Δύο σοβαρά ζητήματα που απορρέουν από τον νόμο Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) καλείται να αντιμετωπίσει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, με στόχο να δοθεί μια δίκαιη λύση. Το πρώτο αφορά τις περικοπές στις ήδη χαμηλές συντάξεις χηρείας των αγροτών, ενώ το δεύτερο σχετίζεται με τις συντάξεις των επιστημόνων –μηχανικών, γιατρών και συμβολαιογράφων– που εκδίδει το ΕΤΑΑ, μετά από παρέμβαση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς αυτές είχαν εκδοθεί με προσαύξηση λόγω διπλής εισφοράς.
Συντάξεις: Οι χήρες και οι χήροι του πρώην ΟΓΑ
Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στις συντάξεις χηρείας του πρώην ΟΓΑ. Σε αντίθεση με τους δημοσίους υπαλλήλους, για τους οποίους οι περικοπές βάσει του νόμου Κατρούγκαλου εφαρμόστηκαν από το 2021, η αντίστοιχη ρύθμιση δεν έχει επεκταθεί ακόμη στα υπόλοιπα ταμεία, όπως το ΙΚΑ και οι ΔΕΚΟ.
Σε πρόσφατη κοινοβουλευτική επερώτηση, οκτώ βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος επισήμαναν τις αδικίες που προκύπτουν για τους αγρότες. Μετά τον Μάιο του 2016, οι επιζώντες σύζυγοι δικαιούνται το 70% της σύνταξης του θανόντος για μία τριετία, ενώ στη συνέχεια –εφόσον εργάζονται, αυτοαπασχολούνται ή λαμβάνουν άλλη σύνταξη– το ποσό περιορίζεται στο 35%. Επιπλέον, με τον ν. 4499/2017 θεσπίστηκε κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου, που από την 1η Ιανουαρίου 2025 ανέρχεται στα 436,40 ευρώ.
Ωστόσο, οι χήρες και οι χήροι των αγροτών των οποίων ο θάνατος συνέβη πριν τις 13 Μαΐου 2016 εξαιρούνται από αυτές τις προβλέψεις. Για αυτούς εξακολουθούν να ισχύουν οι καταστατικές διατάξεις του πρώην ΟΓΑ, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν εξαιρετικά χαμηλές συντάξεις. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα: αν ο θανών λάμβανε σύνταξη 300 ευρώ (200 ευρώ βασική και 100 ευρώ κύρια), ο επιζών θα λάβει μόλις 50 ευρώ, χωρίς να προβλέπεται κατώτατο όριο.
Ανοιχτό μέτωπο και με το ΕΤΑΑ
Παράλληλα, σε εκκρεμότητα βρίσκεται και το ζήτημα με τις συντάξεις που χορηγεί το ΕΤΑΑ σε μηχανικούς, γιατρούς και συμβολαιογράφους. Μετά από γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αναδείχθηκε ότι οι συντάξεις αυτές είχαν εκδοθεί προσαυξημένες λόγω διπλής εισφοράς, γεγονός που απαιτεί επανεξέταση.
Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας βρίσκεται υπ’ ατμόν και απέναντι στο δίλημμα των περικοπών για χιλιάδες συντάξεις του ΕΤΑΑ ή της μετατροπής ενός μέρους αυτών των συντάξεων σε ποσό προσωπικής διαφοράς για να αποφευχθούν οι μειώσεις.
Το πρόβλημα με τις συντάξεις που εκδίδονται με επιφύλαξη αφορά τους μηχανικούς και το ποσό που δικαιούνται να πάρουν από τον κλάδο της ειδικής προσαύξησης. Σε πολλές περιπτώσεις δόθηκαν και δίδονται μεγαλύτερα ποσά από αυτά που αναλογούν στις εισφορές που κατέβαλαν, ενώ συμβαίνει και το αντίθετο, με συνταξιούχους μηχανικούς που δικαιούνται υψηλότερη σύνταξη, καθώς κατέβαλαν αυξημένες εισφορές.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ), από την πλευρά του, ακυρώνει με γνωμοδότησή του την προσαύξηση σύνταξης για διπλές εισφορές λόγω προσμετρητέας υπηρεσία που είχαν ως έκτακτοι πριν διοριστούν στο Δημόσιο οι ασφαλισμένοι του ΕΤΑΑ, και κυρίως μηχανικοί και γιατροί και πολύ λιγότερο οι δικηγόροι.
Ο ΕΦΚΑ ζήτησε από το ΝΣΚ να διευκρινιστεί πώς αξιοποιείται ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποίησαν ως έκτακτοι, και πριν από τον διορισμό τους στο Δημόσιο, οι ασφαλισμένοι που για το ίδιο διάστημα πλήρωναν εισφορές και στο ΕΤΑΑ.
Για παράδειγμα, μηχανικός που εργάζεται ως μισθωτός με εισφορές ΕΦΚΑ και πληρώνει ταυτόχρονα ο ίδιος εισφορές στο ΕΤΑΑ ως αυτοαπασχολούμενος εμπίπτει στην παράλληλη ασφάλιση, ενώ, αν είχε μισθωτή απασχόληση με εισφορές ΕΦΚΑ και στη συνέχεια τη διέκοψε για να συνεχίσει ως αυτοαπασχολούμενος με εισφορές ΕΦΚΑ-ΕΤΑΑ, εμπίπτει στη διαδοχική ασφάλιση.
Με τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, τίθεται σε αμφισβήτηση η προσαύξηση που πήραν περίπου 5.000 συνταξιούχοι του ΕΤΑΑ που συνταξιοδοτήθηκαν μετά τον νόμο 4387/2016.
Το πρόβλημα με τις συντάξεις μηχανικών, γιατρών και συμβολαιογράφων δημιουργήθηκε από δύο δικαστικές αποφάσεις που ακυρώνουν την εγκύκλιο του 2018 για την ειδική προσαύξηση των μηχανικών και την υπουργική απόφαση για τις τεκμαρτές συντάξιμες αποδοχές στο Ταμείο Νομικών. Τόσο η εγκύκλιος όσο και η υπουργική απόφαση εκδόθηκαν χωρίς να προβλέπονται στον νόμο 4387/2016, γι’ αυτό και ακυρώθηκαν από τα δικαστήρια.
Ο υπολογισμός της ειδικής προσαύξησης έγινε με τον συντάξιμο μισθό της κύριας σύνταξης, ενώ κατά το δικαστήριο έπρεπε να ληφθούν υπόψη οι εισφορές που κατέβαλαν οι μηχανικοί για την ειδική προσαύξηση. Η απόφαση δικαίωσε συνταξιούχο του ΤΣΜΕΔΕ που αποχώρησε το 2018 ως αυτοαπασχολούμενος, αλλά η ειδική προσαύξηση υπολογίστηκε με μικρότερες αποδοχές από αυτές που αναλογούσαν στις εισφορές που είχε καταβάλει.
Ο τρόπος αυτός συνέφερε τους μισθωτούς μηχανικούς, διότι είχαν υψηλότερες αποδοχές, αλλά ζημίωσε τους αυτοαπασχολούμενους, γιατί η σύνταξη από την ειδική προσαύξηση θα έβγαινε υψηλότερη λόγω των επιπλέον εισφορών που κατέβαλαν.
Το υπουργείο εξετάζει να θεσπίσει διπλό υπολογισμό, ώστε από τη μια να αποκαταστήσει τις συντάξεις όσων μηχανικών πήραν λιγότερα από όσα δικαιούνται και από την άλλη να διατηρήσει χωρίς μειώσεις τις συντάξεις των μηχανικών που ήδη έχουν εκδοθεί.