Οι κεντρικές τράπεζες ενδέχεται να διακρατούν σημαντικά αποθέματα Bitcoin και χρυσού έως το 2030, καθώς η αυξανόμενη θεσμική δημοφιλία των δύο αυτών περιουσιακών στοιχείων και η αποδυνάμωση του δολαρίου ενισχύουν τη θέση τους ως εναλλακτικών αποθεματικών, σύμφωνα με έκθεση της Deutsche Bank AG.
Οι αναλύτριες Marion Laboure και Camilla Siazon, σε πρόσφατη μελέτη του γερμανικού τραπεζικού ομίλου, υποστηρίζουν ότι για τις κεντρικές τράπεζες, η ενδεχόμενη υιοθέτηση του Bitcoin θα μπορούσε να σηματοδοτήσει ένα νέο, σύγχρονο «θεμέλιο οικονομικής ασφάλειας», ανάλογο με τον ρόλο που διαδραμάτισε ο χρυσός στον 20ό αιώνα.
Χρυσός: η «παλαιά ασφάλεια» επιστρέφει
Ο χρυσός, που ιστορικά θεωρείται ασφαλές καταφύγιο, βρίσκεται σε ανοδική τροχιά και αναμένεται να αγγίξει τα 4.000 δολάρια ανά ουγγιά, επίπεδο-ρεκόρ. Παρότι η πορεία του προς τον πυρήνα των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών υπήρξε μακρά και μη γραμμική, η ζήτηση για το πολύτιμο μέταλλο άρχισε να ενισχύεται σημαντικά μετά την κρίση του 2008.
Η «φυγή προς την ασφάλεια» των θεσμικών επενδυτών ώθησε τις κεντρικές τράπεζες να καταστούν καθαροί αγοραστές χρυσού το 2010. Σήμερα, εν μέσω εμπορικών εντάσεων και χρηματοπιστωτικής αστάθειας, η Laboure σημειώνει ότι «ο χρυσός επέστρεψε», με πάνω από 36.000 τόνους να βρίσκονται στα διεθνή αποθεματικά.
Η άνοδος του χρυσού και του Bitcoin συνδέεται με τη συνεχιζόμενη αποδολαριοποίηση, δηλαδή τη μείωση της εξάρτησης από το αμερικανικό νόμισμα στις διεθνείς συναλλαγές και στα κρατικά αποθεματικά.
Η μελέτη της Deutsche Bank επισημαίνει ότι το μερίδιο του δολαρίου στα παγκόσμια συναλλαγματικά αποθέματα έχει υποχωρήσει από 60% το 2000 σε μόλις 41% το 2025. Αυτή η υποχώρηση έχει πυροδοτήσει ιστορικές εισροές κεφαλαίων στα ETFs χρυσού και Bitcoin, τα οποία κατέγραψαν καθαρές εισροές 5 δισ. και 4,7 δισ. δολαρίων αντίστοιχα τον Ιούνιο.
Bitcoin: το «ψηφιακό ανάλογο» του χρυσού
Η Laboure παρατηρεί «σαφείς παραλληλισμούς» ανάμεσα στη στάση των υπευθύνων χάραξης πολιτικής έναντι του Bitcoin σήμερα και στη μεταχείριση του χρυσού τον 20ό αιώνα. Το Bitcoin, υποστηρίζει, εξελίσσεται σε περιουσιακό στοιχείο-αναφοράς, το οποίο, αν και «αμφιλεγόμενο», προσελκύει αυξανόμενο ενδιαφέρον ως πιθανό στοιχείο αποθεματικών.
Η άνοδος του Bitcoin αντικατοπτρίζει όχι μόνο την αυξανόμενη αποδοχή των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων από θεσμικούς επενδυτές αλλά και μια στροφή των κεντρικών τραπεζών προς διαφοροποίηση κινδύνου σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον.
Οι αντιρρήσεις της JPMorgan και η άποψη περί «συμπληρωματικότητας»
Ωστόσο, όχι όλοι οι αναλυτές συμμερίζονται αυτή την προοπτική. Σε πρόσφατη ανάλυση, η JPMorgan εκτιμά ότι τα stablecoins –ψηφιακά νομίσματα συνδεδεμένα με σταθερά περιουσιακά στοιχεία– θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη ζήτηση για το δολάριο.
Οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας υπολογίζουν ότι η ανάπτυξη της αγοράς των stablecoins θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόσθετη ζήτηση ύψους 1,4 τρισ. δολαρίων για το αμερικανικό νόμισμα έως το 2027, αμφισβητώντας έτσι τη θέση της Deutsche Bank ότι ο χρυσός και το Bitcoin θα αποτελέσουν στρατηγικά αποθεματικά στο μέλλον.
Η επόμενη δεκαετία των αποθεματικών κεντρικών τραπεζών
Η Laboure επισημαίνει ότι ούτε ο χρυσός ούτε το Bitcoin πρόκειται να αντικαταστήσουν πλήρως το δολάριο. Αντιθέτως, οι ψηφιακές και οι πολύτιμες μορφές αξίας θα λειτουργήσουν «συμπληρωματικά» προς τα εθνικά νομίσματα, στο πλαίσιο μιας νέας πολυπολικής νομισματικής τάξης.
Η μείωση της μεταβλητότητας των κρυπτονομισμάτων και η ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου σε οικονομίες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα ενισχύουν, σύμφωνα με τη Deutsche Bank, την εμπιστοσύνη της αγοράς και καθιστούν πιο ρεαλιστικό το σενάριο συμμετοχής του Bitcoin στα επίσημα αποθεματικά έως το τέλος της δεκαετίας.