Πολεμική πλέον η οικονομία της Ρωσίας

Η Ρωσία θα μετατρέψει αυτό που επί του παρόντος εξαντλεί τον προϋπολογισμό της σε μια βιώσιμη πηγή εσόδων πουλώντας όπλα σε συμμάχους της

Ρωσικό άρμα μάχης Τ-90 © Wikimedia

Ακόμα κι αν παύσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και συμφωνηθεί κάποια ειρήνη, άσχετο αν θα διαρκέσει ή όχι, η οικονομία της Ρωσίας μπορεί να μην αποχωρήσει ποτέ από το πεδίο της μάχης.

Άλλωστε, όπως αναλύσαμε ήδη, ο πόλεμος του Πούτιν δεν διεξάγεται μόνο στο μέτωπο της Ουκρανίας αλλά είναι πολύ βαθύτερος.

Διαδοχικά χρόνια υψηλών αμυντικών δαπανών έχουν «κλειδώσει» τη χώρα σε μια κατάσταση στρατιωτικοποίησης που έχει μεταμορφώσει τα εργοστάσια, απορροφώντας στην παραγωγή πολεμικών εξοπλισμών εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους. Η αύξηση της παραγωγής όπλων απέτρεψε την ύφεση της ρωσικής οικονομίας – και θα δημιουργήσει κινδύνους κλυδωνισμού αν η Μόσχα κάνει πίσω.

Το Κρεμλίνο βέβαια δεν έχει καμία πρόθεση να κάνει πίσω. Ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θεωρεί ότι η Ρωσία πρέπει να αποτελεί μια καλά εξοπλισμένη στρατιωτική δύναμη – και για αυτό οι Δυτικοί ηγέτες φοβούνται επίθεση κατά του ΝΑΤΟ σε πέντε χρόνια ή και νωρίτερα όπως εκτιμούν ειδικοί αναλυτές – και ενσωματώνει την ακμάζουσα ρωσική πολεμική βιομηχανία στο μακροπρόθεσμο όραμά του.

Ενώ η Ρωσία πολεμά στην ανατολική Ουκρανία και η Ευρώπη ξοδεύει δισεκατομμύρια για την αναδιάρθρωση των ενόπλων της δυνάμεων, το ερώτημα θα είναι τι θα συμβεί με την πληθώρα αρμάτων μάχης και πυραύλων που παράγουν τα ρωσικά εργοστάσια.

Η Μόσχα θα μπορούσε να μετατρέψει αυτό που επί του παρόντος εξαντλεί τον προϋπολογισμό της σε μια βιώσιμη πηγή εσόδων, πουλώντας όπλα σε συμμάχους όπως η Κίνα. Καθώς όμως οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί συσσωρεύονται στα ανατολικά σύνορα του ΝΑΤΟ, αποσταθεροποιώντας τις σχέσεις με την Ευρώπη, κινδυνεύουν να γίνουν βάρος για μια οικονομία που ήδη παλεύει με τις δυτικές κυρώσεις, το ασταθές τραπεζικό σύστημα και την υποτονική ανάπτυξη.

Ο ίδιος ο Πούτιν έδειξε ότι βλέπει πέρα ​​από το τέλος του πολέμου κατά τη διάρκεια επίσκεψης του την περασμένη εβδομάδα στο παλαιότερο αμυντικό εργοστάσιο της Ρωσίας, δηλώνοντας: «Η ζήτηση για σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις δεν θα τελειώσει».

Τρομακτική αύξηση της ρωσικής στρατιωτικής παραγωγής

Η αύξηση της στρατιωτικής παραγωγής της Ρωσίας υπήρξε συγκλονιστική. Πριν από την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, ο στρατός επρόκειτο να παραλάβει 400 τεθωρακισμένα οχήματα το επόμενο έτος. Τώρα παραλαμβάνει 10 φορές περισσότερα.

Η Ρωσία έχει επίσης καινοτομήσει, αναπτύσσοντας τις δικές της γραμμές παραγωγής για drones, καθώς αυτός ο τύπος όπλου έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ρωσοουκρανικής σύγκρουσης. Ξεκινώντας αρχικά με τις εισαγωγές από το Ιράν, πέρυσι η Ρωσία παρήγαγε 1,5 εκατομμύρια drones – από 140.000 το 2023.

Το κόστος του πολέμου είναι όμως τεράστιο. Οι αμυντικές δαπάνες μεταξύ 2022 και 2024 ήταν τουλάχιστον 22 τρισεκατομμύρια ρούβλια (263 δισεκατομμύρια δολάρια), σύμφωνα με τα διαθέσιμα επίσημα στοιχεία, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Bloomberg. Και οι δαπάνες δεν δείχνουν κανένα σημάδι συγκράτησης τα επόμενα τρία χρόνια, προκαλώντας ελλείμματα σε έναν προϋπολογισμό που είναι ήδη συμπιεσμένος από τις κυρώσεις.

