Όσοι αναζητούν το μοντέλο διαπραγμάτευσης του Πούτιν στην Ουκρανία, καθώς ο χρόνος μετρά αντίστροφα για τη συνάντηση με Τραμπ στην Αλάσκα, θα ήταν χρήσιμο να ρίξουν μια ματιά στη μακρά διπλωματική ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, από την ίδρυσή της μέχρι την Πτώση του Τείχους, δίνοντας έμφαση στο λεγόμενο «δόγμα Γκρομίκο». Έχοντας μείνει στην ιστορία ως ο «Mr Nyet», ο Λευκορώσος Αντρέι Αντρέγιεβιτς Γκρομίκο διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης στο μεγαλύτερο μέρος του Ψυχρού Πολέμου. Για την ακρίβεια ήταν η «φωνή» της Σοβιετικής Ένωσης στο εξωτερικό για 28 χρόνια και 137 ημέρες. Σε αυτό το χρονικό διάστημα άλλαξαν όχι ένας, όχι δύο αλλά πέντε γενικοί γραμματείς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης: Νικήτα Χρουτσόφ, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, Γιούρι Αντρόποφ, Κονσταντίν Τσερνιένκο, και Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.
Βασικά χαρακτηριστικά του η διπλωματική σκληρότητα και αδιαλλαξία, όπως και η τακτική να ζητά τα πάντα και να επιδίδεται σε ατέρμονες και εξαντλητικές συζητήσεις, όπου ο κανόνας ήταν οι συνεχείς καθυστερήσεις μέχρι την εξάντληση (ψυχική και σωματική) της απέναντι πλευράς. «Πρώτον, να απαιτείτε το μέγιστο και να μην ντρέπεστε να υπερβάλλετε στις απαιτήσεις σας. Να απαιτείτε ακόμη και ό,τι ποτέ δεν σας ανήκε. Δεύτερον, να παρουσιάζετε τελεσίγραφα. Να απειλείτε με πόλεμο, μη φείδεστε απειλών, και στη συνέχεια να προτείνετε διαπραγματεύσεις ως διέξοδο από την κατάσταση: Πάντα θα υπάρχουν, στη Δύση, άνθρωποι που θα τσιμπήσουν το δόλωμα. Τρίτον, μόλις αρχίσουν οι συνομιλίες, μην υποχωρείτε ούτε σπιθαμή. Οι συνομιλητές σας θα καταλήξουν να σας προσφέρουν ένα μέρος από αυτό που ζητήσατε. Αλλά ακόμη και τότε, μην υπογράφετε: Πιέστε για να πάρετε περισσότερα, και θα δεχτούν. Όταν θα έχετε αποκτήσει το μισό ή τα 2/3 απ’ ό,τι δεν σας ανήκε, θα μπορείτε να θεωρείτε τον εαυτό σας… διπλωμάτη» συνήθιζε να λέει.
Κουβέντες ειπωμένες πριν από δεκαετίες, μα τόσο επίκαιρες τα τελευταία 3,5 χρόνια που βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος στην Ουκρανία, με το Κρεμλίνο, διά στόματος Σεργκέι Λαβρόφ, να μη σταματά να επαναλαμβάνει ότι η Μόσχα είναι πάντα πρόθυμη για συζητήσεις, προκειμένου να τελειώσει ο πόλεμος. Στην ανάλυσή του, με φόντο το τετ α τετ Πούτιν με Τραμπ στην Αλάσκα, το γαλλικό περιοδικό «Le Grand Continent» υπενθυμίζει ότι η μακροχρόνια παραμονή του ίδιου προσώπου στη θέση του υπουργού Εξωτερικών ήταν κάτι σαν παράδοση επί Σοβιετικής Ένωσης. Ο Βιτσισλάφ Μόλοτοφ, που υπέγραψε τη συμφωνία με τη Ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων τον διαμελισμό της Πολωνίας, παρέμεινε στη θέση του για πάνω από 9 χρόνια, επιστρέφοντας μάλιστα στη συνέχεια -μετά από ένα διάλειμμα 4 ετών- για άλλα τρία χρόνια ως υπουργός Εξωτερικών. Με τη Σοβιετική Ένωση να έχει μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, στη Ρωσία η «γριά αλεπού» της διπλωματίας έχει συμπληρώσει 20 έτη ως επικεφαλής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, συνεχίζοντας ακάθεκτος στα 75 του χρόνια το διπλωματικό πόκερ για την Ουκρανία και την «επόμενη ημέρα», όταν ο Πούτιν αποφασίσει πως έφθασε η στιγμή να σταματήσει τον πόλεμο.

