Ουκρανία: Τι εννοεί ο Πούτιν όταν μιλά για “ανταλλαγή εδαφών”

Ο Πούτιν θέλει να του χαρίσει ο Τραμπ αυτό που δεν του εξασφάλισε ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία, γράφει ο Economist

Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντίμιρ Πούτιν © EPA/MIKHAIL KLIMENTYEV/SPUTNIK/KREMLIN POOL

Αυτό που η Ρωσία δεν μπορεί να κατακτήσει με τον πόλεμο, απαιτεί να της δοθεί στο πιάτο μέσω της πίεσης που μπορεί να ασκήσει ο Ντόναλντ Τραμπ στην Ουκρανία και τους Ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ, υπογραμμίζει σε δημοσίευμά του ο Economist. Όπως αναφέρει, στην κορυφή της λίστας επιθυμιών του Βλαντίμιρ Πούτιν βρίσκεται το δυτικό τμήμα της επαρχίας του Ντονέτσκ, το οποίο παραμένει σταθερά υπό ουκρανικό έλεγχο. Η περιοχή αυτή, όμως, δεν ενδιαφέρει τον Ρώσο μόνο συμβολικά.

Το πραγματικό έπαθλο είναι να εξαναγκαστεί η Ουκρανία να εγκαταλείψει μια κρίσιμη στρατηγικά «αμυντική ζώνη-οχυρό» που έχει δημιουργήσει, δηλαδή μια λωρίδα 50 χιλιομέτρων που περιλαμβάνει τέσσερις πόλεις και αρκετές κωμοπόλεις και η οποία εμποδίζει, όχι μόνο την πλήρη κατάκτηση του Ντονμπάς από τη Ρωσία, αλλά και τη δυνατότητα της Μόσχας να απειλήσει άλλες περιοχές.

Η κατασκευή του οχυρού ξεκίνησε όταν οι ουκρανικές δυνάμεις ανακατέλαβαν τις τέσσερις πόλεις από τις φιλορωσικές δυνάμεις το 2014. Η ζώνη εκτείνεται από το Σλοβιάνσκ και το Κραματόρσκ στα βόρεια έως τη Ντρούζκιβκα και την Κονσταντίνιβκα στα νότια. Ο Αντρίι Ζαγκορόντνιουκ, πρώην υπουργός Άμυνας και νυν πρόεδρος στο ουκρανικό think tank για θέματα άμυνας, Centre for Defence Strategies, αναφέρει ότι τα τελευταία 10 χρόνια έχουν γίνει τεράστιες επενδύσεις σε στρατιωτικές υποδομές και οχυρώσεις. Το Σλοβιάνσκ -που οι Ρώσοι προσπάθησαν αλλά απέτυχαν να καταλάβουν το 2022-, καθώς και το Κραματόρσκ είναι βασικοί κόμβοι ανεφοδιασμού για τις ουκρανικές στρατιωτικές δυνάμεις.

Η σχετικά αστικοποιημένη αυτή περιοχή, γεμάτη με κτίρια και βιομηχανικές εγκαταστάσεις που λειτουργούν ως φυσικά εμπόδια, έχει ενισχυθεί με στρώσεις συρματοπλέγματος, τσιμέντου, χαλικιών και με τα λεγόμενα «δόντια του δράκου», περιγράφει ο Economist. Μετά την πτώση της πόλης Μπαχμούτ και την αποτυχημένη αντεπίθεση της Ουκρανίας το 2023, καταβλήθηκαν επιπλέον προσπάθειες για την ενίσχυση τόσο των παθητικών οχυρώσεων -με καταφύγια και χαρακώματα αρκετών χιλιομέτρων, από το μέτωπο έως τα μετόπισθεν- όσο και των ενεργών οχυρώσεων, όπως ναρκοπέδια και αντιαρματικά εμπόδια.

Ο στρατός της Ρωσίας προσπαθεί τους τελευταίους 12 μήνες να καταλάβει την πόλη Ποκρόφσκ, περίπου 65 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της «αμυντικής ζώνης-οχυρού». Ωστόσο, παρά τις πρόσφατες εδαφικές προόδους, το Institute for the Study of War (ISW), ένα think tank στην Ουάσιγκτον, εκτιμά ότι η απόπειρα να περικυκλωθεί και να καταληφθεί η οχυρωμένη ζώνη από εκεί, «θα χρειαστεί πιθανόν αρκετά χρόνια για να ολοκληρωθεί». Ο Νίκο Λάνγκε, πρώην επικεφαλής του επιτελείου στο γερμανικό Υπουργείο Άμυνας, δηλώνει ότι, όχι μόνο θα χρειαστούν χρόνια για να καταληφθεί η ζώνη, αλλά και ότι το κόστος για τη Ρωσία σε ανθρώπινες απώλειες και πόρους θα είναι τεράστιο.

