Καμπάνακι Ντράγκι σε ΕΕ: Βιαστείτε, δεν μπορείτε να λέτε όχι σε όλα

«Η ΕΕ θα χάσει το τρένο της ανταγωνιστικότητας», προειδοποιεί ο Ντράγκι, καθώς βλέπει τις προτάσεις του να μην υλοποιούνται έναν χρόνο μετά

Ο Μάριο Ντράγκι © EPA/ALESSANDRO DI MEO

Έναν χρόνο μετά την παρουσίαση του μεγάλου του σχεδίου για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, ο Μάριο Ντράγκι επιστρέφει στη δημόσια σκηνή με αυστηρές προειδοποιήσεις. Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, που είχε αναλάβει κατόπιν εντολής της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να εκπονήσει μια στρατηγική για την ευρωπαϊκή οικονομία, βλέπει σήμερα τις περισσότερες από τις 383 προτάσεις του να μένουν ανεφάρμοστες. Το αποτέλεσμα είναι, όπως υποστηρίζει, η Ευρώπη να χάνει πολύτιμο χρόνο, την ώρα που οι παγκόσμιοι ανταγωνιστές της, οι ΗΠΑ και η Κίνα, κινούνται με ταχύτητα.

Στην έκθεσή του το φθινόπωρο του 2024, ο Ντράγκι προειδοποίησε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει «υπαρξιακή πρόκληση» και ότι χωρίς άμεση δράση δεν θα μπορέσει να ηγηθεί σε νέες τεχνολογίες, να αποτελέσει φάρο κλιματικής υπευθυνότητας και να σταθεί ως ανεξάρτητος παίκτης στη διεθνή σκηνή. Οι προτάσεις του κάλυπταν ένα ευρύ φάσμα: κοινές επενδύσεις σε υποδομές και ενέργεια, διασύνδεση των ηλεκτρικών δικτύων ώστε η βιομηχανία να έχει πρόσβαση σε φθηνή ενέργεια, ενοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα ώστε να διοχετευθούν κεφάλαια σε startups, δημιουργία ενιαίας αγοράς υπηρεσιών, αλλά και κοινή αμυντική προμήθεια, ώστε η Ευρώπη να μειώσει την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον ανεξάρτητο οργανισμό European Policy Innovation Council, μόλις το 11,2% των προτάσεων έχει εφαρμοστεί, ενώ το 20% βρίσκεται σε μερική εφαρμογή και σχεδόν το μισό παραμένει απλώς «σε εξέλιξη». Σε κρίσιμους τομείς, όπως η ενέργεια, δεν έχει ολοκληρωθεί καμία από τις συστάσεις. Αντιθέτως, οι ΗΠΑ εμφανίζονται να αναπτύσσονται οκτώ φορές ταχύτερα από την Ευρωζώνη στο δεύτερο τρίμηνο του 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, τα οποία επικαλούνται οι Financial Times.

Γιατί η Ευρώπη δεν εφάρμοσε τις προτάσεις Ντράγκι

Η αδράνεια αυτή εξηγείται από πολλούς παράγοντες. Στις Βρυξέλλες αναγνωρίζουν ότι η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε στραμμένη την προσοχή της στην αποφυγή ενός εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ, στη διαχείριση της σχέσης με την Κίνα και στη διατήρηση της αμερικανικής στήριξης για την Ουκρανία. Την ίδια στιγμή, τα κράτη-μέλη αντιστέκονται να απεμπολήσουν εθνικές ευαισθησίες. Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, και ο Ισπανός πρωθυπουργός, Πέδρο Σάντσεθ, είχαν εκφράσει θέρμη για τις προτάσεις, όπως και ο Γερμανός πολιτικός Φρίντριχ Μερτς, που είχε παραπέμψει στο γνωστό «whatever it takes». Όμως πίσω από τις δηλώσεις στήριξης, η πρόοδος σκοντάφτει στην απροθυμία κυβερνήσεων να μοιραστούν ενέργεια, να ανοίξουν τις αγορές τους ή να αποδεχθούν κοινό χρέος.

Η αντίσταση αυτή φαίνεται πιο έντονα στην τραπεζική ένωση και στην ενοποίηση των αγορών κεφαλαίου, όπου οι εθνικοί κανόνες παραμένουν ισχυροί, όπως σημείωσε ο Ισπανός οικονομολόγος και πρώην ευρωβουλευτής Λουίς Γκαρικάνο. Στον τομέα της ενέργειας, οι χώρες που διαθέτουν χαμηλές τιμές διστάζουν να τις μοιραστούν με γείτονες που έχουν ακριβότερη ηλεκτρική ενέργεια, όπως επισήμανε η ευρωβουλευτής Άννα Στουρκ. Το ίδιο συμβαίνει με την κοινή άμυνα και το κοινό χρέος, όπου οι λεγόμενες «φειδωλές» χώρες, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, προβάλλουν βέτο.