Σεργκέι Γκρομίκο (πρώτος αριστερά) και Λεονίντ Μπρέζνιεφ (κέντρο) τον Νοέμβριο του 1981 © EPA/HEINRICH SANDEN
Ο θεμελιωτής Μόλοτοφ
Στη σημειολογία υπάρχει το motto, «στο φάντασμα αυτό που αλλάζει είναι το σεντόνι, ο σκελετός είναι πάντα ο ίδιος». Καθ’ όλη τη διάρκεια της κυριαρχίας του «σφυροδρέπανου», αναπτύχθηκαν κοινές γραμμές στις τακτικές διαπραγμάτευσης, ως αποτέλεσμα μιας θεώρησης της διπλωματίας εκ διαμέτρου αντίθετης με την εικόνα που έχουν για αυτήν οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες. Θεμελιωτής αυτής της παγιωμένης τακτικής, που ξεδιπλώθηκε με μικρές διαφοροποιήσεις, σε αμέτρητες πατρίδες στο παγκόσμιο γεωπολιτικό πόκερ, θεωρείται το λεγόμενο «σφυρί» του Στάλιν: Ο Βιατσεσλάβ Μολότοφ. Πεισματάρης και σχολαστικός, διεξήγε τις συνομιλίες με σκληρό και άκαμπτο τρόπο. Έλεγε ό,τι έκρινε πώς ήταν απαραίτητο και όταν οι συνομιλητές του τον αντέκρουαν με επιχειρήματα, επαναλάμβανε ακούραστα το ίδιο πράγμα, σαν… γραμμόφωνο της εποχής, μέχρι να εκνευρίσει τον συνομιλητή του. Σε κάθε συνάντηση παρουσίαζε εξαιρετική επιμονή, επαναλαμβάνοντας τις ίδιες ερωτήσεις ή επιλέγοντας να σταματήσει ξαφνικά τη συζήτηση ή να την αναβάλει αρκετές φορές, ποντάροντας στην ανυπομονησία της άλλης πλευράς.
Η εικόνα που έβγαζε προς τα έξω δεν ήταν αυτή του διπλωμάτη με την παραδοσιακή (μέχρι τότε) έννοια του όρου: Δεν προσπαθούσε ούτε να γοητεύσει τους συνομιλητές του, ούτε να κάνει φίλους ή συμμάχους. Το μόνο που τον ενδιέφερε, ήταν να πετύχει τον σκοπό του. Ενδιαφέρον, μάλιστα, έχει το γεγονός ότι αφού είχε δοκιμάσει τα πάντα, ρίχνοντας στο τραπέζι ακόμα και την απειλή για διακοπή των διαπραγματεύσεων, ξαφνικά συμφωνούσε σε μια υποχώρηση. Η τακτική του ήταν να κερδίζει έδαφος μέσω… φθοράς (σωματικής και ψυχολογικής). Σημειωτέον, δεν μιλούσε καμία άλλη γλώσσα πέρα από ρωσικά.
Στη διεθνή βιβλιογραφία έχει αποτυπωθεί μεταξύ άλλων το πώς αντιμετώπιζε τον υπουργό Εξωτερικών της Βρετανίας, Έρνεστ Μπέβιν (1945-1951). Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στα Απομνημονεύματά του (War or Peace, 1957) o Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, Τζον Φόστερ Ντάλες (1953-1959): «Ο Μπέβιν ήταν μπλοφαδόρος και εγκάρδιος, οξύθυμος αλλά γρήγορος στη μεταμέλεια. Ο Μόλοτοφ τον αντιμετώπιζε όπως ένας ταυρομάχος έναν ταύρο, ρίχνοντάς του διαδοχικά βέλη για να τον προκαλέσει μέχρι να εκραγεί. Σε κάποιο σημείο ο Μπέβιν προκλήθηκε τόσο πολύ που κατέληξε να πει ότι ο Μόλοτοφ μιλούσε σαν τον Χίτλερ. Ο Μόλοτοφ πετάχτηκε όρθιος και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Ο Μπέβιν, μετανιωμένος, έσπευσε να “εξηγήσει” τα ορμητικά του λόγια και, ως ένδειξη ειλικρίνειας, υποχώρησε στο επίμαχο σημείο».
