Αθηναϊκή Ριβιέρα: Ξεκινούν από 8.000€ / τ.μ. και ξεπερνούν τις 25.000€ /τ.μ. τα πολυτελή ακίνητα

Το 2024 καταγράφηκε στην Αθηναϊκή Ριβιέρα αύξηση της τάξης του 7,9%, ενώ για το 2025 αναμένεται περαιτέρω άνοδος περίπου 3%

Νότια Προάστια©facebook.com/AthenianRivieraGreece/

Πάνω από 25.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο φτάνουν σήμερα οι τιμές για τα πολυτελή ακίνητα-«φιλέτα» της Αθηναϊκής Ριβιέρας, με τη Βουλιαγμένη να κρατά τα σκήπτρα ως η ακριβότερη περιοχή των Νοτίων Προαστίων. Πρόκειται για κατοικίες που βρίσκονται είτε πάνω στο κύμα είτε σε σημεία μοναδικής θέσης και προβολής, όπως και για ακίνητα με ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον. Στην υπόλοιπη ζώνη των νοτίων προαστίων, οι τιμές ανά τετραγωνικό κυμαίνονται συνήθως μεταξύ 8.000 και 15.000 ευρώ στους εσωτερικούς δρόμους, ενώ την ίδια ώρα τα οικόπεδα καταγράφουν ιδιαίτερα υψηλή ζήτηση.

Σύμφωνα με την έρευνα της Engel & Völkers, μέχρι το 2035, η Αθηναϊκή Ριβιέρα προβλέπεται να εξελιχθεί σε έναν παγκόσμιας κλάσης προορισμό, με τις τιμές των ακινήτων να σημειώνουν σημαντική άνοδο. Ήδη, το 2024 καταγράφηκε αύξηση της τάξης του 7,9% στα νότια προάστια της Αθήνας, ενώ για το 2025 αναμένεται περαιτέρω άνοδος περίπου 3%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, το 20% των αιτημάτων αγοράς προέρχεται από τη Γερμανία, το 10% απο την Αυστρία και την Ελβετία, και ακολουθούν με μικρότερο ποσοστό αγοραστές από την Αμερική καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η Βουλιαγμένη διατηρεί σταθερά τον τίτλο της ακριβότερης περιοχής της Αθηναϊκής Ριβιέρας, όχι μόνο λόγω της μοναδικής της γεωγραφικής θέσης, αλλά και εξαιτίας του σπάνιου συνδυασμού χαμηλής δόμησης, υψηλής ποιότητας περιβάλλοντος και περιορισμένης προσφοράς. Η ύπαρξη ακόμα ελεύθερων εκτάσεων, χώρων πρασίνου και η ήπια πολεοδομική ανάπτυξη αποτελούν ισχυρά πλεονεκτήματα της περιοχής – στοιχεία που ενισχύουν τη ζήτηση και διατηρούν την περιοχή σε κορυφαίες θέσεις προτίμησης.

Παράλληλα, ο εξαιρετικά χαμηλός συντελεστής δόμησης σε ορισμένες ζώνες –όπως για παράδειγμα στο Καβούρι, όπου επιτρέπεται η δόμηση μόλις 200 τ.μ. ανά στρέμμα– έχει οδηγήσει σε ραγδαία άνοδο των τιμών, καθώς η δυνατότητα αξιοποίησης της γης είναι περιορισμένη. Σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου ίσχυαν συντελεστές 0,6 και 0,8, η σημερινή αυστηρή πολεοδομική νομοθεσία δημιουργεί έναν ιδιότυπο «κανόνα σπανιότητας» που εντείνει τον ανταγωνισμό και ενισχύει την αξία. Σήμερα, η περιοχή χαρακτηρίζεται κυρίως από παλαιά ακίνητα που απαιτούν ανακαίνιση, ενώ τα λίγα διαθέσιμα νεόδμητα διατίθενται σε εξαιρετικά υψηλές τιμές.

Οι μονοκατοικίες, από την πλευρά τους, παραμένουν απλησίαστες για τη μεγάλη πλειονότητα των ενδιαφερομένων. Η ζήτηση υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά, δημιουργώντας έντονες πιέσεις στις τιμές. Σε αντίθεση με άλλες περιοχές των νοτίων προαστίων, όπως η Γλυφάδα και η Βούλα, όπου η αυξημένη ζήτηση συνοδεύεται από επαρκή διαθεσιμότητα ακινήτων, στη Βουλιαγμένη οι ευκαιρίες είναι σαφώς πιο περιορισμένες.

Τα ακριβά οικόπεδα της Γλυφάδας

Παρά την έντονη οικιστική ανάπτυξη των τελευταίων ετών, η Γλυφάδα εξακολουθεί να διαθέτει οικόπεδα και εκτάσεις προς αξιοποίηση, αν και σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα οικοπέδου επιφάνειας 600 τ.μ. σε μία από τις πλέον περιζήτητες γειτονιές της περιοχής, με ζητούμενη τιμή 2.600.000 ευρώ. Το οικόπεδο αυτό διαθέτει πρόσοψη 37,32 μ. και 16,13 μ., συντελεστή δόμησης 0,80 και κάλυψης 30%, ενώ στο εσωτερικό του υπάρχει ήδη διώροφο κτίσμα. Η θέση του θεωρείται προνομιακή, σε απόσταση μόλις 600 μ. από την παραλία και τη μαρίνα της Γλυφάδας, και 100 μ. από τα γήπεδα γκολφ, με άμεση πρόσβαση σε καταστήματα, εστιατόρια και μέσα μαζικής μεταφοράς.

