Η Ευρώπη έχει δεσμεύσει ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία και μεταφέρει τους τόκους στην Ουκρανία. Και μπορεί νέα στοιχεία που έρχονται στο φως να δείχνουν πόσο ωφελείται το Κίεβο, ωστόσο ορισμένοι εξακολουθούν να απαιτούν πλήρη κατάσχεση. Σε ένα κτίριο γραφείων στην άκρη του Saint-Josse, της φτωχότερης συνοικίας των Βρυξελλών, μια σχεδόν άγνωστη εταιρεία φυλάσσει εκεί, δίπλα σε μια πιτσαρία της Domino’s, 194 δισ. ευρώ από τη Ρωσία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει παγώσει το ποσό, για να κάνει τον Πούτιν να πληρώσει για τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας – κυριολεκτικά.
Εδώ και έναν χρόνο η ΕΕ μεταφέρει στην Ουκρανία τους τόκους που αποφέρει το ποσό. Όμως, όπως εξηγεί η γερμανική Welt am Sonntag, αρκετοί είναι οι πολιτικοί που θα ήθελαν να προχωρήσουν ένα βήμα παραπέρα και να διαθέσουν στο Κίεβο ολόκληρο το ποσό. Άλλοι, ωστόσο, προειδοποιούν: κάτι τέτοιο θα παραβίαζε το διεθνές δίκαιο και θα κλόνιζε την εμπιστοσύνη στην Ευρώπη ως χρηματοοικονομικό κέντρο. Άλλωστε, τα δισεκατομμύρια του Saint-Josse ανήκουν στη ρωσική κεντρική τράπεζα, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει πόλεμος.
Η Ρωσία και τα παγωμένα περιουσιακά στοιχεία της είναι μια περίπλοκη ιστορία. Αφορά την ηθική, το δίκαιο και τα εθνικά συμφέροντα, εξηγεί το γερμανικό μέσο. Στο επίκεντρο βρίσκεται το ερώτημα εάν η ΕΕ μπορεί να κατάσχει αυτά τα κρατικά αποθεματικά του Πούτιν που είναι σταθμευμένα στο εξωτερικό, για να χτίσει με αυτά σχολεία και νοσοκομεία στην Ουκρανία – ή αν πρέπει να αρκείται στους τόκους. Ένα αντίστοιχο παράδειγμα του παρελθόντος είναι το Ιράκ: το 2003 οι ΗΠΑ κατέσχεσαν τμήματα της περιουσίας του Σαντάμ Χουσεΐν, αλλά με την υποστήριξη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Στην περίπτωση της Ρωσίας η υποστήριξη αυτή λείπει.
«Όλο το θέμα είναι αρκετά συναισθηματικό», εξηγεί στην εφημερίδα ο Nicolas Véron, ένας Γάλλος οικονομολόγος που εργάζεται για τη δεξαμενή σκέψης Bruegel στις Βρυξέλλες και το Peterson Institute for International Economics στην Ουάσιγκτον. «Πολλοί άνθρωποι, κατανοητά, θεωρούν ηθικά σωστό να δοθούν τα παγωμένα χρήματα στην Ουκρανία». Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, εξηγεί ο Véron. «Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να μπορούν να εμπιστεύονται ότι τα αποθεματικά τους στο εξωτερικό είναι ασφαλή». Αυτό, τονίζει, αποτελεί κεντρικό στοιχείο της παγκόσμιας νομισματικής τάξης.
Αλλά πόσο υψηλά είναι τελικά τα έσοδα από τα ρωσικά αποθεματικά; Πόσα από αυτά καταλήγουν στην Ουκρανία; Αρκούν; Και ποιος άλλος ωφελείται; Στοιχεία της Κομισιόν, τα οποία έχει στη διάθεσή της η WELT AM SONNTAG, ρίχνουν φως. Επιτρέπουν νέες ματιές στις χρηματοοικονομικές ροές μεταξύ Βρυξελλών και Κιέβου.
Το 2022 η ΕΕ πάγωσε 210 δισ. ευρώ από τη Ρωσία, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων βρίσκεται στην εταιρεία στο Saint-Josse. Ονομάζεται Euroclear, φυλάσσει χρεόγραφα και διεκπεραιώνει χρηματιστηριακές συναλλαγές, θα μπορούσε κανείς να την περιγράψει ως έναν κυκλοφοριακό κόμβο του χρηματοοικονομικού κόσμου. Η έδρα της είναι γεμάτη κάμερες παρακολούθησης, παρ’ όλο που όλα τα χρήματα εκεί υπάρχουν μόνο ψηφιακά, ως ακολουθίες αριθμών σε υπολογιστές.