Ο αθυρόστομος Βισίνσκι και ο μεταβατικός Σεπίλοφ
Ο αντίκτυπος του στυλ που λάνσαρε ο Μόλοτοφ ήταν βαθύς στο υπουργείο Εξωτερικών και στο σοβιετικό διπλωματικό δίκτυο. Πριν αναλάβει καθήκοντα ο Γκρομίκο, την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ ανέλαβαν ο Αντρέι Βισίνσκι (1949-1953) και ο Ντιμίτρι Σεπίλοφ (1956-1957). Στην ανάλυσή του το «Le Grand Continent» κάνει λόγο για το «μεσοβασίλειο των Βισίνσκι και Σεπίλοφ», επισημαίνοντας ότι οι ξένοι διπλωμάτες δεν εμπιστεύονταν τον Αντρέι, γιατί ήξεραν ότι καμία συμφωνία δεν ήταν δυνατή μαζί του και ότι κανένας συμβιβασμός δεν ήταν εφικτός.
Ο Βισίνσκι δεν προσπαθούσε καν να πείσει τους συνομιλητές του να αποδεχτούν τις σοβιετικές προτάσεις: Του αρκούσε να τους βρίζει και να τους προσβάλλει. Πιστός στον Στάλιν σε ακραίο βαθμό (σ.σ. έμεινε γνωστός ως ο γενικός εισαγγελέας κατά τη διάρκεια των «Μεγάλων Εκκαθαρίσεων»), δεν έχασε την ευκαιρία από τα έδρανα του νεοσύστατου τότε ΟΗΕ, που συνεδρίαζε στο Παρίσι, να υιοθετήσει την πρακτική της άμεσης εξύβρισης. Απευθυνόμενος στους Αμερικανούς αντιπροσώπους κατηγορούσε τις ΗΠΑ ότι προετοιμάζονται για ατομικό πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Με αυτήν την πρακτική της σφυροκόπησης, της εξύβρισης στα όρια της προσβολής, πηγαίνει το στυλ του Μολότοφ ένα βήμα παραπέρα.
Όταν ανέλαβε ο Σεπίλοφ (και αφού είχε επιστρέψει για τρία χρόνια στο υπουργείο Εξωτερικών ο Μόλοτοφ μετά τον θάνατο του Στάλιν, μέχρι τελικά να πέσει σε δυσμένεια επί Χρουτσόφ και να απομακρυνθεί από τη θέση του με φόντο την Κρίση του Σουέζ) επιχείρησε να προωθήσει μια διαφορετική τακτική στη διπλωματία, πιο κοντά στη δυτική θεώρηση: Ανοιχτός στον διάλογο, ήξερε να ακούει τον συνομιλητή του και δεν δίσταζε να δίνει δίκιο όταν έκρινε πως τα επιχειρήματα που άκουγε, ήταν λογικά. Μελετητές της εποχής κάνουν λόγο για μια… όαση στην έρημο της διπλωματίας, με τους δυτικούς να δυσκολεύονται να πιστέψουν πως μετά τον τακτικιστή Μόλοτοφ και τον ριζοσπαστικό Βισίνσκι, εμφανίστηκε από το «Σιδηρούν Παραπέτασμα» ένας… φυσιολογικός άνθρωπος. Δεν είναι τυχαίο που δεν συμπλήρωσε ούτε χρόνο στο υπουργείο Εξωτερικών της ΕΣΣΔ. Για τους αναλυτές της Σοβιετικής διπλωματίας, ο Σεπίλοφ δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας «μεταβατικός υπουργός Εξωτερικών», μέχρι να βγει από το παρασκήνιο ο Γκρομίκο, να αναλάβει δράση και να παγιώσει τη Σχολή του Μόλοτοφ στην εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Γκρομίκο που δείχνει τον δρόμο στη Ρωσία του Πούτιν
Ο τρόπος που διαπραγματεύεται ο Πούτιν, θυμίζει αρκετά το στυλ και τις τακτικές του Γκρομίκο. Ο πανίσχυρος Σοβιετικός διπλωμάτης προσπαθούσε πάντα να «αγοράζει χρόνο», μέχρι να ισχυροποιηθεί αρκετά η θέση της ΕΣΣΔ στην εκάστοτε αντιπαράθεση με τη Δύση. Εδώ και σχεδόν έναν χρόνο η Ρωσία δεν σταματά να διαπραγματεύεται με Αμερικανούς αξιωματούχους, δηλώνοντας έτοιμη για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία. Για πρώτη φορά, μάλιστα, μετά το «ναυάγιο» των συνομιλιών στο Μινσκ το πρώτο δίμηνο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, συμφώνησε για απευθείας διαπραγματεύσεις με ουκρανική αντιπροσωπεία, χρησιμοποιώντας προς όφελός της και την επιθυμία του Ερντογάν να παρουσιάζει την Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη, που μπορεί να έχει τον ρόλο του διαμεσολαβητή.
