Τουσκ: Αγώνας επιβίωσης για πολωνική κυβέρνηση, πτώση στις δημοσκοπήσεις

Με την αντιπολίτευση να κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος το πολιτικό μέλλον του πρωθυπουργού γίνεται αβέβαιο

Ντόναλντ Τουσκ © Eurokinissi

Μετά την ήττα-σοκ στις προεδρικές εκλογές της 1ης Ιουνίου, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ ανακοίνωσε ριζικό ανασχηματισμό της κυβέρνησής του, επιχειρώντας να ανακτήσει τον πολιτικό έλεγχο και την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων. Τον Ιούνιο η κυβέρνηση Τουσκ έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης μετά την ήττα στις προεδρικές εκλογές.

Η ήττα του υποψηφίου της Κεντροδεξιάς Συμμαχίας και δημάρχου Βαρσοβίας, Ραφάλ Τρζασκόφσκι, από τον υποψήφιο του υπερσυντηρητικού Κόμματος PiS, Κάρολ Ναβρότσκι, αποτέλεσε «πολιτικό σεισμό» για την κυβέρνηση Τουσκ.

Αργή κυβερνητική πρόοδος σε σημαντικά ζητήματα

Ο Τουσκ, πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, επανήλθε στην εξουσία στα τέλη του 2023 με την υπόσχεση μιας ευρωπαϊκής, φιλελεύθερης αναγέννησης της Πολωνίας μετά από οκτώ χρόνια αυταρχικής διακυβέρνησης από το Κόμμα PiS. Ωστόσο, η απογοήτευση εντός και εκτός της κυβέρνησης φούντωσε γρήγορα, λόγω της αργής προόδου σε βασικά ζητήματα, όπως η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης και η λογοδοσία στελεχών της προηγούμενης κυβέρνησης.

Ο ανασχηματισμός που έκανε περιλάμβανε μείωση των υπουργών από 26 σε 21, δημιουργία ενός υπερ-υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών υπό τον σημερινό Υπουργό Οικονομικών, Αντρέι Ντομάνσκι, και την αποπομπή του Άνταμ Μπόνταρ από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η απομάκρυνση του Μπόνταρ ερμηνεύεται ως παραδοχή της κυβέρνησης για την αδυναμία να προχωρήσει με ταχύτερους αναπτυξιακούς ρυθμούς.

Μετατόπιση του Τουσκ προς τα δεξιά

Σαφής είναι επίσης η μετατόπιση του Τουσκ προς τα δεξιά. Ο Υπουργός Εξωτερικών Ράντοσλαβ Σικόρσκι, μια συντηρητική φυσιογνωμία, αναλαμβάνει και καθήκοντα αντιπροέδρου της κυβέρνησης, ενώ ενισχύονται οι πολιτικές ασφάλειας, με έμφαση στον έλεγχο των συνόρων και την αντιμετώπιση της «απειλής από Ρωσία και Λευκορωσία».

Η κυβέρνηση επιχειρεί έτσι να αναχαιτίσει την άνοδο του Κόμματος PiS και του ακροδεξιού κόμματος Confederation, οι οποίοι καλλιεργούν εθνικιστικό λόγο, εκμεταλλευόμενοι ζητήματα όπως η μετανάστευση και η υποστήριξη προς την Ουκρανία, σε μια κοινωνία που φαίνεται ολοένα και πιο διχασμένη.

Η απομάκρυνση του υπουργού Υγείας, λόγω της κρίσης στο σύστημα υγείας, αλλά και του υπουργού Αθλητισμού, Σλάβομιρ Νίτρας – υπεύθυνου για την αποτυχημένη καμπάνια του Τρζασκόφσκι – εντάσσονται στη στρατηγική της εκκίνησης από το μηδέν. Παράλληλα, δημιουργούνται νέα υπουργεία, όπως αυτό της Ενέργειας, ενώ γίνονται αλλαγές στα χαρτοφυλάκια του Πολιτισμού, της Γεωργίας και των Κρατικών Περιουσιακών Στοιχείων.

Η στήριξη του πολωνικού λαού μειώνεται

Αλλά κανένας ανασχηματισμός δεν έχει αξία, αν δεν συνοδεύεται από ένα σαφές πολιτικό αφήγημα. Η κυβέρνηση καλείται να παρουσιάσει ξεκάθαρα τι θέλει να πετύχει, πέρα από τεχνικές αλλαγές προσώπων.

Το πρόβλημα είναι πως η λαϊκή στήριξη φθίνει. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση μόλις το 32% των Πολωνών δηλώνει υποστήριξη στην κυβέρνηση, ενώ το 48% την απορρίπτει. Η Κεντροδεξιά Συμμαχία του Τουσκ είναι πλέον ισόπαλη με το Κόμμα PiS στις δημοσκοπήσεις, ενώ το Confederation αγγίζει το 15%, ενισχύοντας το ενδεχόμενο ενός δεξιού συνασπισμού στις εκλογές του 2027.

Πιθανή ήττα στις εκλογές του 2027

«Εάν αυτή η τάση δεν ανακοπεί, ο Τουσκ θα χάσει τις βουλευτικές εκλογές του 2027», προβλέπουν πολιτικοί αναλυτές στην Πολωνία. Η κρίση στην εσωτερική πολιτική περιορίζει επίσης το πεδίο δράσης του Πρωθυπουργού στην εξωτερική πολιτική, κάτι σημαντικό για τις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις με ΝΑΤΟ και Ρωσία.

Ο χρόνος πιέζει και η υπομονή των πολιτών εξαντλείται. Αν ο Τουσκ δεν καταφέρει να πείσει για την ικανότητα της κυβέρνησής του να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, τότε το πολιτικό του μέλλον – αλλά και της φιλοευρωπαϊκής Πολωνίας – τίθεται εν αμφιβόλω.