Όταν το πρώτο Mission: Impossible κυκλοφόρησε το 1996, κανείς δεν φανταζόταν πως σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά, ο Ίθαν Χαντ θα συνέχιζε να σώζει τον κόσμο πηδώντας από ουρανοξύστες, αεροπλάνα και –κυριολεκτικά αυτή τη φορά– από αεροπλανοφόρα. Το Mission: Impossible – The Final Reckoning, η έβδομη και (θεωρητικά) τελευταία προσθήκη στη δημοφιλή σειρά, κάνει θεαματικό ντεμπούτο με την υπόσχεση να ρίξει αυλαία με την πιο τολμηρή και -ακόμη κι αν δεν το παραδέχεται- πιο αστεία ταινία του franchise.
Το τέλος μίας εποχής
Η νέα ταινία του Κρίστοφερ Μακουάιρ είναι ταυτόχρονα ένα γράμμα στο franchise και στον… Τομ Κρουζ. Ο σταρ επιστρέφει ως ο ακλόνητος Ίθαν Χαντ, πιο ακούραστος από ποτέ, σε έναν ρόλο που δεν δείχνει καμία διάθεση να αποχαιρετήσει, ακόμα κι αν το σενάριο τον αντιμετωπίζει σαν να πλησιάζει στο τέλος του δρόμου. Κι αν το Dead Reckoning Part One του 2023 έμοιαζε περισσότερο με προετοιμασία, το Final Reckoning είναι μια υπερπαραγωγή που επιλέγει να μην πάρει τον εαυτό της πολύ στα σοβαρά.
Στο κέντρο της πλοκής βρίσκεται και πάλι η μυστηριώδης Οντότητα – μια τεχνητή νοημοσύνη που απειλεί να αναλάβει τον έλεγχο των παγκόσμιων υποδομών. Ο Χαντ καλείται να την σταματήσει, όχι μόνο επειδή είναι ο μόνος που μπορεί, αλλά γιατί –πολύ απλά– είναι ο Ίθαν Χαντ. Το πλοίο βυθίζεται, το χρονόμετρο τρέχει, οι πυρηνικές κεφαλές «κλειδώνουν» και κάπου ανάμεσα όλα αυτά επανέρχονται χαρακτήρες από όλη τη μυθολογία της σειράς, ακόμα και από τις πρώτες ταινίες, για ένα μεγάλο νοσταλγικό κλείσιμο.
Αν δεν θυμάσαι ακριβώς τι έγινε στο Dead Reckoning, μην ανησυχείς. Το Final Reckoning αφιερώνει σχεδόν τρία τέταρτα της ώρας σε ανακεφαλαίωση: flashbacks, montage, ολόκληρες σκηνές από τις προηγούμενες ταινίες. Αυτή η αφηγηματική εμμονή με το παρελθόν λειτουργεί αρχικά ως φόρος τιμής, αλλά στη συνέχεια δείχνει να αποσπά από την ίδια την ιστορία. Η πλοκή –αν και υποτίθεται καταιγιστική– χάνεται κάποιες φορές σε ένα κύμα εξηγήσεων, τεχνικής φλυαρίας και φιλοσοφικών αναλύσεων περί τεχνητής νοημοσύνης και ελεύθερης βούλησης.
Κι όμως, το Final Reckoning δεν παύει ποτέ να διασκεδάζει. Ο Μακουάιρ και ο Κρουζ γνωρίζουν ότι το κοινό έρχεται στο σινεμά για να δει τρελές καταδιώξεις, εκρήξεις, και τον Κρουζ να κάνει τα δικά του ακροβατικά. Η ταινία τούς προσφέρει όλα αυτά –και με το παραπάνω. Από πτήση με CV-22 Osprey στην Κρήτη, μέχρι καταδύσεις σε υποβρύχια και σκηνές δράσης πάνω σε αεροπλανοφόρο, το θέαμα είναι αν μη τι άλλο εντυπωσιακό.
Μάλιστα, η ταινία γυρίστηκε εν μέρει πάνω στο πυρηνικό αεροπλανοφόρο USS George H.W. Bush στην Αδριατική Θάλασσα με την υποστήριξη του ίδιου του Πενταγώνου, το οποίο συνεργάστηκε πρόθυμα, εντάσσοντας τα γυρίσματα σε προγραμματισμένες εκπαιδευτικές αποστολές. Ένα υποβρύχιο τύπου Virginia και μια επιχείρηση από τη Σούδα της Κρήτης ολοκληρώνουν το «στρατιωτικό υπερθέαμα», καθιστώντας την ταινία ένα απροκάλυπτο λούνα παρκ τεχνολογικής και γεωπολιτικής φαντασίας.
Εδώ όμως βρίσκεται και η ειρωνεία: ενώ ο κόσμος καταρρέει (κυριολεκτικά) και η Οντότητα ετοιμάζεται να προκαλέσει ψηφιακή αποκάλυψη, ελάχιστη ένταση περνάει στον θεατή. Οι ήρωες γελούν, βγάζουν μάσκες με θεατρικότητα, κάνουν αστεία μεσούσης της αποστολής. Η ταινία ξέρει ότι είναι κάπως γελοία – και αυτό την κάνει απολαυστική. Δεν είναι κατασκοπευτικό θρίλερ. Είναι μια πολύχρωμη, θεαματική περιπέτεια με ρυθμό, στυλ και αυτοσαρκασμό.
