Ένα κύμα αναγνωρίσεων του παλαιστινιακού κράτους από χώρες της διεθνούς κοινότητας (156 χώρες πλην των ΗΠΑ) είναι σίγουρα μια μαχαιριά στα πλευρά του Ισραήλ και της ακροδεξιάς κυβέρνησης Νετανιάχου που επιμένει ότι ποτέ δεν θα φτιαχτεί παλαιστινιακό κράτος, μετά και τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός με τη Χαμάς που ενορχήστρωσε ο Τραμπ.
Ταυτόχρονα είναι και ένα πλήγμα στην απλόχερη στήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ στο Ισραήλ, ενώ στριμώχνει και εκείνα τα κράτη που έχουν δέσει το άρμα τους πίσω από το δίδυμο Νετανιάχου-Τραμπ (για διάφορους διπλωματικούς, οικονομικούς και γεωστρατηγικούς λόγους συμφερόντων) και αρνούνται να προχωρήσουν σε αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, παρά την πίεση στο εσωτερικό τους καθώς οι κινητοποιήσεις αλληλεγγύης απλώνονται και δεν κρύβονται.
Την Πέμπτη, σχετικά με το θέμα, τοποθετήθηκε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη συζήτηση για τα εθνικά θέματα στη Βουλή. Ανέφερε ότι στην ΕΕ υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις σχετικά με την αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους, τονίζοντας πως η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες, δεν έχει προχωρήσει. Εξήγησε ότι η Αθήνα διατηρεί στρατηγική σχέση με το κράτος του Ισραήλ. Εκτίμησε ότι η αναγνώριση, στις παρούσες συνθήκες, δεν θα εξυπηρετούσε τα ελληνικά συμφέροντα, ενώ η μη αναγνώριση ενισχύει τον ρόλο της Ελλάδας ως αξιόπιστου συνομιλητή και με τις δύο πλευρές.
Πάντως, μέσα στις διαφορετικές προσεγγίσεις, μέσα στο νέο πλαίσιο για την «ειρήνη» που ηγείται ο Τραμπ και τις δυσκολίες που είναι μπροστά, μια σειρά σχολιαστές εστιάζουν στο γεγονός, ότι εάν οι κινήσεις κρατών για αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους μείνουν απλά διακηρύξεις στα χαρτιά δεν θα είναι κάτι περισσότερο από μια «ψευδαίσθηση», ένας «συμβολισμός», παρά μια πραγματική παρέμβαση ουσιαστικού περιεχομένου για το παλαιστινιακό ζήτημα και τη λύση του δράματος.
Τη λέξη «ψευδαίσθηση» χρησιμοποιεί σε σχόλιο στο Project-Syndicate, η Μανάλ Τζαμάλ, καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο James Madison και συγγραφέας του βιβλίου «Promoting Democracy: The Force of Political Settlements in Uncertain Times».
Η μακρόχρονη υπόσχεση της λύσης των δύο κρατών Ισραήλ και Παλαιστίνης
Αντί να αντιμετωπίσει τη συνεχιζόμενη γενοκτονία στη Γάζα, η διεθνής κοινότητα προσκολλάται στην ψευδαίσθηση της παλαιστινιακής κρατικής υπόστασης, σημειώνει. Ωστόσο, η εκδοχή που προωθείται σήμερα δεν πρόκειται ούτε να σταματήσει την καταστροφή της Γάζας ούτε να προσφέρει την πραγματική κυριαρχία που υπονοεί η μακρόχρονη υπόσχεση της λύσης των δύο κρατών.
Ως απάντηση στη γενοκτονία που διαπράττει το Ισραήλ στη Γάζα και στις κλιμακούμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Όχθη, η διεθνής κοινότητα αναζωπύρωσε την ιδέα της παλαιστινιακής κρατικής υπόστασης.