«Αδιανόητη» για τους Ουκρανούς η απώλεια της αμυντικής ζώνης

Όπως επισημαίνει ο Economist, η απώλεια της οχυρωμένης ζώνης στο πλαίσιο κάποιας συμφωνίας με τον Πούτιν είναι αδιανόητη για τους περισσότερους Ουκρανούς. Κατ’ αρχάς, η ιδέα ότι η Ουκρανία θα μπορούσε απλώς να μετατοπίσει τη γραμμή του μετώπου και να χτίσει νέες άμυνες δεν είναι ρεαλιστική. Όπως επισημαίνει ο Λάνγκε, η κατασκευή νέων αμυντικών θέσεων θα ήταν εξαιρετικά δαπανηρή και χρονοβόρα, διότι η μορφολογία του εδάφους στις νέες περιοχές δεν προσφέρει τα ίδια πλεονεκτήματα.

Επιπλέον, σύμφωνα με την περιφερειακή διοίκηση, πάνω από 250.000 πολίτες εξακολουθούν να ζουν στα ουκρανικά εδάφη της επαρχίας Ντονέτσκ, συμπεριλαμβανομένων περίπου 18.000 παιδιών που θα κινδύνευαν με απαγωγή αν παρέμεναν εκεί. Αν και το Σλοβιάνσκ και το Κραματόρσκ είναι πόλεις-οχυρά, η ζωή συνεχίζεται και υπάρχει μια ανθηρή στρατιωτική οικονομία.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη ανησυχία, όπως λέει ο Ζαγκορόντνιουκ, είναι ότι, αν η υποδομή της οχυρωμένης ζώνης πέσει στα χέρια των Ρώσων, μπορεί να στραφεί εναντίον της Ουκρανίας και να χρησιμοποιηθεί ως βάση για περαιτέρω επιθέσεις. «Κάθε οικισμός στις γειτονικές περιοχές, περιλαμβανομένης και της περιφέρειας του Ντνιπροπετρόφσκ, θα βρεθεί σε τεράστιο κίνδυνο. Οι Ρώσοι το γνωρίζουν πολύ καλά». Το ISW συμφωνεί: «Η παραχώρηση του υπόλοιπου της επαρχίας Ντονέτσκ θα προσέφερε στις ρωσικές δυνάμεις πιο ευνοϊκές θέσεις για επίθεση στην περιφέρεια Ντνιπροπετρόφσκ». Ο Λάνγκε υποστηρίζει ότι η κατάληψη της ζώνης-οχυρού θα «άνοιγε έναν επιχειρησιακό διάδρομο προς τα μετόπισθεν του Χαρκόβου και προς την πόλη Ντνιπρό στις όχθες του ποταμού Δνείπερου, οδηγώντας έτσι προς την κεντρική Ουκρανία».

Για πολλούς Ουκρανούς, η παράδοση της αμυντικής ζώνης χωρίς μάχη θα ισοδυναμούσε με συνθηκολόγηση και προδοσία των θυσιών των ενόπλων δυνάμεων. Ελάχιστοι πιστεύουν ότι η Ρωσία θα τηρούσε οποιαδήποτε δέσμευση να μην συνεχίσει τον πόλεμο, όταν αυτό θα την εξυπηρετούσε. Ούτε είναι πιθανό οι εγγυήσεις ασφαλείας που εξαρτώνται από τη σταθερότητα και αξιοπιστία του Τραμπ να θεωρηθούν επαρκείς.

Όμως, όπως επισημαίνει ο Λάνγκε, τέτοιες εγγυήσεις ασφαλείας θα ήταν πολύ πιο πειστικές αν συνδυάζονταν με τη διατήρηση των σημερινών αμυντικών θέσεων της Ουκρανίας  και όχι με την παράδοση της οχυρωμένης ζώνης στους εισβολείς, καταλήγει ο Economist στο δημοσίευμά του.