Τα Mission: Impossible έκαναν αθάνατο τον Τομ Κρουζ
«Αυτή η ιστορία είναι το αποκορύφωμα των τελευταίων 30 ετών», είπε ο Τομ Κρουζ στο κατάμεστο πλήθος στην πλατεία AMC Lincoln της Νέας Υόρκης, στο πλαίσιο της παγκόσμιας περιοδείας που πραγματοποιεί για την προώθηση της ταινίας του, στην οποία αποδεικνύει για ακόμη μία φορά ότι αψηφά τον θάνατο, με τα εντυπωσιακά ακροβατικά του.

Ο Τομ Κρουζ στην πρεμιέρα του Mission Impossible – The Final Reckoning © EPA/Isaac Esquivel
Ειδικότερα, στο Mission: Impossible – The Final Reckoning, ο Τομ Κρουζ επιβεβαίωσε ξανά τη φήμη του ως ατρόμητος σταρ που αρνείται να χρησιμοποιήσει κασκαντέρ, με μια νέα ακροβατική σκηνή που κόβει την ανάσα. Στο Φεστιβάλ των Καννών, ο σκηνοθέτης της ταινίας Κρίστοφερ ΜακΚουάρι αποκάλυψε λεπτομέρειες από ένα από τα πιο επικίνδυνα και εντυπωσιακά κατορθώματα που έχει επιχειρήσει ποτέ ο ηθοποιός –μια σκηνή που τον βρίσκει μόνο του, σε πτήση πάνω από την Αφρικανική ήπειρο, μέσα σε ένα παλιό διπλάνο.
Ο Κρουζ δεν ήταν απλώς ο πρωταγωνιστής της σκηνής –ήταν και ο κινηματογραφιστής. Πετώντας σε υψόμετρο 10.000 ποδιών, ρύθμιζε μόνος του τη γωνία του αεροπλάνου σε σχέση με τον ήλιο για να πετύχει το κατάλληλο φως, ενώ παράλληλα φρόντιζε το καδράρισμα και την εστίαση, με μόνο μέσο επικοινωνίας ένα ραδιοσύστημα. Όταν όμως αποφάσισε να βγει πάνω στο φτερό του αεροσκάφους εν πτήσει –κάτι που ακόμη και ο επαγγελματίας ακροβάτης που είχε προσληφθεί τον είχε συμβουλέψει να μην το κάνει – η επικοινωνία περιορίστηκε σε χειρονομίες.
Ο ΜακΚουάρι, που παρακολουθούσε από ένα ελικόπτερο, περιέγραψε την τρομακτική εμπειρία: «Όταν βγαίνεις από το πιλοτήριο εκεί πάνω, είναι σαν να πατάς σε άλλον πλανήτη. Ο άνεμος από την έλικα σε χτυπά με πάνω από 225 χιλιόμετρα την ώρα. Αναπνέεις, αλλά δεν παίρνεις οξυγόνο. Είναι καθαρή εξάντληση».
Το ανθρώπινο σώμα αντέχει το πολύ 12 λεπτά κάτω από αυτές τις συνθήκες. Ο Κρουζ όμως, τελειομανής όπως πάντα, παρέμενε στο φτερό για 13 λεπτά, αγνοώντας τους κινδύνους. Σε κάποια φάση, είχε εξαντληθεί τόσο που έμεινε ξαπλωμένος στο φτερό, με τα χέρια του να κρέμονται.
Ο σκηνοθέτης θυμάται με ένταση:
«Ήταν εκεί για είκοσι λεπτά. Δεν ξέραμε αν ήταν καλά. Δεν είχε πει ‘cut’. Κι αν λιποθυμήσεις, δεν μπορείς να πεις ‘cut’. Αλλά κάποια στιγμή, τον είδαμε να σηκώνεται, να βάζει το κεφάλι του στο πιλοτήριο για να πάρει ανάσα και να ξαναγεμίσει οξυγόνο, και μετά να μπαίνει πάλι στο πιλοτήριο και να προσγειώνει το αεροπλάνο. Κανείς στον κόσμο δεν μπορεί να το κάνει αυτό».
Σε ερώτηση για το τι τον ωθεί να φτάνει στα άκρα, ο Τομ Κρουζ, πάντα ουσιαστικός, δήλωσε: «Δεν το κάνω για να εντυπωσιάσω. Το κάνω γιατί αγαπώ το σινεμά. Θέλω ο θεατής να νιώσει ότι είναι εκεί, μέσα στη δράση. Αν μπορώ να το κάνω αληθινό, τότε αυτό θα κάνω».
Ο ΜακΚουάρι κατέληξε: «Όταν δείτε απόψε τον Τομ, θα δείτε κάτι που κανείς άλλος δεν θα τολμούσε να κάνει. Και το κάνει γιατί δεν φοβάται. Ή μάλλον… φοβάται, αλλά δεν το αφήνει να τον σταματήσει».
Τελικά, αξίζει;
Το Final Reckoning δεν είναι η καλύτερη ταινία της σειράς – πιθανώς δεν είναι καν στις τρεις καλύτερες. Είναι όμως ίσως η πιο ειλικρινής. Ξέρει ότι το κοινό έρχεται για τα stunts, τη δράση και τον Τομ Κρουζ. Και η ταινία τα δίνει όλα. Με υπερβολή, με αυτογνωσία και με στιγμές που θυμίζουν φαρσοκωμωδία. Αν μπείτε στην αίθουσα περιμένοντας σοβαρότητα ή ρεαλισμό, θα απογοητευτείτε. Αν μπείτε έτοιμοι για roller coaster με εμβληματικά μουσικά θέματα και αδρεναλίνη, θα περάσετε τέλεια.
Όπως λέει κι ο Ίθαν: «Αυτή η αποστολή –αν αποφασίσετε να την αποδεχθείτε– δεν θα είναι εύκολη». Αλλά θα είναι, χωρίς αμφιβολία, απολαυστική.