Γαλλία: Οι 13 κρίσιμες μέρες για την κυβέρνηση Μπαϊρού και ο φόβος αποσταθεροποίησης

Οι μέρες του Μπαϊρού στην εξουσία θα πρέπει να θεωρούνται μετρημένες, αν δεν μεταπείσει την αντιπολίτευση. Τα σενάρια για τον προϋπολογισμό

Φρανσουά Μπαϊρού και Εμανουέλ Μακρόν © EPA/Thomas Samson

Η Γαλλία βρίσκεται σε ένα πραγματικό αδιέξοδο, χωρίς προϋπολογισμό και σύντομα, ενδεχομένως, χωρίς κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού, κάλεσε το κοινοβούλιο να του δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στις 8 Σεπτεμβρίου και, τώρα πλέον που η αντιπολίτευση έχει δεσμευθεί να ρίξει την κυβέρνηση, θεωρητικά δεν έχει τους αριθμούς για να την κερδίσει.

Σε μια προσπάθεια να επισημάνει την κρισιμότητα της κατάστασης, ο υπουργός Οικονομικών, Ερίκ Λομπάρ, δήλωσε χθες δημόσια ότι η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, «είναι ένας κίνδυνος που βρίσκεται μπροστά μας». Αργότερα βέβαια, αντιλαμβανόμενος τον τρόμο που προκάλεσε στις αγορές, έσπευσε να αναδιπλωθεί, γράφοντας στο X: «Δεν βρισκόμαστε σήμερα υπό την απειλή οποιασδήποτε παρέμβασης, ούτε του ΔΝΤ, ούτε της ΕΚΤ, ούτε κανενός διεθνούς οργανισμού».

Χωρίς τους Σοσιαλιστές, η κεντροδεξιά κυβέρνηση του Μπαϊρού δεν μπορεί να επιβιώσει. Όπως αναφέρει η Guardian, υπάρχει ευρεία συμφωνία μεταξύ οικονομολόγων ότι η πτώση του Μπαϊρού θα προκαλέσει περαιτέρω εικασίες σχετικά με την υγεία της οικονομίας και των δημόσιων οικονομικών. Από την πλευρά του, μέσα σε αυτήν την πολύ κρίσιμη συγκυρία, ο Εμανουέλ Μακρόν έδωσε την «πλήρη υποστήριξή» του στην απόφαση του Φρανσουά Μπαϊρού να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Μάλιστα, το βράδυ ο Πρωθυπουργός θα είναι καλεσμένος στο δελτίο ειδήσεων στο TF1, από όπου θα επιχειρήσει για άλλη μια φορά να πείσει για τα πλάνα του. Την Τρίτη, ο ίδιος κάλεσε τους βουλευτές να επιλέξουν μεταξύ «χάους» ή «ευθύνης » .

Επιπλέον, σύμφωνα με την εφημερίδα Le Parisien και το BFMTV, ο πρωθυπουργός θα προτείνει στους αρχηγούς των κομμάτων και στους προέδρους των κοινοβουλευτικών ομάδων να συναντηθούν από τη Δευτέρα στο Ματινιόν. Στόχος: να συζητήσουν την δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και να αποσπάσει τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, ένα έργο εξαιρετικά δύσκολο δεδομένων των συσχετισμών.

Την ίδια στιγμή, ο Μπαϊρού φαίνεται να είναι αντιδημοφιλής και στις δημοσκοπήσεις, στις οποίες φαίνεται ότι πάνω από το 60% των Γάλλων θέλει εκλογές, ενώ το κίνημα «Εssentiels», ετοιμάζεται να παραλύσει τη χώρα στις 10 Σεπτεμβρίου.

Πίσω από το σύνθημα «Μπλοκάρουμε τη χώρα» στα κοινωνικά δίκτυα, βρίσκεται το αντιευρωπαϊκό δίκτυο «Essentiels», με αιτήματα που περιλαμβάνουν ακόμη και την απομάκρυνση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. Η πρώτη δημόσια εμφάνιση του καλέσματος έγινε μέσω TikTok, από τον λογαριασμό Les Essentiels, ενώ η κινητοποίηση υιοθετήθηκε από άλλες συλλογικότητες όπως το δίκτυο Indignons-nous στο Telegram. Η ημερομηνία της διαδήλωσης τοποθετείται δύο ημέρες μετά την κρίσιμη συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης.

