Ξεμπλοκάρει το Cape Tholos στην Κρήτη, τι γίνεται με την επένδυση Μεταξά στη Σαντορίνη

Στην Κρήτη το πολυαναμενόμενο έργο Cape Tholos στο Καβούσι Ιεράπετρας εισέρχεται πλέον σε φάση υλοποίησης. Το «αγκάθι» της Σαντορίνης

Ο Διευθύνων Σύμβουλος του Metaxa Hospitality Group, Ανδρέας Μεταξάς © Metaxa Hospitality Group

Ξεμπλοκάρει σταδιακά η εμβληματική επένδυση του Metaxa Hospitality Group στο Καβούσι Ιεράπετρας, προϋπολογισμού 250 εκατ. ευρώ, ενώ την ίδια ώρα ο όμιλος επιχειρεί να «ξεπαγώσει» το ξενοδοχειακό project Lapilli στη Σαντορίνη, το οποίο έχει εμπλακεί σε δικαστική διαμάχη.

Πρόκειται για δύο από τα σημαντικότερα επενδυτικά εγχειρήματα, που έχει δρομολογήσει ο ξενοδοχειακός όμιλος, συνολικού ύψους άνω των 300 εκατ. ευρώ, τα οποία αναμένεται να καθορίσουν την περαιτέρω παρουσία του στον ελληνικό τουριστικό χάρτη.

Το «πράσινο φως» για το Cape Tholos

Στην Κρήτη, το πολυαναμενόμενο έργο Cape Tholos στο Καβούσι Ιεράπετρας εισέρχεται πλέον σε φάση υλοποίησης, μετά τη δημοσίευση στο ΦΕΚ του Προεδρικού Διατάγματος για την έγκριση του Ειδικού Σχεδίου Χωρικής Ανάπτυξης της Στρατηγικής Επένδυσης (ΕΣΧΑΣΕ) και την ανάρτηση της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων προς δημόσια διαβούλευση. Το project, το οποίο χαρακτηρίζεται ως ένα από τα μεγαλύτερα τουριστικά αναπτυξιακά έργα της Κρήτης, περιλαμβάνει ξενοδοχειακή μονάδα πέντε αστέρων και παραθεριστικές κατοικίες, συνδυάζοντας φιλοξενία, αναψυχή και υποδομές υψηλού επιπέδου.

Η ανάπτυξη, συνολικής δυναμικότητας 1.044 κλινών, προβλέπει κεντρικό κτήριο, 189 δωμάτια ξενοδοχείου, 136 κατοικίες διαφόρων μεγεθών, δύο εστιατόρια, spa, γυμναστήριο, κοινόχρηστες πισίνες, μαρίνα με δυνατότητα ελλιμενισμού 33 σκαφών, καθώς και ελικοδρόμιο και τελεφερίκ. Η συνολική δόμηση θα φθάνει τα 55.000 τ.μ., με εξαιρετικά χαμηλό συντελεστή δόμησης (0,045), σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον.

Η ολοκλήρωση των αδειοδοτικών διαδικασιών τοποθετείται εντός του 2026, ώστε να ξεκινήσουν οι κατασκευαστικές εργασίες μέσα στην ίδια χρονιά. Η λειτουργία μέρους του συγκροτήματος αναμένεται το 2028, καθώς το έργο θα αναπτυχθεί σταδιακά σε φάσεις. Το Cape Tholos εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει 46 μόνιμες και περίπου 1.640 εποχικές θέσεις εργασίας, ενώ κατά την κατασκευή του θα απασχοληθούν 250-300 εργαζόμενοι διαφόρων ειδικοτήτων.

Η επένδυση υλοποιείται από την εταιρεία Πόρτο Καβούσι Μονοπρόσωπη Α.Ε., στην οποία ο όμιλος συμμετέχει έμμεσα, μέσω της θυγατρικής ΤΕΑΒ Α.Ε., με ποσοστό 100%. Πρόκειται για έργο-ορόσημο που, σύμφωνα με στελέχη του Metaxa Hospitality Group, θα ενισχύσει την τουριστική διαφοροποίηση της Κρήτης, συνδέοντας τον τουρισμό υψηλών προδιαγραφών με την ήπια ανάπτυξη και την τοπική οικονομία.

Το «αγκάθι» της Σαντορίνης – Η υπόθεση Lapilli

Την ίδια στιγμή, η επένδυση του ομίλου στη Σαντορίνη, που αφορά την ανέγερση του νέου ξενοδοχείου Lapilli στο Μεγαλοχώρι, παραμένει σε εκκρεμότητα. Το έργο, ύψους αρκετών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, προβλέπει μονάδα πέντε αστέρων, δυναμικότητας 237 κλινών και συνολικής δόμησης 9.000 τ.μ., μέσω της θυγατρικής Μαρμάρι Α.Ε..

