«Καμπανάκι» για τις τιμές ακινήτων κρούει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην έκθεσή της, επισημαίνοντας ότι αναμένει το ράλι τιμών να συνεχιστεί στο ελληνικό real estate. Όπως επισημαίνει, οι τιμές κατοικιών αυξάνονται συνεχώς και έχουν ξεπεράσει τα προ κρίσης (2008) επίπεδα.
Επίσης, η ζήτηση παραμένει ισχυρή, τόσο από εγχώριους όσο και από ξένους επενδυτές, ενώ η προσφορά κατοικιών είναι περιορισμένη. Ανασταλτικά για την αποσυμπίεση τιμών λειτουργεί και το γεγονός ότι παρατηρήθηκε μείωση 14% στις οικοδομικές άδειες λόγω των πρόσφατων νομικών εξελίξεων (απόφαση ΣτΕ).
«Η εξέλιξη των τιμών στην ελληνική αγορά κατοικιών δεν παρουσιάζει ακόμη σημάδια κόπωσης. Αναμένεται επομένως η αυξητική τάση να διατηρηθεί και το επόμενο χρονικό διάστημα, όσο η ζήτηση από το εσωτερικό και το εξωτερικό διατηρείται ισχυρή και το απόθεμα κατοικιών παραμένει περιορισμένο» τονίζει στην έκθεσή της η ΤτΕ. Και προσθέτει: «Η χαμηλή προσφορά σε σύγκριση με τη ζήτηση είναι απόρροια της επενδυτικής εκμετάλλευσης της κατοικίας, της απόσυρσης από την αγορά ακινήτων που εξασφαλίζουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια και προορίζονται για πλειστηριασμό και της μείωσης του αριθμού νεόδμητων κατοικιών την περίοδο 2010-2020, η οποία δεν έχει επιτρέψει την ομαλή αναπλήρωση του αποθέματος».
Επίσης, «η κάμψη της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας που καταγράφηκε το πρώτο εξάμηνο του 2025 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 (μείωση κατά 14,0% του αριθμού των οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν, κατά 24,1% σε όρους επιφάνειας και κατά 17,7% σε όρους όγκου) επιβραδύνει την αποκατάσταση της προσφοράς». Και εξηγεί: «Το γεγονός αποδίδεται εν μέρει στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) σχετικά με την αντισυνταγματικότητα του συστήματος κινήτρων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού. Η αναμόρφωση του συστήματος κινήτρων του ΝΟΚ στο πλαίσιο που προσδιόρισε η απόφαση του ΣτΕ αναμένεται να συμβάλει στην ανάκαμψη της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας».
Νέες αυξήσεις στα ενοίκια
Δύσκολη παραμένει και η κατάσταση με τα ενοίκια, ωστόσο οι τιμές δεν έχουν πιάσει ακόμα το ιστορικό υψηλό του 2011. Η ΤτΕ υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα στέγασης επιδεινώνεται, καθώς αυξάνονται οι τιμές, οι φόροι και τα λειτουργικά κόστη. Χαρακτηριστικό είναι πως το κόστος στέγασης ανέρχεται στο 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματος, εξ ου και είναι επιτακτική η ανάγκη για άμεσα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και ενίσχυσης της προσφοράς κατοικιών.
Στην έκθεσή της η ΤτΕ αναφέρει ακόμη πώς παρόλο που οι συνθήκες απασχόλησης βελτιώνονται, με την ανεργία να μειώνεται και τους μισθούς να αυξάνονται, η μείωση του πραγματικού εισοδήματος και η έντονη αύξηση των τιμών κατοικίας και ενοικίων δημιουργούν πιέσεις στα νοικοκυριά, κυρίως στο θέμα της στέγασης. Προς αυτήν την κατεύθυνση, απαιτούνται παρεμβάσεις για την ενίσχυση της στεγαστικής πολιτικής και τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
«Η αύξηση των τιμών των κατοικιών και των ενοικίων τους, σε συνδυασμό με τη φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων και το αυξημένο λειτουργικό κόστος τους, συνέβαλαν τα τελευταία έτη στην όξυνση του προβλήματος στέγασης και στην Ελλάδα, η οποία αντικατοπτρίζεται στο λόγο του κόστους στέγασης10 προς το διαθέσιμο εισόδημα (2024: 35,5%)» υπογραμμίζει επίσης, και καταλήγει στο θέμα αυτό, επισημαίνοντας: «Κρίνεται σκόπιμη η ενίσχυση και επιτάχυνση της εφαρμογής μέτρων για τον περιορισμό τυχόν δυσμενών επιπτώσεων στη χρηματοοικονομική κατάσταση των νοικοκυριών από το στεγαστικό πρόβλημα, ειδικότερα μέσω της αύξησης και αναβάθμισης του κτιριακού αποθέματος και της βελτίωσης των όρων πρόσβασης στην αγορά κατοικίας».
Ολόκληρη η έκθεση της ΤτΕ, ΕΔΩ