NYT: Θα υποχωρήσει η ΕΕ υπό το πρέσινγκ του Τραμπ για τους ψηφιακούς κανονισμούς;

Μπορεί η ΕΕ να παραμείνει ακλόνητη την ίδια στιγμή που ο Τραμπ εντείνει τις πιέσεις του προς το μπλοκ για τους ψηφιακούς κανονισμούς

Ντόναλντ Τραμπ και Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν © EPA/YURI GRIPAS/POOL/EPA/OLIVIER MATTHYS

Ο Ντόναλντ Τραμπ και η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να κατέληξαν σε μια εμπορική συμφωνία, αλλά οι εντάσεις μεταξύ τους σχετικά με τη ρύθμιση της τεχνολογίας παραμένουν, κάτι που ο Αμερικανός Πρόεδρος, φρόντισε να υπενθυμίσει με οδυνηρό τρόπο στους Ευρωπαίους ηγέτες νωρίς το πρωί της Τρίτης. Συγκεκριμένα, απείλησε με δασμούς και περιορισμούς τις χώρες, που θεωρούνται ότι ρυθμίζουν άδικα τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες.

«Οι Ψηφιακοί Φόροι, η Νομοθεσία για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες και οι Κανονισμοί για τις Ψηφιακές Αγορές έχουν σχεδιαστεί για να βλάψουν ή να κάνουν διακρίσεις εις βάρος της Αμερικανικής Τεχνολογίας», έγραψε στο Truth Social, ανοίγοντας ένα νέο και εν δυνάμει συγκρουσιακό κεφάλαιο στη συνεχιζόμενη παγκόσμια εμπορική διαμάχη. Η ανάρτηση του Τραμπ, δεν αναφέρει συγκεκριμένα την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ο ίδιος και άλλοι κορυφαίοι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του έχουν ξεκαθαρίσει εδώ και μήνες, ότι είναι δυσαρεστημένοι με τον τρόπο που η ΕΕ αντιμετωπίζει τις μεγάλες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες, όπως η X και η Meta.

Ρεπουμπλικανοί, συμπεριλαμβανομένου του Αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς, έχουν επικρίνει έναν ευρωπαϊκό νόμο, τον Κανονισμό για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (Digital Services Act), που απαιτεί από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης να εποπτεύουν πιο αυστηρά το περιεχόμενό τους για παράνομο υλικό και παραπληροφόρηση. Ο Βανς και άλλοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι ο νόμος επιβάλλει άδικο βάρος στις αμερικανικές πλατφόρμες και υπονομεύει την ελευθερία του λόγου.

Αυτόν τον μήνα, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο έδωσε εντολή σε Αμερικανούς διπλωμάτες να ασκήσουν πιέσεις εναντίον των κανόνων. Και τη Δευτέρα, το Reuters ανέφερε ότι η κυβέρνηση εξέταζε την επιβολή κυρώσεων σε αξιωματούχους της Ε.Ε, που ήταν υπεύθυνοι για την εφαρμογή της βασικής ψηφιακής νομοθεσίας.

Οι κανόνες για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι η μόνη ευρωπαϊκή τεχνολογική πολιτική που έχει προκαλέσει την κυβέρνηση Τραμπ. Αμερικανοί αξιωματούχοι και τεχνολογικές εταιρείες έχουν επίσης επικρίνει τον Κανονισμό για τις Ψηφιακές Αγορές (Digital Markets Act), ο οποίος στοχεύει στο να αποτρέψει τις μεγάλες πλατφόρμες από το να κάνουν κατάχρηση της ισχύος τους. Επιπλέον, ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη έχουν θεσπίσει ψηφιακούς φόρους. Το ερώτημα που θέτουν οι New York Times, είναι εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσει να παραμείνει αμετακίνητη στο θέμα της τεχνολογικής ρύθμισης.

Η έκρηξη του Τραμπ έρχεται σε μια ευαίσθητη στιγμή για τις σχέσεις ΗΠΑ–Ε.Ε, αφού μόλις την περασμένη εβδομάδα δημοσίευσαν το κείμενο μιας εμπορικής συμφωνίας που προσπαθούσαν να ολοκληρώσουν. Η συμφωνία θα επέβαλε έναν ενιαίο δασμό 15% στις περισσότερες εξαγωγές της Ε.Ε. προς τις ΗΠΑ, κάτι που θα είναι δαπανηρό για τους παραγωγούς σε όλη την ήπειρο. Ωστόσο, δεν αποδυνάμωσε σοβαρά την ψηφιακή ρύθμιση, την οποία οι Ευρωπαίοι υποδέχθηκαν ως μεγάλη νίκη.