Σε ανάλογο επίπεδο κυμαίνονται και άλλες διαθέσιμες εκτάσεις. Οικόπεδο ίδιας περίπου επιφάνειας, περίπου 600 τ.μ., στη νότια πλευρά της Γλυφάδας, διατίθεται προς 2.500.000 ευρώ. Διαθέτει συντελεστή δόμησης 0,8, κάλυψης 40%, βορειοδυτικό προσανατολισμό και προοπτική θέας στη θάλασσα από τα άνω διαμερίσματα μιας μελλοντικής οικοδομής. Βρίσκεται επίσης σε ιδιαίτερα ελκυστικό σημείο της περιοχής και αναζητά τον νέο του ιδιοκτήτη.

Η περίπτωση της Βούλας

Η Βούλα αναδεικνύεται σε έναν ακόμη ισχυρό πόλο έλξης για επενδυτές και αγοραστές που αναζητούν ακίνητα υψηλών προδιαγραφών στα νότια προάστια. Αν και οι τιμές παραμένουν υψηλές, είναι ελαφρώς χαμηλότερες σε σχέση με τη γειτονική Γλυφάδα, ενώ η διαθεσιμότητα οικοπέδων φαίνεται να είναι μεγαλύτερη.

Η εικόνα στην αγορά γης δείχνει σημαντικές ευκαιρίες για ανάπτυξη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί οικόπεδο 621 τ.μ. στο κέντρο της Βούλας, σε μικρή απόσταση από την αγορά και τις παραλίες της Αθηναϊκής Ριβιέρας, το οποίο διατίθεται προς 2.200.000 ευρώ. Με συντελεστή δόμησης 0,80 και κάλυψη 30%, το ακίνητο προσφέρει δυνατότητα δόμησης έως 500 τ.μ., αλλά και άπλετο εξωτερικό χώρο για κήπο ή πισίνα. Λίγο πιο ψηλά, στην Άνω Βούλα, ένα οικόπεδο 965 τ.μ. με θέα στη θάλασσα και συντελεστή δόμησης 0,60, πωλείται προς 1.500.000 ευρώ. Το ακίνητο είναι γωνιακό, βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης, απέχει μόλις 800 μέτρα από τη θάλασσα και διαθέτει μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος 9,5 μ. (συν 1,5 μ. για οροφές με κλίση).

Τι συμβαίνει με το Ελληνικό

Ιδιαίτερη δυναμική συνεχίζει να παρουσιάζει η περιοχή του Ελληνικού, χάρη στη μεγάλη επένδυση που υλοποιεί η Lamda Development στον χώρο του πρώην αεροδρομίου. Η εικόνα της κτηματαγοράς αποτυπώνει τη νέα πραγματικότητα: κατακόρυφη αύξηση των τιμών και έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η μέση τιμή για κατοικίες προς πώληση στον Δήμο Ελληνικού διαμορφώθηκε τον Μάιο του 2025 στα 5.300 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, σημειώνοντας αύξηση 7,51% σε σχέση με τον Μάιο του 2024, όταν η τιμή ήταν 4.930 ευρώ/τ.μ.. Πρόκειται για την υψηλότερη τιμή των τελευταίων δύο ετών, με τη χαμηλότερη να έχει καταγραφεί τον Ιούλιο του 2023, όταν η μέση ζητούμενη τιμή είχε υποχωρήσει στα 4.328 ευρώ/τ.μ.. Σε επίπεδο υποπεριοχών, το Κάτω Ελληνικό καταγράφει τις υψηλότερες ζητούμενες τιμές, με 7.141 ευρώ/τ.μ., ενώ η πιο οικονομική περιοχή είναι η Αγία Παρασκευή Ελληνικού, με μέσο όρο 4.274 ευρώ/τ.μ..

Την ώρα που οι αξίες στο Ελληνικό ανεβαίνουν, η Lamda αντιμετωπίζει σφοδρή κριτική από τους μετόχους της για τις τιμές που πώλησε τα παραθαλάσσια ακίνητα της. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Οδυσσέας Αθανασίου, στην πρόσφατη Γενική Συνέλευση της εταιρείας,  έχει χαρακτηρίσει την επιλογή αυτή ως «στρατηγική απόφαση», προκειμένου να δημιουργηθεί δυναμική και εμπιστοσύνη γύρω από το project.  Στο Little Athens, η τιμή ανά τετραγωνικό μέτρο έχει ήδη αυξηθεί, φτάνοντας τα 8.500 ευρώ, έναντι 7.600 ευρώ στην προηγούμενη παρουσίαση του έργου. Το κόστος κτήσης των εκτάσεων μέσα στοπ πρώην αεροδρόμιο καταγράφεται στα 630 ευρώ/τ.μ., ενώ η τρέχουσα αξία ξεπερνά τα 2.000 ευρώ/τ.μ., υποδηλώνοντας λογιστική υπεραξία  για την εταιρεία περίπου 1.450 ευρώ ανά τ.μ.