Πώς “κάηκε” το σχέδιο Φον ντερ Λάιεν για φόρο στις επιχειρήσεις

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πρότεινε να μπει φόρος σε επιχειρήσεις με τζίρο άνω των 100 εκατ. ευρώ στην Ευρώπη

Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος Κομισιόν © EPA/JOSE MANUEL VIDAL

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε νέο φόρο στις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις της Ε.Ε. για να ενισχύσει τον προϋπολογισμό και να αποπληρώσει τα χρέη που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας covid. Ωστόσο, η πρόταση συναντά τη σφοδρή αντίδραση από κράτη-μέλη, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και επιχειρηματικούς φορείς. Ο φόρος θεωρείται άδικος, αντικίνητρο για την ανταγωνιστικότητα και πολιτικά ανέφικτος. Σημειώνεται ότι παρ’ ότι επιδιώκει να αντλήσει 6,8 δισ. ευρώ ετησίως, είναι απίθανο να εφαρμοστεί στην παρούσα του μορφή, καθώς δεν εξασφαλίζει τη νομική και πολιτική στήριξη που απαιτείται.

Στην ανάλυσή του για τον προτεινόμενο εταιρικό φόρο της Κομισιόν το Politico  δίνει έμφαση στον αγώνα δρόμου που καταβάλλουν οι Βρυξέλλες, προκειμένου να βρεθούν οι απαραίτητοι πόροι ώστε να χρηματοδοτηθούν τομείς όπως η άμυνα και η ενέργεια (δίκτυα ηλεκτροδότησης, διασυνδέσεις, μπαταρίες αποθήκευσης κ.λπ.). Από τη στιγμή που η Γερμανία και οι δορυφόροι της δεν θέλουν επ’ ουδενί να ακούσουν οτιδήποτε έχει να κάνει με περισσότερα εθνικά κονδύλια στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών εξετάζουν διάφορα σενάρια για να γεμίσει ο ευρωπαϊκός κορβανάς. Εξ ου και η πρόταση για επιπλέον φόρο σε τσιγάρα και προϊόντα καπνού προς όφελος του ReARM Europe. Από τη στιγμή, μάλιστα, που το μεγαλεπήβολο project για φόρο στους Big Tech θυσιάστηκε στον βωμό μιας μελλοντικής εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, η κατάσταση γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτική. Κι όλα αυτά ενώ οι μέχρι πρότινος «ωφελούμενοι» των ευρωπαϊκών προϋπολογισμών του παρελθόντος (βλ. αγρότες) βλέπουν ότι έρχεται «ψαλίδι» στις επιδοτήσεις.

Η πρόταση Φον ντερ Λάιεν για τον εταιρικό φόρο

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε ένα σχέδιο για την επιβολή φόρου σε εταιρείες μεσαίου μεγέθους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την πρόταση έκανε η ίδια η επικεφαλής της. Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε τον φόρο ως μέρος του νέου πολυετούς προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2028 – 2034), προσδοκώντας έσοδα ύψους 6,8 δισ. ευρώ ετησίως.

Όμως σχεδόν αμέσως κράτη όπως η Γερμανία και η Ολλανδία απέρριψαν την ιδέα. Ο Φρίντριχ Μερτς, ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών της Γερμανίας -κόμμα από το οποίο προέρχεται και η Φον ντερ Λάιεν- ξεκαθάρισε ότι η Ε.Ε. δεν έχει νομική αρμοδιότητα για να φορολογεί επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο έδαφός της. Παρόμοια στάση κράτησε και η Ολλανδία, τονίζοντας πως η Ε.Ε. πρέπει να μειώσει τον προϋπολογισμό της, αντί να αναζητεί νέες πηγές εσόδων. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι υπήρξαν αντιρρήσεις και από χώρες του Νότου, που παραδοσιακά υποστηρίζουν την ιδέα για μεγαλύτερες δαπάνες στην Ευρώπη, ζητώντας περισσότερα χρήματα από τον Βορρά.