Ωστόσο, η πορεία του έργου έχει καθυστερήσει σημαντικά μετά την ανάκληση των οικοδομικών αδειών από την Πολεοδομία Θήρας. Ο όμιλος έχει ήδη προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, διεκδικώντας την απεμπλοκή του project, που θεωρείται κομβικό για τη στρατηγική του παρουσία στη Σαντορίνη. Στόχος της διοίκησης είναι μέσα στο 2025 να έχει επιτευχθεί οριστική λύση, ώστε να ξεκινήσει η κατασκευή.

Η Σαντορίνη αποτελεί για το Metaxa Hospitality Group μία από τις πιο σημαντικές αγορές του, με ήδη ενεργό χαρτοφυλάκιο που περιλαμβάνει τα Santo Pure Oia Suites & Villas, Santo Mine Oia Suites (λειτουργεί από τον Μάιο 2024), καθώς και το The Villas by Santo Collection. Μαζί με το Lapilli, η εταιρεία σχεδιάζει και πρόσθετες επενδύσεις στο νησί, με έμφαση στη βιώσιμη πολυτελή φιλοξενία.

Ισχυρές επιδόσεις το 2024 – Προβλέψεις για το 2025

Παρά τις καθυστερήσεις σε επιμέρους projects, το 2024 ήταν χρονιά ισχυρής ανάπτυξης για τον όμιλο. Ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών διαμορφώθηκε στα 61,1 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 19,2% σε σχέση με το 2023 (51,2 εκατ. ευρώ).

Ανά μονάδα:

  • Creta Maris Resort: 36,4 εκατ. ευρώ (από 31,3 εκατ.)
  • Candia Maris: 12,1 εκατ. ευρώ (από 10,7 εκατ.)
  • Santo Maris Collection: 12,3 εκατ. ευρώ (από 9 εκατ.)

Τα μικτά κέρδη ανήλθαν σε 21,09 εκατ. ευρώ (από 13,78 εκατ.), ενώ τα λειτουργικά κέρδη EBITDA εκτοξεύθηκαν στα 17,1 εκατ. ευρώ, υπερδιπλάσια σε σχέση με το 2023 (7,78 εκατ. ευρώ). Τα καθαρά κέρδη μετά φόρων έφτασαν τα 3,43 εκατ. ευρώ, έναντι ζημιών 624 χιλ. ευρώ το προηγούμενο έτος.

Για το 2025, οι προβλέψεις κάνουν λόγο για EBITDA άνω των 16,5 εκατ. ευρώ, αν και οι διοικήσεις αναγνωρίζουν ότι η σεισμική δραστηριότητα στις αρχές του έτους στη Σαντορίνη έχει επηρεάσει προσωρινά την οικονομική δραστηριότητα στο νησί.

Ο δανεισμός του ομίλου αυξήθηκε ελαφρά στα 121,8 εκατ. ευρώ (από 118 εκατ. το 2023), καθώς διοχετεύθηκε σε νέα έργα και ανακαινίσεις. Παράλληλα, ολοκληρώθηκαν εκτεταμένες αναβαθμίσεις στα Creta Maris και Candia Maris, μέσω χρηματοδότησης του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, συνολικής επιλέξιμης δαπάνης 33 εκατ. ευρώ.

Το Metaxa Hospitality Group συνεχίζει να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη βιώσιμη ανάπτυξη. Ήταν ο πρώτος ελληνικός όμιλος που έλαβε πιστοποίηση O.R.A. (Organic–Regenerative Agriculture), μέσω του Οργανισμού ΔΗΩ, για τις αναγεννητικές καλλιέργειες στα ξενοδοχεία του. Το πρόγραμμα «Βιώσιμη Ξενοδοχειακή Γεωργία» καλύπτει περίπου 2.000 στρέμματα γης, με καλλιέργεια 75 ειδών βιολογικών προϊόντων, τα οποία τροφοδοτούν απευθείας τη γαστρονομία των μονάδων του.

Όπως σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου, Ανδρέας Μεταξάς, «η πιστοποίηση αυτή επιβεβαιώνει τη δέσμευσή μας για τουρισμό, που σέβεται τη γη και δημιουργεί αξία για τις τοπικές κοινωνίες».

Ένας όμιλος με ιστορία 50 ετών

Το Metaxa Hospitality Group, που φέτος συμπληρώνει 50 χρόνια παρουσίας στην ελληνική τουριστική αγορά, διαχειρίζεται σήμερα πέντε ξενοδοχεία πέντε αστέρων – τρία στην Κρήτη και δύο στη Σαντορίνη – και προετοιμάζει δύο ακόμη μεγάλα projects. Με την ωρίμανση του Cape Tholos και την απεμπλοκή του Lapilli, ο όμιλος φιλοδοξεί να περάσει σε μια νέα εποχή ανάπτυξης, επενδύοντας παράλληλα σε καινοτομία, πράσινες πρακτικές και διεθνείς συνεργασίες.