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: Το ηχηρό «ναυάγιο» στην Κωνσταντινούπολη έκανε μέχρι και τον Τραμπ να συνειδητοποιήσει ότι η προεκλογική εξαγγελία για ειρήνη στην Ουκρανία μέσα σ’ ένα 24ωρο, ήταν υπερβολική. Ο χρόνος, όμως, που κέρδισε η Μόσχα, ήταν πολύτιμος, καθώς κατάφερε να απωθήσει τον ουκρανικό στρατό στο Κουρσκ, παίρνοντας πίσω τα περισσότερα εδάφη που είχαν καταλάβει αιφνιδιαστικά οι Ουκρανοί τον Αύγουστο του 2024. Με αυτόν τον τρόπο, το Κρεμλίνο αφαίρεσε ένα βασικό βέλος από τη φαρέτρα του προέδρου Ζελένσκι, όταν οι δύο πλευρές θα κάθονταν στο ίδιο τραπέζι για ουσιαστικές και πραγματικές διαπραγματεύσεις: Την ανταλλαγή εδαφών.
Σημειώνεται ότι από εκείνο το πρωινό της 24ης Φεβρουαρίου 2024, όταν τα ρωσικά τανκς μπήκαν από τρεις μεριές στην Ουκρανία, η Ρωσία του Πούτιν δεν έχει αλλάξει γραμμή: Απαιτεί την παράδοση της Ουκρανίας και τον «αποκεφαλισμό» της κυρίαρχης εξουσίας της. Ο Ζελένσκι το γνωρίζει, γι’ αυτό και συνεχίζει να προειδοποιεί τον Τραμπ και τους Ευρωπαίους, την ώρα που η Κάγια Κάλας, η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, δεν σταματά να κάνει παραλληλισμούς με το Μόναχο του Τσάμπερλεν.

Βλαντίμιρ Πούτιν © EPA/MIKHAIL METZEL/SPUTNIK/KREMLIN POOL
Ας επιστρέψουμε όμως στον Γκρομίκο. Με σταθερή την πεποίθηση ότι οι Δυτικοί τελικά πάντα υποκύπτουν στο τέλος, η διαπραγματευτική τακτική του Γκρομίκο, η οποία εξελίσσει και θεωρητικοποιεί τις πρακτικές του Μόλοτοφ, εστιάζει κυρίως στη θέση: «Καμία υποχώρηση». Στη στρατηγική Γκρομίκο δεν υπήρχε χώρος για καμία από τις τακτικές της γαλλικής ή της βρετανικής διπλωματίας. Η μέθοδος ήταν απλή και συγκεκριμένη: Δεν υπήρχε κανένας λόγος να κατανοείς τον τρόπο σκέψης του άλλου από τη στιγμή που το σύστημα ήταν να παραμένεις στις θέσεις σου, χωρίς να αλλάζεις ούτε κόμμα, ώστε να αναγκάσεις την αντίπαλη πλευρά να έρθει σε σένα. Ακόμη και ο ίδιος ο Χένρι Κίσινγκερ είχε αναφερθεί με θετικό τρόπο στον Γκρομίκο, αποκαλώντας τον μάλιστα «φίλο» και υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων: «Ακούραστος και ατάραχος, θύμωνε μόνο σκόπιμα. Ποτέ δεν ξεκινούσε μια διαπραγμάτευση χωρίς να έχει μελετήσει τον φάκελο: Το να αρχίσεις συζήτηση μαζί του χωρίς να γνωρίζεις σε βάθος τα έγγραφα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. Και δεν έχανε ποτέ την ψυχραιμία του».
