Οικοδομικές άδειες: Γιατί η Ελλάδα ακολουθεί αντίστροφη πορεία από την Ευρώπη

Οι χρόνιες ασθένειες των Υπηρεσιών Δόμησης, η απόφαση της κυβέρνησης και η διαφορετική πορεία της Ευρώπης στην έκδοση οικοδομικών αδειών

Κατασκευές © Unsplash

Οι χρόνιες παθογένειες που για δεκαετίες χαρακτήριζαν τις Υπηρεσίες Δόμησης, μαζί με τα επαναλαμβανόμενα φαινόμενα διαφθοράς στην έκδοση οικοδομικών αδειών, οδήγησαν την κυβέρνηση στην απόφαση να μεταφέρει τις  πολεοδομίες από τους δήμους στο κεντρικό κράτος και ειδικότερα στο Κτηματολόγιο. Η επιλογή αυτή σηματοδοτεί μια βαθιά τομή για τα ελληνικά δεδομένα, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με την ευρωπαϊκή εμπειρία, όπου παραδοσιακά οι δήμοι διατηρούν τον έλεγχο της αδειοδότησης. Παράλληλα, όμως, σε αρκετές χώρες της Ευρώπης αναπτύσσεται σταδιακά ένα διαφορετικό μοντέλο, στο οποίο ο τεχνικός έλεγχος περνά σε πιστοποιημένους ιδιώτες, ενώ το κράτος περιορίζεται στον ρόλο του εποπτεύοντος. Η τάση αυτή μετασχηματίζει τον τρόπο οργάνωσης της πολεοδομίας και αντανακλά μια άλλη φιλοσοφία για το πού πρέπει να βρίσκεται το κέντρο βάρους της αδειοδοτικής διαδικασίας.

Το μοντέλο που υιοθετεί σήμερα η Ελλάδα, βέβαια, κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που διαμορφώνεται σταδιακά στην Ευρώπη και ήδη η εξαγγελία για τη δημιουργία του Εθνικού Οργανισμού Κτηματολογίου και Ελέγχου Δόμησης έχει προκαλέσει έντονη και συνεχώς κλιμακούμενη αντίδραση στην τοπική αυτοδιοίκηση. Πολλοί δήμοι υποστηρίζουν ότι η μεταρρύθμιση αφαιρεί από την αυτοδιοίκηση μία από τις πιο κρίσιμες λειτουργίες της και τους απομακρύνει από τον πυρήνα του πολεοδομικού σχεδιασμού, αφήνοντάς τους με έναν τυπικό και περιορισμένο ρόλο, χωρίς ουσιαστική επιρροή στην αδειοδοτική διαδικασία. Η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας έχει ήδη προαναγγείλει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αμφισβητώντας τη συνταγματικότητα της μεταφοράς αρμοδιοτήτων και επισημαίνοντας ότι η αποδυνάμωση των δήμων πλήττει την κατοχυρωμένη αυτοτέλειά τους.

Τι συμβαίνει στην Ευρώπη

Η εικόνα της πολεοδομίας στην Ευρώπη παρουσιάζει εντυπωσιακή ποικιλία, καθώς κάθε χώρα έχει διαμορφώσει το δικό της σύστημα ελέγχου και αδειοδότησης με βάση τη διοικητική της παράδοση και το επίπεδο εμπιστοσύνης που δείχνει προς τον ιδιωτικό τομέα. Στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου επικρατεί ακόμη η λογική της ισχυρής τοπικής αυτοδιοίκησης. Η Ιταλία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα, αφού ο Δήμος συγκεντρώνει σχεδόν το σύνολο της πολεοδομικής αρμοδιότητας. Η έκδοση της άδειας γίνεται μέσα από μια ενιαία δημοτική υπηρεσία που αναλαμβάνει όλες τις γνωμοδοτήσεις, έτσι ώστε ο πολίτης να μην απευθύνεται σε πολλαπλούς φορείς. Σε αυτό το πλαίσιο, μάλιστα, υπάρχει στη χώρα η «Σιωπηρή συναίνεση» που λειτουργεί ως μηχανισμός πίεσης προς τη διοίκηση, καθώς η άδεια θεωρείται εγκεκριμένη όταν λήξει η προθεσμία χωρίς απάντηση από τον Δήμο. Παράλληλα, η Ιταλία έχει στραφεί και προς την ιδιωτική πιστοποίηση, επιτρέποντας σε μηχανικούς να ενεργοποιούν άμεσα μικρές άδειες και αναλαμβάνοντας οι ίδιοι την ευθύνη των δηλώσεών τους.