Στα τέλη Ιουλίου, η Γαλλία και η Σαουδική Αραβία συνδιοργάνωσαν υψηλού επιπέδου σύνοδο στη Νέα Υόρκη με τη συμμετοχή εκπροσώπων από περισσότερες από 100 χώρες, ώστε να δημιουργήσουν δυναμική γύρω από τον στόχο αυτό. Έκτοτε, ο Καναδάς, η Αυστραλία και αρκετά αραβικά κράτη ενώθηκαν στις εκκλήσεις για αναγνώριση, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε ότι θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση αν το Ισραήλ δεν συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός.
Αν και χαιρετίστηκε ευρέως ως σημαντική διπλωματική πρωτοβουλία, η προώθηση της ιδέας της παλαιστινιακής κρατικής υπόστασης σε μια στιγμή που σχεδόν 2,2 εκατομμύρια άνθρωποι υφίστανται μια συστηματική εκστρατεία λιμοκτονίας ενορχηστρωμένη από το Ισραήλ δεν είναι παρά πολιτικό θέατρο, υποστηρίζει η η Μανάλ Τζαμάλ. Η εκδοχή ενός «παλαιστινιακού κράτους» που προωθείται από τη διεθνή κοινότητα δεν πρόκειται ούτε να τερματίσει τη γενοκτονία στη Γάζα ούτε να εξασφαλίσει ένα πραγματικά κυρίαρχο κράτος.
Η αναβίωση της παλαιστινιακής κρατικής υπόστασης αυτή τη στιγμή εξυπηρετεί μόνο έναν σκοπό: να προσφέρει στο Ισραήλ νομιμοποίηση και διπλωματική κάλυψη για τις θηριωδίες στη Γάζα και τις συνεχιζόμενες επιθέσεις στη Δυτική Όχθη. Τον Μάρτιο του 2025, 147 από τα 193 κράτη–μέλη του ΟΗΕ είχαν ήδη αναγνωρίσει παλαιστινιακό κράτος. Ωστόσο, μια διεθνής κοινότητα που δεν θέλει – ή δεν μπορεί – να βάλει τέλος στη γενοκτονία και στη σκόπιμη λιμοκτονία της Γάζας δεν θα μπορέσει ποτέ να αναγκάσει το Ισραήλ να κάνει τις παραχωρήσεις που απαιτούνται για μια πραγματικά κυρίαρχη παλαιστινιακή κρατική οντότητα, υπογραμμίζει στο Project-Syndicate η καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο James Madison.

Μπενιαμίν Νετανιάχου και Ντόναλντ Τραμπ © EPA/JIM LO SCALZO
Η στιγμή για την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση και η χαμένη ευκαιρία
Στην πραγματικότητα, η στιγμή για την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση έχει ήδη χαθεί. Για δεκαετίες, το Ισραήλ εργάστηκε συστηματικά για να καταστήσει αυτή την προοπτική σχεδόν αδύνατη. Εδαφικά, θεσμικά, οικονομικά και νομικά, οποιαδήποτε τέτοια οντότητα θα έμοιαζε ελάχιστα με κυρίαρχο έθνος–κράτος. Το υπό συζήτηση έδαφος είναι κατακερματισμένο, διασπασμένο σε απομονωμένους θύλακες, και θα κάλυπτε το πολύ το 40% της Δυτικής Όχθης – πιθανότατα αποκλείοντας εντελώς τη Γάζα. Θα αναγκάσει η διεθνής κοινότητα το Ισραήλ να παραδώσει τον έλεγχο της Περιοχής C, του 60% της Δυτικής Όχθης που παραμένει υπό πλήρη ισραηλινή στρατιωτική και διοικητική εξουσία; Θα το πιέσει να παραδώσει τον έλεγχο της Γάζας;