Αναλυτές επισημαίνουν ότι ο Γκρομίκο δεν άφηνε κανένα περιθώριο για αυτοσχεδιασμό, αν και αυτός αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διπλωματίας, καθώς εν μέσω Ψυχρού Πολέμου κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι επικίνδυνο. Μπορούσε να διαπραγματεύεται για ώρες χωρίς να ξεχνά τίποτα, κρατώντας σχεδόν τα πάντα στη μνήμη του. Επίσης, αν και γνώριζε καλά αγγλικά, απαιτούσε πάντα μετάφραση. Και αυτό καθώς όσο ο διερμηνέας μιλούσε, ο ίδιος κέρδιζε πολύτιμο χρόνο για να σκεφτεί την απάντησή του. Αρκετές μαρτυρίες διπλωματών αναφέρουν ακόμη ότι ο Γκρομίκο ήταν λάτρης, κατά τη διάρκεια των συναντήσεών τους, των μακροσκελών αναγνώσεων από έντεχνα γραμμένες και προετοιμασμένες σημειώσεις, που απαγγέλλονταν ή διαβάζονταν, μέχρι και στο τελευταίο κόμμα, χωρίς να σηκώνει τα μάτια του από το χαρτί. Με άπειρη υπομονή, ο Γκρομίκο προσπαθούσε να εξαντλήσει τους συνομιλητές του, παζαρεύοντας για κάθε σημείο. Υπολόγιζε στην ανυπομονησία τους και δεν παραχωρούσε τίποτα προτού αυτοί είναι έτοιμοι να υποχωρήσουν. Ήξερε να ανταλλάσσει μικρές παραχωρήσεις με σημαντικά ανταλλάγματα, και γινόταν τόσο πιο άκαμπτος όσο ήθελε να φαίνεται προς τα έξω λιγότερο πρόθυμος να καταλήξει σε συμφωνία.
Ωστόσο, όλες αυτές οι ομοιότητες του «τότε» με το «τώρα», δεν πρέπει να κάνουν τον παρατηρητή να παραβλέψει τη θεμελιώδη διαφορά μεταξύ της σοβιετικής περιόδου και της Ρωσικής Ομοσπονδίας υπό τον Πούτιν στην εξουσία. «Η ακαμψία και η εσωστρέφεια που κατέληξαν να γίνουν δόγμα της διπλωματίας της ΕΣΣΔ, θα μπορούσαν εν μέρει να εξηγηθούν από ένα εξαιρετικά ιεραρχημένο σύστημα, σίγουρα επικεντρωμένο στη μορφή του ανώτατου σοβιέτ αλλά, μετά τον θάνατο του Στάλιν, εξαρτώμενο επίσης από μια διοικητική και γραφειοκρατική λογική με ισχυρή αδράνεια. Ωστόσο, η πουτινική διπλωματία, που φέρει εις πέρας ο Λαβρόφ μπορεί να αναπτύξει αυτήν την αδιαλλαξία πολύ πιο αποτελεσματικά, καθώς φέρει μόνο ένα θέμα και απαντά μόνο σε μία θέληση: Αυτήν του Βλαντιμίρ Πούτιν να διευρύνει το έδαφος της Ρωσίας».
Το ερώτημα είναι πόσο μακριά θέλει ο Ρώσος πρόεδρος να πάει τα «νέα σύνορα» και πόσο διατεθειμένοι είναι Ευρώπη και ΗΠΑ να επαναλάβουν την πολιτική κατευνασμού. Η ιστορία κύκλους κάνει και η Αλάσκα είναι έτοιμη να υποδεχτεί μια συνάντηση, που μπορεί να μνημονεύεται μετά από χρονια ως η αφετηρία των ιστορικών εξελίξεων που θα ακολουθήσουν ή ως ένα ακόμη ημίχρονο στο «παιχνίδι των καθυστερήσεων» μέχρι ο Πούτιν να πετύχει αυτό που θέλει στην Ουκρανία.