Η Γαλλία ακολουθεί μια συγγενή, αλλά πιο σύνθετη διαδρομή. Ο δήμαρχος είναι το κεντρικό πρόσωπο της αδειοδότησης, όμως ο ρόλος του μεταβάλλεται ανάλογα με το αν υπάρχει εγκεκριμένο Τοπικό Πολεοδομικό Σχέδιο. Όταν αυτό υπάρχει, δρα ως καθαρά τοπικό όργανο. Όταν δεν υπάρχει, εφαρμόζει τον εθνικό κανονισμό δόμησης και συχνά δεσμεύεται από τις οδηγίες της Νομαρχίας. Σε όλες τις περιπτώσεις, όμως, οι άδειες κοινοποιούνται στον νομάρχη, ο οποίος έχει την αρμοδιότητα να ελέγχει τη νομιμότητά τους και να ζητάει την ακύρωσή τους στο δικαστήριο. Έτσι, το κράτος παραμένει σε θέση εγγυητή, παρά το γεγονός ότι η πρώτη υπογραφή είναι δημοτική.

Στη Σουηδία η διαδικασία είναι επίσης δημοτική, όμως η ποιότητα της κατασκευής βασίζεται κυρίως στον ιδιωτικό τομέα. Ο ιδιοκτήτης υποχρεούται να προσλάβει πιστοποιημένο ελεγκτή, ο οποίος παρακολουθεί το έργο από την αρχή μέχρι το τέλος και αποτελεί το βασικό μηχανισμό διασφάλισης τήρησης των κανόνων.

Σε συστήματα της Κεντρικής Ευρώπης η λογική αλλάζει. Η Γερμανία απομακρύνει την αρμοδιότητα από τον μικρό δήμο και την τοποθετεί σε διοικητικά διαμερίσματα που εξυπηρετούν πολλούς δήμους μαζί. Εκεί λειτουργούν οι Κάτω Οικοδομικές Αρχές, που εξετάζουν τους φακέλους και εκδίδουν τις άδειες. Μόνο οι πολύ μεγάλες πόλεις διαθέτουν δική τους πολεοδομία. Για τον στατικό έλεγχο χρησιμοποιούνται πιστοποιημένοι ιδιώτες μηχανικοί που έχουν ειδική εξουσιοδότηση, γεγονός που εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο τεχνικής αξιολόγησης.

Σε μια πιο ευέλικτη εκδοχή, η Ρουμανία αλλάζει αρμόδια αρχή ανάλογα με το πού βρίσκεται το έργο. Στο εσωτερικό των οικισμών η άδεια είναι δημοτική, ενώ εκτός σχεδίου ή σε περιοχές χωρίς πολεοδομία η ευθύνη περνά στο Νομαρχιακό Συμβούλιο. Στο Βουκουρέστι η κατανομή αρμοδιοτήτων είναι ακόμη πιο σύνθετη, καθώς ο κεντρικός δήμαρχος χειρίζεται τις μεγάλες δημόσιες υποδομές και τα έργα στρατηγικής σημασίας, ενώ οι τομείς της πόλης εκδίδουν τις καθημερινές άδειες των ιδιωτών.

Το Βέλγιο ακολουθεί έναν δικό του δρόμο με τρία ξεχωριστά συστήματα, ένα για κάθε περιφέρεια. Στη Φλάνδρα η οικοδομική και περιβαλλοντική άδεια έχουν ενοποιηθεί. Στη Βαλονία οι Δήμοι εκδίδουν άδειες αλλά τελούν υπό ισχυρή περιφερειακή εποπτεία. Στις Βρυξέλλες η περιφέρεια παρεμβαίνει υποχρεωτικά όταν το έργο επηρεάζει τον δημόσιο χώρο. Πρόκειται για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα πολυεπίπεδης διοίκησης στην Ευρώπη.

Τέλος, υπάρχουν χώρες που έχουν στραφεί σε ακόμη πιο εκτεταμένα μοντέλα ιδιωτικού τεχνικού ελέγχου. Η Ισπανία επιτρέπει στον πολίτη να αναθέσει τον έλεγχο της μελέτης σε πιστοποιημένη ιδιωτική εταιρεία, της οποίας η γνωμάτευση δεσμεύει τον δήμο. Η Ολλανδία έχει ουσιαστικά αποσύρει τον τεχνικό έλεγχο από το Δημόσιο. Ένα κτίριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο όταν ο πιστοποιημένος ιδιώτης ελεγκτής εκδώσει τη «δήλωση συμμόρφωσης», δηλαδή ένα επίσημο έγγραφο που επιβεβαιώνει ότι η κατασκευή ολοκληρώθηκε σωστά και τηρεί όλους τους τεχνικούς και πολεοδομικούς κανόνες. Η Ιρλανδία, έπειτα από σοβαρές υποθέσεις κακοτεχνιών, έχει τοποθετήσει και εκεί τον ιδιώτη πιστοποιητή στο κέντρο της διαδικασίας, με το κράτος να περιορίζεται σε δειγματοληπτικούς ελέγχους.