Ρέουν προς το Κίεβο δισ. από τα παγωμένα assets του Πούτιν
Στον Πούτιν ανήκει ο θησαυρός, αλλά όχι τα έσοδα από αυτόν, τουλάχιστον έτσι το βλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πριν από λίγες ημέρες, η Euroclear μετέφερε στην αρχή 1,6 δισ. ευρώ. Ήταν η τρίτη μεταφορά από την έναρξη του πολέμου, τον Απρίλιο μεταφέρθηκαν 2,1 δισ. και τον Ιούλιο του προηγούμενου έτους 1,5 δισ.. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποστηρίζει με αυτά τα χρήματα στρατιωτικά και πολιτικά έργα στην Ουκρανία. Άλλοτε τα προωθεί απευθείας, άλλοτε σε δόσεις. Επιπλέον, χορηγεί στη χώρα δάνεια που πρόκειται να αποπληρωθούν από μελλοντικά έσοδα. Τον Μάρτιο, τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο η κυβέρνηση του προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έλαβε από ένα δισεκατομμύριο ευρώ, τον Ιανουάριο ήταν τρία δισεκατομμύρια και τον Απρίλιο 3,1. Τα ποσά ρέουν, λοιπόν, σταθερά από τη Δύση στην Ανατολή: από το Saint-Josse μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Κίεβο.
Τι λέει η Euroclear για όλα αυτά, η άγνωστη βελγική εταιρεία που βρίσκεται τώρα στο επίκεντρο της διεθνούς πολιτικής; Τονίζει στη Welt am Sonntag την ουδετερότητά της, αλλά προειδοποιεί έμμεσα για την απαλλοτρίωση των ρωσικών χρημάτων. «Μέτρα που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές αγορές πρέπει να αποφευχθούν», δήλωσε ένας εκπρόσωπος. Δεν πρέπει να παραβιάζονται αρχές όπως η κρατική ασυλία και η προστασία της ιδιοκτησίας, καθώς αποτελούν πυλώνες της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο Nicolas Véron, ο Γάλλος οικονομολόγος, βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος. «Ας βγούμε για λίγο από τη φούσκα των Βρυξελλών», λέει. «Για τα περισσότερα κράτη στη Γη, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πολύ μακριά». Η Ινδία, η Βραζιλία ή η Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να θορυβηθούν από μια κατάσχεση της ρωσικής περιουσίας. «Πιθανόν να αναρωτηθούν: Μήπως είμαστε εμείς οι επόμενοι;». Ο Véron βλέπει τη φήμη της Ευρώπης ως ασφαλούς τόπου φύλαξης χρημάτων να απειλείται. «Μια κατάσχεση», εκτιμά, «θα είχε δομικές επιπτώσεις στην παγκόσμια χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική».
Πίσω απ’ όλη την πολιτική και όλους τους αριθμούς, ωστόσο, βρίσκονται ανθρώπινες μοίρες. Η καταστροφή στην Ουκρανία είναι τεράστια, οι στρατιώτες της Ρωσίας έχουν, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, καταστρέψει περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια διαμερίσματα και σπίτια – το 13% του συνόλου. Περίπου 3.400 σχολεία και 1.600 ιατρεία βρίσκονται σε ερείπια, όπως και δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα δρόμων, σιδηροδρομικών γραμμών και γραμμών ηλεκτρικού ρεύματος. Οι συνέπειες για την καθημερινή ζωή στη χώρα είναι καταστροφικές, οι ασθενείς δεν λαμβάνουν περίθαλψη, τα παιδιά αποδίδουν χειρότερα σε τεστ γνώσεων απ’ ό,τι πριν από τον πόλεμο.
Η ανοικοδόμηση της χώρας θα κοστίσει αρκετά. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά πλέον το κόστος σε περισσότερα από 500 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο τριπλάσιο της οικονομικής δύναμης της Ουκρανίας. Τα χρήματα στο Saint-Josse έχουν μέχρι στιγμής αποφέρει μόνο ένα μικρό κλάσμα αυτού, 2,7 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους. Για τη σύγκριση: τα κράτη της ΕΕ αγόρασαν από τη Ρωσία υγροποιημένο φυσικό αέριο αξίας 4,5 δισ. ευρώ το ίδιο διάστημα. Σύντομα οι εισαγωγές πρόκειται να σταματήσουν, αλλά προς το παρόν τα χρήματα της Ευρώπης ρέουν και προς τις δύο πλευρές, μία φορά εθελοντικά, μία φορά από ανάγκη.