Η Μόνικα Χολμάιερ, αντιπρόεδρος της επιτροπής προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), εξέφρασε την αντίθεσή της. Όπως υποστηρίζει, ο προτεινόμενος φόρος της Κομισιόν πλήττει τη μεσαία επιχειρηματικότητα -τον τομέα που η Ε.Ε. προσπαθεί να ενισχύσει μέσω κονδυλίων ανταγωνιστικότητας σε μια προσπάθεια να εναρμονιστεί με την «ατζέντα» Ντράγκι και Λέτα, οι οποίοι έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στο πώς έρχονται οι ΗΠΑ και μεταφέρουν στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού ανερχόμενες ευρωπαϊκές startups τεχνολογίας και καινοτομίας. Καθώς το ΕΛΚ είναι η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη στο Ευρωκοινοβούλιο και έχει σημαντική επιρροή στην Επιτροπή, η αρνητική στάση του κόμματος αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την πρόταση.

«Χαράτσι» στον κύκλο εργασιών των εταιρειών

Η πρόταση προβλέπει την επιβολή κατ’ αποκοπήν φόρου σε εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατ. ευρώ -ανεξάρτητα από το αν είναι κερδοφόρες. Οι εταιρείες με κύκλο εργασιών μεταξύ 100 και 250 εκατ. ευρώ θα πλήρωναν 100.000 ευρώ, ενώ το ανώτατο ποσό φόρου φτάνει τις 750.000 ευρώ για επιχειρήσεις με έσοδα άνω των 750 εκατ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι εταιρείες με τεράστιες διαφορές στον κύκλο εργασιών τους, ως απόρροια και παραγόντων εποχικότητας, θα κληθούν να πληρώσουν το ίδιο ποσό φόρου.

Πολλοί επικριτές της πρότασης Φον ντερ Λάιεν τονίζουν ότι αυτή η φορολόγηση επί του τζίρου και όχι των κερδών είναι άδικη και επιβαρύνει άνισα τις επιχειρήσεις, ιδίως όσες δραστηριοποιούνται σε τομείς με μικρά περιθώρια κέρδους. Επιπλέον, φορείς της αγοράς και οικονομολόγοι προειδοποιούν πως ο συγκεκριμένος φόρος αποθαρρύνει την καινοτομία και έρχεται σε αντίθεση με τον στόχο της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.

Λείπει η πολιτική βούληση

Ενδεικτικό της διαμορφωθείσας εκρηκτικής κατάστασης αποτελεί το γεγονός ότι η πρόταση έχει προκαλέσει δυσφορία ακόμα και σε κυβερνήσεις που δεν σταματούν να ζητούν περισσότερα κονδύλια για τον παραγωγικό τομέα. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, νομοθέτες εκφράζουν την αντίφαση του μέτρου σε σχέση με τις δηλωμένες προτεραιότητες της Ε.Ε. για στήριξη του παραγωγικού τομέα. Επίσης, επιχειρηματικές ενώσεις από τη Γερμανία και την Ιταλία απορρίπτουν την πρόταση ως επιζήμια και μη λειτουργική, με την Κομισιόν να απαντά ότι από τη στιγμή που επιχειρήσεις επωφελούνται από την ενιαία αγορά της Ε.Ε., θα έπρεπε να συμβάλουν στη χρηματοδότησή της.

Μόνο που, όπως αποδεικνύεται για πολλοστή φορά στο πεδίο, τα κράτη-μέλη του μπλοκ δεν δείχνουν διατεθειμένα να δουν πέρα από το «εθνικό» συμφέρον, σε μια χρονική περίοδο που οι γραφειοκράτες της Κομισιόν παραμένουν στον «γυάλινο πύργο» τους και στην Ευρώπη υπάρχει σοβαρό έλλειμμα ηγεσίας, όπως είπε πολύ εύστοχα ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι στο πρόσφατο συνέδριο του Economist στην Αθήνα.