Από το 1967, κάθε ισραηλινή κυβέρνηση έχει επεκτείνει τους εποικισμούς στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και συστηματικά ενθαρρύνει Εβραίους πολίτες να μετακομίσουν στη Δυτική Όχθη προσφέροντας οικονομικά κίνητρα και ανάπτυξη υποδομών. Κάθε εποικισμός διαθέτει μονάδα πολιτοφυλακής χρηματοδοτούμενη και οπλισμένη από το Υπουργείο Άμυνας του Ισραήλ και ουσιαστικά υποστηριζόμενη από τον στρατό, προσθέτει η Μανάλ Τζαμάλ. Θα πιέσει η διεθνής κοινότητα το Ισραήλ να διαλύσει αυτούς τους εποικισμούς ή να θεσπίσει ένα ενιαίο νομικό καθεστώς που θα υπόκειται και οι Παλαιστίνιοι (Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι) και οι Ισραηλινοί Εβραίοι;
Στο πλαίσιο της ενδιάμεσης συμφωνίας Όσλο ΙΙ του 1995, το Ισραήλ διατηρεί πλήρη έλεγχο σε όλους τους υδάτινους πόρους των κατεχομένων εδαφών. Η ρύθμιση αυτή παρέχει στους Παλαιστινίους πρόσβαση μόνο στο 20% των υδάτων του ορεινού υδροφορέα της Δυτικής Όχθης, που μοιράζονται Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι. Θα αναγκάσει η διεθνής κοινότητα το Ισραήλ να θεσπίσει δικαιότερη κατανομή των πόρων μεταξύ παλαιστινιακών κοινοτήτων και ισραηλινών εποικισμών στη Δυτική Όχθη;
Κάνει ό,τι θέλει το Ισραήλ
Σήμερα, το Ισραήλ ελέγχει σχεδόν όλα τα εξωτερικά σύνορα των κατεχομένων εδαφών. Κάθε Παλαιστίνιος – ακόμη και ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς – πρέπει να εξασφαλίσει ισραηλινή άδεια για να εισέλθει ή να εξέλθει, και συχνά ακόμη και για να μετακινηθεί εντός των εδαφών. Θα αναγκάσει η διεθνής κοινότητα το Ισραήλ να παραδώσει τον έλεγχο των συνόρων και των διαβάσεων;
Όπως, αναφέρει η Μανάλ Τζαμάλ, η Παλαιστινιακή Αρχή, που ιδρύθηκε το 1994 για να διαχειρίζεται τις παλαιστινιακές υποθέσεις στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, λειτούργησε περισσότερο ως υπεργολάβος της ισραηλινής στρατιωτικής κατοχής. Το Ισραήλ διατηρεί ακόμη και το δικαίωμα να εγκρίνει τα εκλογικά της αποτελέσματα. Θα απαιτήσει η διεθνής κοινότητα από το Ισραήλ και τους συμμάχους του να επιτρέψουν πραγματικά ελεύθερες και δίκαιες εκλογές – και να αποδεχθούν το αποτέλεσμά τους;
Με βάση το Πρωτόκολλο του Παρισιού του 1994, το Ισραήλ ελέγχει τη μεταβίβαση των εσόδων από τον ΦΠΑ προς την Παλαιστινιακή Αρχή, τα οποία αποτελούν βασική πηγή των εισοδημάτων της. Θα υποχρεώσει η διεθνής κοινότητα το Ισραήλ να επιτρέψει σε μια παλαιστινιακή κυβέρνηση να διαχειρίζεται τα δικά της έσοδα;
Τα εμπόδια που πρέπει να ξηλωθούν για ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος
Για την ίδια, αυτά τα ερωτήματα απλώς αγγίζουν την επιφάνεια των πολυάριθμων εδαφικών και διοικητικών εμποδίων που στέκονται μπροστά σε κάθε μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος. Σημαντικό είναι ότι δεν αγγίζουν καν τις ιστορικές αδικίες εις βάρος των Παλαιστινίων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων που εδώ και δεκαετίες στερούνται εκατομμύρια πρόσφυγες.
