Ο αντισυστημισμός και ο λαϊκισμός αποτελούν δύο από τα δυνατά χαρτιά των ακροδεξιών κομμάτων σε όλα τα μήκη και πλάτη στην Ευρώπη. Όμως όσο τα κόμματα αυτά πλησιάζουν ή και αναλαμβάνουν κυβερνητικές ευθύνες, τόσο το μέτωπο κατά των «ελίτ» και της «διεφθαρμένης» Ευρωπαϊκής Ένωσης αμβλύνεται. Το σύμπτωμα αυτό εμφανίζεται στην πορεία του Εθνικού Συναγερμού της Γαλλίας. Όπως αποκάλυψε ο Economist, ο νέος ισχυρός άνδρας του κόμματος Ζορντάν Μπαρντελά, καλεσμένος από την Ένωση των εργοδοτών, εμφανίστηκε εσχάτως με απροσδόκητα φιλοεπιχειρηματική γλώσσα.
Προέτρεψε τη Γαλλία να μάθει να αγαπά εκείνους «που δημιουργούν, που καινοτομούν, που παίρνουν ρίσκα». Δεν σταμάτησε όμως εδώ. Την ώρα που στη Γαλλία τα πνεύματα έχον οξυνθεί από την πρόταση για την επιβολή του φόρου Ζικμάν στους περίπου 2.000 πλουσιότερους ανθρώπους στη χώρα, ο κ. Μπαρντελά δεν δίστασε να δηλώσει πως «η χώρα έχει πάρα πολλές νόρμες, πάρα πολλούς φόρους», που εμποδίζουν την επιχειρηματικότητα. «Χρειαζόμαστε περισσότερη ελευθερία για τα αφεντικά των επιχειρήσεων».
Τι συμβαίνει λοιπόν; Μήπως δεν έχουμε απλώς μια αλλαγή φρουράς στο κόμμα της κ. Λεπέν, αλλά η πληθωρική παρουσία του κ. Μπαρντελά σηματοδοτεί μια πιο ρεαλιστική στροφή προς τον πραγματισμό; Μήπως ο 30χρονος ηγέτης του Εθνικού Συναγερμού, εκτός από τα 2 εκατομμύρια followers στο TikTok αναζητεί γέφυρες πρόσβασης προς τους δύσπιστους και απαιτητικούς επιχειρηματίες;
Το ενδιαφέρον είναι πως δεν είναι μόνο οι εργοδότες που κάνουν ανοίγματα στον Εθνικό Συναγερμό αλλά και παράγοντες της Δεξιάς, που αναζητούν τις δικές τους γέφυρες. Ο Economist αποκάλυψε πως ο Νικολά Σαρκοζί υποδέχτηκε τον κ. Μπαρντελά στο γραφείο του, σε μια σαφή πρωτοβουλία «αποποινικοποίησης» του Συναγερμού, εκτιμώντας ότι το κόμμα αυτό πλέον ανήκει στο «δημοκρατικό τόξο». Ο πρώην Ευρωπαίος επίτροπος Τιερί Μπρετόν είπε πως είναι καιρός να κληθεί ο Εθνικός Συναγερμός να σχηματίσει κυβέρνηση!
Αυτά τα περίεργα ραντεβού και οι αδιανόητες μέχρι πρόσφατα πολιτικές ωσμώσεις με παράγοντες της συντηρητικής Δεξιάς δίνουν τα τελευταία 24ωρα τον τόνο στις πολιτικές διεργασίες, στο έδαφος της αστάθειας και της αβεβαιότητας. Αν έχουν βάση όλα αυτά, ο Εθνικός Συναγερμός φαίνεται πως βάζει νερό στο κρασί του, μετριάζει τον αντισυστημικό του λόγο και αφήνει νεφελώδεις τις πληθωρικές εξαγγελίες για τα λαϊκά στρώματα, προκειμένου να πείσει ότι είναι έτοιμος για να κυβερνήσει τη Γαλλία.