Ωστόσο, η συμφωνία δεν είναι τελική. Το ίδιο το κείμενο δεν είναι νομικά δεσμευτικό, και ακόμη κι όταν εφαρμοστεί, αξιωματούχοι έχουν επισημάνει ότι πρόκειται μόνο για το πρώτο βήμα. Και οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να προβάλλουν περαιτέρω απαιτήσεις. Οι Ευρωπαίοι έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι σκοπεύουν να συνεχίσουν να πιέζουν για εξαιρέσεις σε προϊόντα όπως το κρασί και τα οινοπνευματώδη. Και γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι οι Αμερικανοί θα συνεχίσουν να πιέζουν για χαλάρωση των τεχνολογικών κανόνων.

Σε όλο τον κόσμο, οι τεχνολογικές εταιρείες έχουν βρεθεί στο μικροσκόπιο επειδή δεν κάνουν αρκετά για να σταματήσουν τη διάδοση της παραπληροφόρησης, επειδή εμπλέκονται σε αντιανταγωνιστικές πρακτικές και επειδή δεν πληρώνουν το δίκαιο μερίδιο φόρων στις χώρες όπου δραστηριοποιούνται. Η Βρετανία και άλλες χώρες έχουν επίσης υιοθετήσει κανόνες, που στοχεύουν τον τεχνολογικό κλάδο.

Η απειλή του κ. Τραμπ δείχνει τους στενούς δεσμούς του με τη βιομηχανία τεχνολογίας των ΗΠΑ και τη βούλησή του να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της στο εξωτερικό. Τα τελευταία χρόνια, η Αυστραλία, η Βραζιλία, ο Καναδάς, η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες χώρες έχουν προτείνει ή υιοθετήσει νόμους, κανονισμούς και φορολογικές πολιτικές με επίκεντρο τον τεχνολογικό τομέα.

Τα εμπορικά μέτρα που προειδοποιεί ο πρόεδρος θα μπορούσαν να αποδειχθούν οδυνηρά για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι περιορισμοί στις εξαγωγές ημιαγωγών, για παράδειγμα, θα έπλητταν τις προσπάθειες στην Ευρώπη και αλλού να δημιουργηθούν μεγάλα data centers για την ανάπτυξη της τεχνολογίας.

Ερωτηθείσα για την ανάρτηση του Τραμπ σε συνέντευξη Τύπου την Τρίτη, η εκπρόσωπος της Ε.Ε. Πάουλα Πίνιο αρνήθηκε να σχολιάσει λεπτομερώς υποθετικά μέτρα. Ωστόσο, ο εκπρόσωπος Τόμας Ρενιέ επεσήμανε ότι οι ψηφιακοί κανονισμοί του μπλοκ δεν στοχεύουν ειδικά αμερικανικές εταιρείες, αλλά εφαρμόζονται σε εταιρείες από όλο τον κόσμο. Το διακύβευμα είναι μεγάλο για την Ευρώπη. Οι αξιωματούχοι έχουν καταστήσει σαφές εδώ και καιρό ότι θεωρούν τις ρυθμίσεις τους ζήτημα εθνικής κυριαρχίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η υποχώρηση στον Τραμπ θα ισοδυναμούσε με το να επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να γράψουν τους κανόνες της Ευρώπης.

Ωστόσο, οι αξιωματούχοι της Ε.Ε. έχουν ήδη κάνει σημαντικές παραχωρήσεις για να κατευνάσουν τον Τραμπ, αποδεχόμενοι υψηλότερους δασμούς σε βασικές εξαγωγές που κυμαίνονται από αυτοκίνητα έως φάρμακα, ενώ υποσχέθηκαν σημαντικές επενδύσεις στην αμερικανική τεχνολογία και ενέργεια. Η εμπορική συμφωνία έχει ευρέως χαρακτηριστεί ως μια παραχώρηση εκ μέρους της Ευρώπης. Το μπλοκ, ωστόσο, δεν είχε πολλές επιλογές.

Αν και τα κράτη μέλη κινούνται γρήγορα για να αυξήσουν τις δικές τους αμυντικές δαπάνες και να διαφοροποιήσουν τη βάση πελατών τους πέρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, προς το παρόν η ΕΕ παραμένει στρατιωτικά και οικονομικά στενά συνδεδεμένη με την Αμερική.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αφεθεί να προσπαθούν να κατευνάσουν τον Τραμπ. Ο ίδιος ο Τραμπ, τη Δευτέρα, υπογράμμισε τον τόνο των πρόσφατων διαβουλεύσεων, λέγοντας σε δημοσιογράφους ότι «με αποκαλούν πρόεδρο της Ευρώπης».