Η πτώση τιμών στα ακίνητα της Γερμανίας έχει προκαλέσει σοβαρές ζημιές σε μικρά συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστές, οι οποίοι είχαν επενδύσει σε σύνθετα χρηματοδοτικά σχέδια στο real estate.
Οι τιμές ακινήτων στη Γερμανία μειώνονται τον τελευταίο καιρό, λόγω του συνδυασμού υψηλών επιτοκίων και της γενικότερης οικονομικής αβεβαιότητας που επικρατεί στην Ευρώπη.
Αυτή η τάση εντάθηκε τα τελευταία χρόνια, καθώς οι τράπεζες έχουν αυξήσει τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, κάτι που έχει αυξήσει το κόστος των στεγαστικών δανείων και έχει μειώσει τη ζήτηση για ακίνητα.
Έντονο το φαινόμενο στις μεγάλες πόλεις
Το φαινόμενο αυτό έχει επηρεάσει ιδιαίτερα τις μεγάλες πόλεις όπως το Βερολίνο, το Μόναχο και η Φρανκφούρτη, όπου οι τιμές των ακινήτων είχαν αυξηθεί πολύ κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, λόγω της μεγάλης ζήτησης και των χαμηλών επιτοκίων.
Πλέον, με την αύξηση των επιτοκίων, πολλοί αγοραστές ακινήτων αντιμετωπίζουν δυσκολία στη χρηματοδότηση των αγορών τους και οι τιμές έχουν αρχίσει να μειώνονται δραστικά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το έργο «Canyon» στη Φρανκφούρτη, το οποίο, αν και υποσχόταν υψηλές αποδόσεις, έχει αφήσει πίσω του μόνο αναξιοποίητους χώρους και εκατομμύρια σε απομειώσεις.
Δύο μικρά συνταξιοδοτικά ταμεία για οδοντιάτρους και φαρμακοποιούς είχαν χρηματοδοτήσει το έργο και ήταν σε θέση να διεκδικήσουν συμμετοχές στην εταιρεία που το διαχειριζόταν. Ωστόσο, το έργο καθυστέρησε και οι επενδύσεις τους υπήρξαν ζημιογόνες, αναγκάζοντας τα ταμεία να χρησιμοποιήσουν τα αποθέματά τους για να καλύψουν τις απώλειες.
Επενδύσεις υψηλού ρίσκου σε ακίνητα
Αυτή η κατάσταση δεν είναι μοναδική. Πολλά μικρά ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία επένδυσαν σε ακίνητα με αποδόσεις υψηλού ρίσκου, προσπαθώντας να βρουν κερδοφόρες λύσεις σε μια εποχή αρνητικών επιτοκίων. Οι κινήσεις αυτές προκάλεσαν μεγάλο πλήγμα όταν τα έργα αντιμετώπισαν χρηματοοικονομικά προβλήματα και έπρεπε να γίνουν αναδιαρθρώσεις.
Τα επενδυτικά ταμεία αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή σημαντικά προβλήματα με τη δομή του χρέους των έργων, τα οποία περιλαμβάνουν πολύπλοκες χρηματοδοτικές συμφωνίες και πολλά υποκείμενα χρέη που είναι δύσκολο να αναδιαρθρωθούν. Η τάση αυτή έχει οδηγήσει σε ζημιές, κυρίως για μικρούς επενδυτές που θεωρούσαν ότι οι υψηλές αποδόσεις δικαιολογούσαν τους κινδύνους.
Οι τελικές ζημιές από αυτά τα έργα θα γίνουν πιο εμφανείς τα επόμενα 2-3 χρόνια, καθώς οι αναδιαρθρώσεις συνεχίζονται και οι επενδυτές προσπαθούν να βρουν τρόπους για να ελαχιστοποιήσουν τις απώλειές τους.