Μερτς: Η Γερμανία ζει πάνω από τα όριά της, μονόδρομος η μεταρρύθμιση στις συντάξεις

Το δραματικό μήνυμα Μερτς για τα δημοσιονομικά της Γερμανίας και το δύσκολο στοίχημα των μεταρρυθμίσεων σε συντάξεις και άμυνα

Ο Φρίντριχ Μερτς εκφωνεί ομιλία στη δεξίωση για το Εβραϊκό Νέο Έτος του Κεντρικού Συμβουλίου Εβραίων της Γερμανίας, στο Βερολίνο © EPA/CLEMENS BILAN

Με την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) να κρατά τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να παρουσιάζει τα υψηλότερα ποσοστά σε πρόσφατη δημοσκόπηση, η αποστολή του Γερμανού καγκελάριου, Φρίντριχ Μερτς, δεν είναι καθόλου εύκολη. Ο κυβερνητικός συνασπισμός της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU/CSU) και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) αναλαμβάνει να προωθήσει μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν την ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης σε ανάπτυξη μετά από έξι τρίμηνα με συρρίκνωση ή στασιμότητα και την ανεργία αμετάβλητη στο 6,3% από τον περασμένο Μάρτιο. Η αγανάκτηση της κοινής γνώμης πηγάζει από την άνοδο του κόστους διαβίωσης, με το μεταναστευτικό να καλλιεργεί την εσωστρέφεια και τη ξενοφοβία σε μια δυσαρεστημένη και ανασφαλή κοινωνία.

Πρόκειται για μια πολύ δύσκολη εξίσωση, με την παραδοχή του Μερτς για τα δημοσιονομικά της Γερμανίας να κάνει ακόμα πιο περίπλοκη την κατάσταση. «Η Γερμανία ζει πάνω από τα όριά της» ανέφερε χαρακτηριστικά κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην Μπούντεσταγκ στο πλαίσιο της συζήτησης για τον ετήσιο προϋπολογισμό. Ο Μερτς επανέλαβε τη δέσμευσή του για ριζικές μεταρρυθμίσεις, δίνοντας έμφαση στην ανάγκη να υπάρξει ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» για το κράτος πρόνοιας στη Γερμανία. Μεταξύ άλλων αναγνώρισε ότι η χώρα δεν μπορεί να σηκώσει για πολύ καιρό ακόμη το δημοσιονομικό κόστος των συντάξεων (άλμα στο 31% του ΑΕΠ, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη). Προς αυτήν την κατεύθυνση προανήγγειλε «επώδυνα» μέτρα λιτότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι νέοι στη Γερμανία θα έχουν κάποιο μέλλον.

Πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση στη Γερμανία

Θεωρητικά η Γερμανία βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση από τη Γαλλία, όπου το δημόσιο χρέος προσεγγίζει πια το 114% του ΑΕΠ και η κυβέρνηση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν έχει αλλάξει πρωθυπουργό τέσσερις φορές κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας. Το Μέγαρο των Ηλυσίων προσδοκά πως ο Σεμπαστιάν Λεκορνί, ο νέος πρωθυπουργός της Γαλλίας, θα καταφέρει να πείσει τους Σοσιαλιστές να αποδεχτούν γενναίες περικοπές στον προϋπολογισμό αλλά ίσως όχι τα 44 δισ. ευρώ που διεκδικούσε ο προκάτοχος του, Φρανσουά Μπαϊρού από μια οργισμένη Εθνοσυνέλευση, όπου το ακροδεξιό κόμμα της Μαρί Λεπέν κατέχει 138 έδρες.

Οι υποχρεώσεις της ισχυρότερης οικονομίας στην Ευρωζώνη κινούνται στο 62,5% του ΑΕΠ, δηλαδή μια «ανάσα» πάνω από το πλαφόν του 60% που ισχύει για το δημόσιο χρέος όλων των κρατών – μελών στην Ευρωζώνη. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία έχει τα δημοσιονομικά περιθώρια για να δαπανήσει τα 500 δισ. ευρώ που αποφασίστηκαν για την τόνωση της άμυνας και ακόμη 600 δισ. ευρώ για την ανανέωση των υποδομών στη χώρα.