Οι Μαρί Λεπέν και Μπαρντελά δεν είναι βέβαια οι μόνοι που επιχειρούν μια κωλοτούλμπα ολκής, οραματιζόμενοι την εξουσία. Υπάρχει και το προηγούμενο της Ιταλίας. Στη γειτονική χώρα, η κ. Μελόνι ξεκίνησε την πολιτική της καριέρα με οξύ αντισυστημικό και ευρωσκεπτικιστικό λόγο, εκδήλωσε (και εκδηλώνει) τον θαυμασμό της για το MAGA του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά ερχόμενη στην εξουσία ακολούθησε ένα διαφορετικό μονοπάτι, του πραγματισμού και του συμβιβασμού με τις Βρυξέλλες.
Ποιο μπορεί να είναι το τίμημα μιας τέτοια στροφής για τον Εθνικό Συναγερμό; Ας μην ξεχνάμε πως στο «γήπεδο» του λαϊκισμού και της πλειοδοσίας υποσχέσεων για παροχές παίζει δυνατά και το άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος: Η Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν. Παράλληλα, την ώρα που ο κ. Μπαρντελά ζητά λιγότερους φόρους για τα «αφεντικά των επιχειρήσεων», η ιδέα για φορολόγηση των πλουσίων, μπορεί να εξοργίζει τον μεγιστάνα Μπερνάρ Αρνό, αλλά κερδίζει έδαφος σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Ήδη οι Σοσιαλιστές-η στάση των οποίων στη Βουλή θα είναι κρίσιμη για την επιβίωση της νέας κυβέρνησης Λεκορνί-συναρτούν το αν θα δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης με το αν επιβληθούν φόροι στα υψηλά εισοδήματα.
Στη βάση της πολιτικής οξύτητας και των αδιεξόδων βρίσκονται βέβαια οι μεγάλες ανισότητες πλούτου και εισοδημάτων, που τα τελευταία 30 χρόνια έχουν βαθύνει (και) στη Γαλλία. Τη μερίδα του λέοντος του συνολικού πλούτου κατέχει μόλις το 10% των νοικοκυριών, ενώ το 50% από αυτά κατέχει το 92% του ακαθάριστου πλούτου, με τα «ψίχουλα» που απομένουν να εξαϋλώνονται για το άλλο 50%. Σε εθνική κλίμακα, το επίπεδο φτώχειας είναι στο 15%.
Όλα αυτά τροφοδοτούν την οργή της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών προς τις ελίτ, που εμφανίζονται αδηφάγες, απόμακρες στον κλειστό τους κόσμο, απρόθυμες να βάλουν πλάτη για το ξεπέρασμα της βαθιάς οικονομικής δυσπραγίας της Γαλλίας. Κι αν ψάξει κανείς τη βασική αιτία της κατάπτωσης της δημοτικότητας του Μακρόν και της ισχνής πλέον πολιτικής του παρουσίας οφείλεται στο ότι μεγάλο μέρος της γαλλικής κοινής γνώμης του χρεώνει την αδυναμία να αντιπαρατεθεί με τις ελίτ της χώρας.
Το φαινόμενο της οργής απέναντι στις ελίτ αλλά και της ανεπάρκειας των πολιτικών ηγεσιών να τις τιθασεύσουν έχει γίνει βαρόμετρο για την ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη. Οι εξαγγελίες ρήξης με τα κατεστημένα δίνουν πόντους σε αυτά. Όμως στην περίπτωση της Γαλλίας βρισκόμαστε ένα βήμα μπροστά. Πώς θα κριθεί από τους Γάλλους ο διαφαινόμενος εναγκαλισμός του Εθνικού Συναγερμού με τους βιομήχανους και τους τραπεζίτες; Και πόσο θα μετρήσει υπέρ του το φλερτ που επιχειρεί ο Σαρκοζί και οι συν αυτώ; Η απάντηση δεν θα αργήσει να δοθεί…