Κάθε συζήτηση για την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση που δεν αντιμετωπίζει αυτά τα ζητήματα αποσκοπεί απλώς στο να αποσπάσει την προσοχή από τις συνεχιζόμενες θηριωδίες του Ισραήλ. Η ιστορία δείχνει ότι καμία γενοκτονία δεν σταμάτησε ποτέ απευθυνόμενη στη λογική των δραστών. Μόνο μέτρα όπως οι κυρώσεις και ένα εμπάργκο όπλων μπορούν να εξαναγκάσουν το Ισραήλ να περιορίσει τη βία του, υποστηρίζει η συγγραφέας του βιβλίου «Promoting Democracy: The Force of Political Settlements in Uncertain Times».
Αντί για κενές πολιτικές χειρονομίες, οι παγκόσμιοι ηγέτες πρέπει να αντιμετωπίσουν τρία θεμελιώδη ερωτήματα: Πρέπει το διεθνές δίκαιο να ισχύει για το Ισραήλ; Πρέπει να διασφαλίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα των Παλαιστινίων; Και είναι πράγματι η διεθνής κοινότητα δεσμευμένη στη διαφύλαξη της παγκόσμιας τάξης μετά τον πόλεμο; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, υπογραμμίζει, θα καθορίσουν όχι μόνο το μέλλον της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης, αλλά και την αξιοπιστία του ίδιου του συστήματος που βασίζεται σε κανόνες.
Ο ρόλος ΟΗΕ στα 80χρονα χρόνια του: «ζωντανό-νεκρό»
Όλα αυτά γίνονται λίγες μετά και την 80ή Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ (UNGA 80) που διοργανώθηκε στη Νέα Υόρκη με θέμα «Καλύτερα μαζί: 80 χρόνια και περισσότερα για την ειρήνη, την ανάπτυξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα», υπογραμμίζοντας την ανάγκη επίτευξης των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) και αναζωογόνησης της παγκόσμιας συνεργασίας, σχολιάζουν διεθνείς αναλυτές.
Παρά την ιστορική του ίδρυση το 1945 με σκοπό την αποτροπή των πολέμων και τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο ΟΗΕ σήμερα αντιμετωπίζεται στην πραγματικότητα ως περιθωριακός θεσμός.
Η παρακμή του ΟΗΕ αντικατοπτρίζει τη γενικότερη αποδυνάμωση των διεθνών θεσμών που δημιουργήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ. Αν και αρχικά αποτελούσε χώρο περιορισμού της αμερικανικής στρατιωτικής επέκτασης μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας και των δικαιωμάτων βέτο της Σοβιετικής Ένωσης και της Κίνας, σταδιακά παρακάμφθηκε από τις ΗΠΑ σε πολεμικές επεμβάσεις όπως στο Βιετνάμ, τα Βαλκάνια, την Κούβα και τη Λιβύη.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι ΗΠΑ προώθησαν μονομερείς στρατηγικές, παρακάμπτοντας τον ΟΗΕ και επιβάλλοντας το δικό τους πλαίσιο διεθνούς τάξης μέσω συμμαχιών όπως η «συμμαχία των προθύμων».
Στον τομέα της ειρήνης, ο ΟΗΕ δεν παίζει πλέον ενεργό ρόλο στην αποτροπή πολέμων. Οι ΗΠΑ, ειδικά υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ, αναλαμβάνουν μονομερείς «διαπραγματεύσεις ειρήνης» και ενισχύουν στρατιωτικά τις επεμβάσεις τους διεθνώς, ενώ ο ΟΗΕ παραμένει παράλυτος απέναντι σε συγκρούσεις όπως στη Γάζα και την Ουκρανία.
Σύμφωνα με πρώην αξιωματούχους, ο ΟΗΕ έχει πλέον μετατραπεί σε «ζωντανό-νεκρό», συμβολίζοντας την αδυναμία του παγκόσμιου συστήματος να ενώσει τα κράτη για την εξάλειψη της φτώχειας, την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και την αποτροπή πολέμων.
Η ιστορική αποστολή του ΟΗΕ μοιάζει να έχει χαθεί, ενώ η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί αμέτοχη, με δηλώσεις που συνήθως μένουν στα χαρτιά…