Οι νομικοί κίνδυνοι
Δεδομένων αυτών των ποσών, δεν θα έπρεπε να δοθεί στο Κίεβο ολόκληρη η παγωμένη περιουσία και όχι μόνο οι τόκοι; Κάποιοι το βλέπουν έτσι. «Είναι πλέον καιρός να χρησιμοποιήσουμε τα ρωσικά χρήματα απευθείας», λέει στη Welt am Sonntag η Marie-Agnes Strack-Zimmermann, πολιτικός του FDP και πρόεδρος της Επιτροπής Άμυνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Είτε για την οικονομική υποστήριξη της Ουκρανίας, είτε για τη χρηματοδότηση οπλικών συστημάτων». Η Strack-Zimmermann δεν συμμερίζεται τις ανησυχίες των οικονομολόγων και των νομικών. «Το επιχείρημα ότι άλλα κράτη και επενδυτές θα μπορούσαν να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό κέντρο και να αποσύρουν περιουσιακά στοιχεία από την ΕΕ είναι παράλογο», λέει. «Η Ρωσία δεν είναι πλέον επιχειρηματικός εταίρος, αλλά ένα εγκληματικό καθεστώς, που πρέπει επιτέλους να νιώσει ότι η απληστία της για τα εδάφη άλλων χωρών και οι δολοφονίες και οι καταστροφές της πρέπει να έχουν συνέπειες».
Η Πολωνία, η Λετονία, η Λιθουανία και η Εσθονία θέλουν επίσης να αγγίξουν τον θησαυρό του Πούτιν, ενώ η Γερμανία και η Γαλλία συνιστούν προσοχή. Το Βέλγιο τάσσεται κατηγορηματικά κατά της κατάσχεσης των χρημάτων, με τον πρωθυπουργό, Bart de Wever, να το χαρακτηρίζει μάλιστα «πολεμική πράξη». Γιατί αυτή η αντίσταση;
Μια πιθανή εξήγηση βρίσκεται στη σελίδα 28 της ετήσιας έκθεσης της Euroclear για το περασμένο έτος. Οι τόκοι που απέφερε η παγωμένη ρωσική περιουσία, αναφέρεται εκεί, «υπόκεινταν στον βελγικό φόρο εταιρειών και απέφεραν στο βελγικό κράτος 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ». Η κυβέρνηση -όχι ιδιαίτερα γνωστή για τη γενναιοδωρία της σε φορολογικά θέματα- θέλει πιθανώς να προστατεύσει αυτήν την πηγή εσόδων. Θα χανόταν σε περίπτωση κατάσχεσης των κεφαλαίων και απόδοσής τους στην Ουκρανία.
Προστίθενται και οι νομικοί κίνδυνοι. Το 1989 το Βέλγιο υπέγραψε μια συμφωνία με τη Σοβιετική Ένωση που απαγορεύει την απαλλοτρίωση ξένων επενδύσεων. Σήμερα, 36 χρόνια αργότερα, παρέχει στη Ρωσία τη βάση για νομικές ενέργειες. Η Euroclear έχει ήδη μηνυθεί αρκετές φορές. Αν και η έκβαση των δικών είναι προς το παρόν αβέβαιη, η εταιρεία αναμένει μάλλον «δυσμενείς δικαστικές αποφάσεις».
Πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα; Μια κατάσχεση των ρωσικών αποθεματικών είναι απίθανη. Αφενός, επειδή ορισμένα κράτη της ΕΕ θέλουν να τα χρησιμοποιήσουν ως μοχλό πίεσης στις διαπραγματεύσεις με τον Ρώσο πρόεδρο για τον τερματισμό του πολέμου. Αφετέρου, επειδή ο φόβος για τις νομικές συνέπειες είναι πολύ μεγάλος. Και, τουλάχιστον από την οπτική γωνία του Βέλγου πρωθυπουργού, De Wever, θα ήταν και οικονομικά λογικό για την Ευρώπη αν τα δισεκατομμύρια παρέμεναν στο κτίριο γραφείων στην άκρη του Saint-Josse. Όπως είπε πρόσφατα: «Θα έπρεπε να κρατήσουμε την κότα που γεννά τα χρυσά αυγά».