Το συνδικάτο των «κίτρινων γιλέκων» έχει δηλώσει στήριξη, ανακοινώνοντας ήδη δράσεις από τις 26 Αυγούστου. Στο πολιτικό επίπεδο, η La France insoumise του Ζαν-Λικ Μελανσόν και οι Οικολόγοι προσυπογράφουν την κινητοποίηση. Αντίθετα, η Ακροδεξιά κρατά αποστάσεις, αν και τμήμα των ψηφοφόρων της εκφράζει πρόθεση συμμετοχής. Από τα μεγάλα συνδικάτα, μόνο η CGT βλέπει τη διαδήλωση ως «πρώτο βήμα» για μια γενικευμένη κοινωνική αντεπίθεση.

Η οργάνωση καλεί σε «απεργία της κάρτας» με διακοπή ηλεκτρονικών συναλλαγών για μία ημέρα και ζητά την αποχώρηση της Γαλλίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο στόχαστρο βρίσκεται το σχέδιο εξοικονόμησης 44 δισ. ευρώ του Μπαϊρού, που προβλέπει περικοπές σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές, καθώς και κατάργηση αργιών. Οι αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα συνοψίζονται στο σύνθημα: «Αυτή τη φορά, αποφασίζουμε εμείς».

Σύμφωνα με έρευνα του TF1, το κίνημα ξεκίνησε στις 21 Μαΐου 2025 στη βορειοανατολική Γαλλία από τον Julien Marissiaux, που θεωρείται ο πρωτεργάτης της οργάνωσης. Οι Essentiels υποστηρίζουν το «Frexit» και συνδέονται με προσωπικότητες όπως οι Francis Lalanne και Idriss Aberhkane, που έχουν δραστηριοποιηθεί σε δίκτυα παραπληροφόρησης. Παρά τον έντονο εθνικιστικό και αντιευρωπαϊκό τους προσανατολισμό, δηλώνουν ότι εκφράζουν μια «δημιουργική αντίσταση» για την ανάδειξη της εθνικής κυριαρχίας και την προστασία των μικρών επιχειρήσεων.

Τι συμβαίνει με τα οικονομικά της Γαλλίας

Με την πρώτη ματιά, η κατάσταση της Γαλλίας μπορεί να μην φαίνεται τόσο απελπιστική. Είναι ένας εκ των πυλώνων της Ευρωζώνης, το δημόσιο χρέος της είναι χαμηλότερο σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας από αυτό της Ιταλίας και το κόστος εξυπηρέτησης του ετήσιου χρέους της είναι πολύ χαμηλότερο από του Ηνωμένου Βασιλείου. Ωστόσο, ενώ ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Γαλλίας είναι χαμηλότερος από το 135% της Ιταλίας, η Ρώμη έχει τον έλεγχο των ετήσιων δαπανών της.

Η Ιταλία μπορεί να υποφέρει από χαμηλή ανάπτυξη, αλλά όχι χαμηλότερη από αυτή της Γαλλίας, και η πρόβλεψη της Κομισιόν είναι για βελτίωση την επόμενη χρονιά. Την ίδια στιγμή, το έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί από το 3,3% φέτος στο 2,9% το 2026, κάτω από το όριο του 3% που ορίζει η Επιτροπή. Η Γαλλία, αντίθετα, κλείνει γρήγορα την ψαλίδα με τον γείτονά της, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ένα επίμονο ετήσιο δημοσιονομικό κενό, που ωθεί τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ από το 113% πέρυσι σε πάνω από 120% μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Για τους διεθνείς επενδυτές, έχει λιγότερη σημασία το μέγεθος του χρέους από την πορεία του, υπογραμμίζει η Guardian.

Έτσι, ενώ το κόστος εξυπηρέτησης του γαλλικού χρέους είναι χαμηλό, στο 3,5% για τα 10ετή ομόλογα, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο πληρώνει 4,7%, δεν είναι τόσο χαμηλό όσο της Ιταλίας. Ακόμα και η Ελλάδα ξεπερνά τη Γαλλία. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕKT, η Ελλάδα έχει λόγο χρέους προς ΑΕΠ 158%, αλλά πληρώνει μόνο 3,36% για τα 10ετή ομόλογα της.