Η Κομισιόν, από την πλευρά της, έχει επιχειρήσει να δείξει έργο δημιουργώντας μια ειδική ομάδα υπό τον Χάιντς Γιάνσεν για την προώθηση της «Πυξίδας Ανταγωνιστικότητας». Έχει επίσης συγχωνεύσει προγράμματα για τη δημιουργία ενός ταμείου 410 δισ. ευρώ, που θα στηρίξει κοινές βιομηχανικές επενδύσεις. Όμως η στελέχωση της ομάδας περιορίζεται σε μόλις οκτώ άτομα, κάτι που πολλοί θεωρούν ανεπαρκές, ενώ οι συγκρούσεις συμφερόντων ανάμεσα στα κράτη-μέλη αναπόφευκτα εμποδίζουν τις μεγάλες κινήσεις. Όπως σχολίασε Ευρωπαίος αξιωματούχος, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια μεγάλη χώρα να χρηματοδοτεί με τους φόρους της μια βιομηχανική μονάδα στη Σλοβενία.

Από τα μέχρι τώρα βήματα, λίγα μπορούν να χαρακτηριστούν «game changers». Η Deutsche Bank σημειώνει ότι η πρόοδος περιορίζεται σε εύκολους στόχους, όπως ο κοινός δανεισμός για την άμυνα ή η μείωση της γραφειοκρατίας. Όμως η υπερβολική έμφαση στην «απλοποίηση» μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ: αντί να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα, έχει δημιουργήσει αβεβαιότητα στις επιχειρήσεις, με τις περίφημες «ομπρέλες νομοθεσίας» να συγκεντρώνουν πολλές αλλαγές σε μία, χωρίς όμως να παρέχουν λεπτομέρειες. «Η απλοποίηση είναι δευτερεύον ζήτημα. Αν δεν υλοποιηθούν οι υπόλοιπες πολιτικές που πρότεινε ο Ντράγκι, δεν θα αλλάξει τίποτα», σχολίασε ο Σάντερ Τορντουάρ του Centre for European Reform.

Ντράγκι σε Ευρωπαίους ηγέτες: «Δεν μπορείτε να λέτε όχι σε όλα»

Ο ίδιος ο Ντράγκι δεν έχει σταματήσει να υπενθυμίζει στους ηγέτες ότι το παράθυρο ευκαιρίας κλείνει. «Δεν μπορείς να λες όχι σε όλα: στο κοινό χρέος, στην ενοποίηση της αγοράς, στη δημιουργία ένωσης κεφαλαιαγορών. Δεν μπορείς να λες όχι σε όλους και σε όλα», είχε πει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τον περασμένο μήνα μίλησε για ένα «πολύ σκληρό ξύπνημα», μετά τις διαπραγματεύσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ, όταν η Ευρώπη βρέθηκε να αποδέχεται αμερικανικούς δασμούς και να αυξάνει τις στρατιωτικές δαπάνες υπό πίεση, κινήσεις που, όπως τόνισε, δεν αντανακλούν κατ’ ανάγκη τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, έχει προαναγγείλει ότι η σύνοδος κορυφής του Οκτωβρίου θα αποτελέσει «πολύ σημαντική στιγμή» για να τεθούν επί τάπητος ζητήματα όπως η ένωση κεφαλαιαγορών, το ψηφιακό ευρώ και η διεθνής ενίσχυση του ρόλου του κοινού νομίσματος. Ωστόσο, παραμένει αμφίβολο αν οι εθνικοί ηγέτες θα ξεπεράσουν τον κατακερματισμό που εμποδίζει την ΕΕ να κινηθεί αποφασιστικά.

Εν τω μεταξύ, οι διεθνείς εξελίξεις φαίνεται να επιβεβαιώνουν το βασικό επιχείρημα του Ντράγκι: ότι μόνο μέσω κοινής κυριαρχίας η Ευρώπη μπορεί να διατηρήσει βάρος στην παγκόσμια σκηνή. Όπως ο ίδιος είπε, «για χρόνια η Ευρωπαϊκή Ένωση πίστευε ότι το μέγεθος της οικονομίας της, με 450 εκατομμύρια καταναλωτές, της προσέδιδε γεωπολιτική ισχύ και επιρροή. Το 2025 θα μείνει στη μνήμη ως η χρονιά που αυτή η αυταπάτη κατέρρευσε».