Εντούτοις, οι Γερμανοί ιστορικά είναι προσκολλημένοι στη δημοσιονομική λιτότητα και η μεταρρύθμιση του φρένου χρέους που πέρασε από το κοινοβούλιο τον περασμένο Μάρτιο δοκιμάζει τις πεποιθήσεις τους. Βέβαια, τα κονδύλια αυτά αναμένεται να τονώσουν τη βιομηχανική δραστηριότητα στη Γερμανία, η οποία διανύει μια σχεδόν υπαρξιακή κρίση. Μια τριετία μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη διακοπή της συνεργασίας με την Gazprom, το κόστος ενέργειας της Γερμανίας παραμένει υψηλό. Νέες προκλήσεις είναι η διοχέτευση φθηνών προϊόντων από την Κίνα, από ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα μέχρι οικιακές συσκευές, αλλά και η ομοβροντία δασμών της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ που πλήττουν δραματικά τις εξαγωγές της Ε.Ε προς τις ΗΠΑ. Μόλις προ ημερών ανακοινώθηκε η απόλυση 1.000 εργαζομένων στη Γερμανία από την αμερικανική Ford, ενώ η Bosch προχωρά σε ετήσιες περικοπές 2,5 δισ. ευρώ.

Δέσμευση Μερτς για πακέτο μεταρρυθμίσεων στη Γερμανία

Αυτές οι οικονομικές εξελίξεις λαμβάνουν χώρα την ώρα που ο Μερτς κάνει λόγο για ένα «φθινόπωρο αποφάσεων και μεταρρυθμίσεων». Απευθυνόμενος στο γερμανικό κοινοβούλιο την Τετάρτη, ο καγκελάριος ήταν άμεσος στον πολιτικό του λόγο. «Οι αποφάσεις που έχουμε μπροστά μας δεν αφορούν λεπτομέρειες, αλλά πολύ θεμελιώδη ζητήματα» είπε. Πρόσθεσε, δε, ότι δεν πρόκειται «για τίποτα λιγότερο από το μέλλον της χώρας μας -πώς ζούμε, πώς συμβιώνουμε, πώς εργαζόμαστε, πώς κάνουμε επιχειρήσεις, και αν οι αξίες μας θα συνεχίσουν να αντέχουν στον χρόνο».

Τον περασμένο μήνα, ο Μερτς είχε πει πως το κράτος πρόνοιας δεν δύναται να χρηματοδοτείται με την υφιστάμενη παραγωγή στην οικονομία. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη Γερμανία θα ήταν να κλονιστεί ο κυβερνητικός συνασπισμός, όπως συνέβη περίπου έναν χρόνο πριν με την κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς, η οποία κατέρρευσε λόγω διαφωνιών για τον προϋπολογισμό.

Αν και η έκκληση του Μερτς είχε δραματικό τόνο, η ηγέτης του AfD επέλεξε να ασκήσει δριμεία κριτική. Υποστηρίκτρια του Ντόναλντ Τραμπ και του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία, η Άλις Βάιντελ κατηγόρησε τον Μερτς πως προωθεί τον πόλεμο στην Ουκρανία. Κάτω από αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση Μερτς καλείται να διατηρήσει ισορροπίες χωρίς, ωστόσο, να οπισθοδρομήσει από την ατζέντα της που είναι σημαντική για όλη την Ευρώπη.

Σημειώνεται ότι η οικονομική και γεωπολιτική αβεβαιότητα ενθαρρύνει τα ακραία κόμματα σε όλη την Ευρώπη, με τη Βρετανία να μην είναι εξαίρεση καθώς το κόμμα UK Reform του Νάιτζελ Φαράζ, υπέρμαχο του Brexit, προηγείται στις δημοσκοπήσεις της χώρας του. Πηγές των Financial Times, ωστόσο, αποκάλυψαν πως είναι «πολλοί» οι Γερμανοί που βρίσκονται σε «άρνηση» για τους κινδύνους της ρωσικής επιθετικότητας.