Ο Εμανουέλ Μακρόν προσπάθησε να πείσει τον γαλλικό λαό ότι τα δημόσια οικονομικά χρειάζονται μια σημαντική «χειρουργική επέμβαση», αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Προειδοποίησε ενάντια στην εφησυχασμό, λέγοντας ότι «οι εποχές της αφθονίας τελείωσαν». Ίσως η πιο αντιδημοφιλής του πράξη μέχρι στιγμής ήταν να προωθήσει την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62. Η κυβέρνηση μειοψηφίας του Μπαϊρού σκοπεύει να πάει ακόμα πιο πέρα. Σχεδιάζει να εξοικονομήσει σχεδόν 44 δισ. ευρώ, ώστε να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα από το 5,8% του ΑΕΠ πέρυσι στο 4,6% το 2026. Μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προτάσεις είναι η κατάργηση δύο γαλλικών αργιών.

Το μόνο σχέδιο διάσωσης που φαίνεται διαθέσιμο είναι η αναδιαμόρφωση του προϋπολογισμού, ώστε να έρθει το Σοσιαλιστικό Κόμμα με το μέρος του, αν και οι πολύμηνες αντιπαραθέσεις, κάνουν αυτό το σενάριο να φαντάζει μακρινό.

Ο Τζόζεφ Ντίκερσον, αναλυτής στη Jefferies, δήλωσε ότι παρά την πτώση της αξίας των γαλλικών τραπεζών στο χρηματιστήριο σήμερα, υπήρχαν ελάχιστες συνέπειες από το υψηλότερο κόστος δανεισμού ή την πολιτική αστάθεια για τον γαλλικό χρηματοπιστωτικό τομέα, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Είπε ότι η πολιτική κρίση αποτελεί περισσότερο απειλή για την οικονομική ανάπτυξη παρά για τη φερεγγυότητα της κυβέρνησης.

Αναλυτές της Goldman Sachs δήλωσαν ότι αναμένουν ο Μπαϊρού να μετριάσει την απαίτησή του για μείωση του ετήσιου ελλείμματος ως τρόπο διάσωσης της κυβέρνησής του. Ωστόσο, ένα υψηλότερο έλλειμμα «θα σήμαινε περαιτέρω αύξηση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ και θα έθετε ξανά στο προσκήνιο πιθανές υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης». Αυτό θα έφερνε μια τόνωση στην οικονομία, καθώς «μια μικρότερη μείωση του ελλείμματος την επόμενη χρονιά θα σήμαινε μικρότερη δημοσιονομική επιβάρυνση και θα ήταν θετικό για την ανάπτυξη», ανέφεραν. «Αλλά η σύσφιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών και η αύξηση της αβεβαιότητας πολιτικής θα ήταν πιθανόν αρνητικά για την ανάπτυξη. Συνολικά, πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη θα συνεχίσει να κινείται στο 0,6% το 2025 και στο 0,9% το 2026», πρόσθεσαν.

Αυτά τα στοιχεία θα είναι δυσοίωνα για τον Μακρόν, που είχε δεσμευθεί να αναπτύξει μια πιο ζωντανή, υψηλής ανάπτυξης οικονομία.

Η Γαλλία, προσθέτει ο Guardian προετοιμάζεται για πολιτική παράλυση ή αποσταθεροποίηση, σε μια περίοδο που οι γεωπολιτικές απαιτήσεις εντείνονται: ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ρωσική απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπης, οι εμπορικές εντάσεις ΕΕ/ΗΠΑ και η κλιμακούμενη διαμάχη με την κυβέρνηση Τραμπ σχετικά με την αναμενόμενη αναγνώριση της Παλαιστίνης από τη Γαλλία. Ως η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της ΕΕ, η Γαλλία είναι συν-ηγέτης του δυτικού συνασπισμού, που θα μπορούσε να στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία σε περίπτωση ειρηνευτικής συμφωνίας. Ωστόσο, η διεθνής εστίαση του προέδρου Μακρόν μπορεί σύντομα να πρέπει να στραφεί στην εσωτερική αναζήτηση νέου πρωθυπουργού.

