο οποίος δικηγόρος του θα είναι ο ίδιος που έφτιαξε την εξώδικη πρόσκληση, θα πρέπει να φτιάξει το φάκελο της υπόθεσης αυτής της απόδοσης μισθίου, θα πάει στη γραμματεία του Δικαστηρίου, η οποία θα ορίσει από τον κατάλογο των δικηγόρων, όλα αυτά θα ισχύσουν από την επόμενη χρονιά, που έχει δώσει ο Δικηγορικός Σύλλογος τον επόμενο τυχαίο στην σειρά δικηγόρο, ο οποίος θα έχει εκπαιδευτεί και θα έχει εξουσιοδοτηθεί να υπογράφει δικαστικές τέτοιες πράξεις διαταγής απόδοσης, όπως ήδη γίνονται με πολύ μεγάλη επιτυχία για μία σειρά άλλων πράξεων δικαστικών, οι οποίες έχουν μεταφερθεί στους δικηγόρους, διότι εκεί είναι τυπικές και δεν χρειάζεται κάποιου είδους δικαστική διάγνωση.

Προσέξτε, δεν θίγεται η διάρκεια του συμφωνητικού και δεν θίγεται η οποιαδήποτε παράταση που έχει συμφωνηθεί είτε ηλεκτρονικά είτε με έγγραφο. Και δεν θίγεται η αρχική τριετία της κάθε μίσθωσης».

«Μετά τη λήξη, μετά το 3ο έτος, μετά το 4ο, το 5ο, το 8ο, το 10ο, το 20ο, οποτεδήποτε ο ιδιοκτήτης χρειαστεί το σπίτι του, θα πρέπει να υπάρχει ένας λογικός ανθρώπινος τρόπος να το πάρει».

Όταν λοιπόν θα φτάσει να δώσει τον φάκελο στο δικηγόρο, ο δικηγόρος θα έχει δέκα ημέρες προθεσμία να μελετήσει τη δικογραφία και να υπογράψει την πράξη αυτή την εκτελεστή και στη συνέχεια να την καταθέσει στο δικαστήριο, το οποίο δικαστήριο, το Πρωτοδικείο πλέον γιατί δεν υπάρχουν Ειρηνοδικεία, θα την πρωτοκολλήσει, θα δώσει αριθμό πρωτοκόλλου και θα εκδώσει το εκτελεστό αντίγραφο της πράξης που ονομάζεται απόγραφο, στον δικηγόρο, θα το παραδώσει αφού πληρωθούν τα διάφορα τέλη, ο δικηγόρος θα εκδώσει αντίγραφο και θα κοινοποιήσει την πράξη αυτή στον ενοικιαστή λέγοντάς του μέσα ότι και ανακοπή ακόμη μπορεί να κάνει εντός 15 εργάσιμων ημερών, αλλά και ότι δεν μπορεί να εκτελεσθεί σε βάρος του αυτή η πράξη αν δεν περάσουν τουλάχιστον δύο ακόμη μήνες.

Άρα έχουμε τρεις συν έναν συν δύο, έχουμε έξι μήνες εγγυημένους από το κράτος, από τη διάταξη αυτή, με το χαρακτηριστικό ότι αυτούς τους έξι μήνες τους έχει στην τσέπη του ο ενοικιαστής χωρίς να χρειαστεί να δαπανήσει ούτε ένα ευρώ, χωρίς να χρειαστεί ούτε να πάει σε δικηγόρο, ούτε να κάνει οτιδήποτε. Αυτομάτως το σύστημα προβλέπει μία εξάμηνη προστασία του ενοικιαστή. Αν δεν του φτάσει του ενοικιαστή το εξάμηνο, τότε μπορεί να κάνει ανακοπή κατά της πράξης αυτής εμπροθέσμως με τον δικηγόρο του και να ζητήσει κι άλλο χρόνο, επικαλούμενος τους λόγους που θα πείσουν τον δικαστή ότι πρέπει να μείνει έναν μήνα ακόμη, δυο μήνες ακόμη, γιατί υπάρχει μια ασθένεια, γιατί υπάρχει ένα σχολείο που τελειώνει, γιατί υπάρχει ένα σπίτι που τελειώνει» συμπλήρωσε ο κ. Παραδιάς.

Απαντώντας στο κατά πόσο εξομοιώνεται με αυτόν τον τρόπο αυτός που είναι συνεπής ενοικιαστής με τον κακοπληρωτή, ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ κατέστησε σαφές ότι δεν είναι έτσι και εξήγησε πώς προκύπτει αυτό.

«Η αρχική προθεσμία που δίνει ο νόμος για τον κακοπληρωτή για την πρώτη ειδοποίηση είναι 15 ημέρες, ενώ η προθεσμία που δίνεται σε αυτόν που πρέπει να αποδώσει το σπίτι είναι τρεις μήνες. Είναι εξαπλάσια η προθεσμία.

Η προθεσμία εκτέλεσης για τον κακοπληρωτή είναι είκοσι μέρες και προθεσμία εκτέλεσης στην περίπτωση που συζητάμε είναι 2 μήνες, είναι τριπλάσια. Καμία εξομοίωση λοιπόν δεν υπάρχει των δύο περιπτώσεων.

Υπάρχει εξομοίωση ως προς τη διαδικασία, όχι όμως ως προς τις προϋποθέσεις. Ο νόμος προστατεύει τον ενοικιαστή με ένα αδάπανο εξάμηνο, την ώρα που ο ιδιοκτήτης από τη δική του τη μεριά για να πείσει τον ενοικιαστή να κάνει αυτό που έχει υπογράψει, το αυτονόητο, να του δώσει το σπίτι του, θα πρέπει να πληρώσει δύο φορές τον δικηγόρο και δυο φορές τον δικαστικό επιμελητή. Ο ενοικιαστής και πάλι ευνοημένος είναι. Δεν πληρώνει απολύτως τίποτα. Έχει στην τσέπη του την προθεσμία, εξασφαλίζει το κράτος. Ο ιδιοκτήτης δεν έχει τίποτα. Θα πρέπει να τρέξει, να ιδρώσει, να πληρώσει δύο φορές και να αγωνιά πότε θα τελειώσει αυτή η διαδικασία να πάρει κάποια στιγμή το σπίτι του. Γιατί αλίμονο, να πούμε ότι κάποιος νοίκιασε ένα σπίτι, δεν δικαιούται να το πάρει πίσω. Τότε να μη συζητάμε περί ιδιοκτησίας και δεν υπάρχει λόγος να πληρώνουμε και φόρους κιόλας».