Λόγω του μεγέθους της γαλλικής οικονομίας, η αβεβαιότητα προκαλεί ανησυχία στην ευρωζώνη γενικότερα, με το χρηματιστήριο του Παρισιού να «κοκκινίζει» μετά την ανακοίνωση του Μπαϊρού. Οι μετοχές των γαλλικών τραπεζών υποχώρησαν και το κόστος δανεισμού αυξήθηκε. Στη σημερινή βέβαια συνεδρίαση, ο γαλλικός δείκτης CAC είχε ανάκαμψη κατά 0,44%.

Τι μέλλει γενέσθαι με τον προϋπολογισμό αν πέσει η κυβέρνηση

Δεδομένης της ενισχυμένης πιθανότητας να πέσει η γαλλική κυβέρνηση, η Le Dauphine παρουσιάζει δύο σενάρια. Όπως σημειώνει ο Ματιέ Πλαν, αναπληρωτής διευθυντής του τμήματος ανάλυσης και προβλέψεων του OFCE (Γαλλικό Παρατηρητήριο Οικονομικών Συγκυριών), είτε ο Εμανουέλ Μακρόν θα διορίσει μια κυβέρνηση με νέο πρωθυπουργ,ό που θα καταφέρει να βρει έναν τρόπο να προωθήσει έναν προϋπολογισμό, είτε θα υπάρξει ξανά διάλυση και στη συνέχεια θα μπούμε σε έναν νέο κόσμο.

Εάν διοριστεί νέος Πρωθυπουργός , θα έχει λιγότερο από ένα μήνα για να παρουσιάσει τον οδικό του χάρτη. Ο Οργανικός Νόμος περί Οικονομικών (LOLF) ορίζει ότι το σχέδιο προϋπολογισμού πρέπει να υποβληθεί την πρώτη Τρίτη του Οκτωβρίου, ώστε να δοθεί στους βουλευτές επαρκής χρόνος για να αποφασίσουν. Αυτό το σχέδιο πρέπει στη συνέχεια να περάσει από την Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία και να εγκριθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου. Ένα δύσκολο έργο, αλλά όχι αδύνατο, σημειώνει το μέσο. Πέρυσι, ο Μισέλ Μπαρνιέ διορίστηκε Πρωθυπουργός στις 5 Σεπτεμβρίου και μπόρεσε να παρουσιάσει το νομοσχέδιο για τα οικονομικά στις 10 Οκτωβρίου. «Αυτό δεν λύνει το θεμελιώδες πρόβλημα: πρέπει να βρούμε έναν προϋπολογισμό για τον οποίο μπορούμε να επιτύχουμε συναίνεση ή τουλάχιστον πλειοψηφία», επιμένει ο Ματιέ Πλαν. Σε αυτή την εξίσωση ο Μισέλ Μπαρνιέ «έφαγε τα μούτρα του», επισπεύδοντας την ψηφοφορία για την πρόταση μομφής, που εγκρίθηκε στις 4 Δεκεμβρίου.

Συνεπώς, η νέα κυβερνητική ομάδα αναμένεται να εργαστεί πάνω σε ένα νέο προσχέδιο νομοσχεδίου για τα οικονομικά (PLF), κάνοντας συμβιβασμούς στο παρασκήνιο για να αποφύγει την απόρριψη. «Φαντάζομαι ότι δεν θα ξεκινήσουν από το μηδέν. Το ερώτημα είναι πόσο μπορούν να τροποποιήσουν τον προϋπολογισμό, ώστε να γίνει αποδεκτός τόσο από τις αριστερές όσο και από τις δεξιές δυνάμεις της αντιπολίτευση», σημειώνει ο Πλαν. «Δεν υπάρχει μαγικό ραβδί. Αυτές είναι πολιτικές επιλογές. Υπάρχει μια σχετικά κοινή συναίνεση ότι απαιτείται μια αρκετά σημαντική δημοσιονομική προσπάθεια. Στη συνέχεια, μένει να καθοριστεί πόσο έντονη θα είναι και πώς θα κατανεμηθεί αυτή η προσπάθεια», προσθέτει.