Η Ρωσία μπορεί να ανατρέξει στις συνέπειες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για να αντλήσει διδάγματα σχετικά με το πώς να αξιοποιήσει την πληθώρα των στρατιωτικών της εργοστασίων. Η είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο το 1941 έθεσε τα θεμέλια για να γίνει κορυφαίος παγκόσμιος πωλητής όπλων όταν ο πόλεμος τέλειωσε, σύμφωνα με την Τατιάνα Όρλοβα της Oxford Economics.

«Ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας έχει γίνει ένα γιγάντιο πεδίο δοκιμών για νέα όπλα και τεχνολογίες», είπε. Μετά το τέλος της σύγκρουσης ή τη μετάβαση σε ένα παγωμένο στάδιο, «και οι δύο χώρες θα εξάγουν την τεχνολογία και τον εξοπλισμό που έχουν αποδειχθεί πιο επιτυχημένοι».

Ρωσία, ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων ως το 2022

Η Ρωσία ήταν άλλωστε ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων στον πλανήτη μετά τις ΗΠΑ πριν την επίθεση στην Ουκρανία. Οι ρωσικές πωλήσεις μειώθηκαν μόνο τα τελευταία χρόνια, επειδή χρησιμοποιεί ό,τι κατασκευάζει στην εκστρατεία που πραγματοποιεί κατά του γείτονά της.

Η ρωσική αμυντική βιομηχανία συμμετέχει για άλλη μια φορά σε εκθέσεις όπλων στην Ινδία, την Κίνα, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Για πρώτη φορά μετά από 6 χρόνια, ρωσικά όπλα παρουσιάστηκαν σε εκθέσεις στη Μαλαισία και τη Βραζιλία. Οι προσφορές καλύπτουν όλο το φάσμα του στρατιωτικού εξοπλισμού. Οι μεταφορές τεχνολογίας και η συμπαραγωγή βρίσκονται επίσης στο τραπέζι.

Η κρατική εταιρεία εξαγωγής όπλων Rosoboronexport, η οποία διαχειρίζεται περίπου το 85% των πωλήσεων στο εξωτερικό, αναφέρει ότι η συσσωρευμένη ζήτηση έχει οδηγήσει τις παραγγελίες της σε ρεκόρ 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων — παρέχοντας στα εργοστάσια εγγυημένη ζήτηση και πολυετή συμβόλαια.

Η Ρωσία θα μπορούσε να εξάγει στρατιωτικό εξοπλισμό αξίας 17 έως 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως τα πρώτα τέσσερα χρόνια μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, εκτιμά το Κέντρο Ανάλυσης του Παγκόσμιου Εμπορίου Όπλων, επισημαίνοντας ότι πολλά κράτη του Παγκόσμιου Νότου θέλουν να αποφύγουν την εξάρτηση από τις ΗΠΑ.

Λύση η αύξηση των εξαγωγών όπλων

«Η ζήτηση για ρωσικά όπλα δεν έχει εξαφανιστεί», δήλωσε η Άννα Μπορτσέφσκαγια, ανώτερη συνεργάτιδα στο Ινστιτούτο Πολιτικής της Ουάσινγκτον για την Εγγύς Ανατολή. «Υπάρχουν αξιωματούχοι στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική που σε περίπτωση ακόμη και μιας περιορισμένης ή προσωρινής συμφωνίας με την Ουκρανία θα έσπευδαν να επωφεληθούν από τις νέες αλυσίδες εφοδιασμού της Μόσχας». Προς το παρόν το μέτωπο απορροφά σχεδόν το σύνολο της ρωσικής παραγωγής.

Ένα κίνητρο, λέει, είναι η τιμή, καθώς η μεγάλη αύξηση του όγκου παραγωγής έχει οδηγήσει σε σημαντικές οικονομίες κλίμακας με αποτέλεσμα ορισμένα προϊόντα να είναι φθηνότερα από ό,τι πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Η στρατηγική αυτή έχει βεβαίως τα μειονεκτήματά της. Το βιβλίο παραγγελιών της Rosoboronexport, παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύει ένα τεράστιο ποσό, είναι λιγότερο από το μισό του ετήσιου αμυντικού προϋπολογισμού της Ρωσίας. Και ορισμένοι πιθανοί πελάτες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πιέσεις από τη Δύση, όπως κάνει σήμερα ο Ντόναλντ Τραμπ που ζητά από την Ινδία να σταματήσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου.

Επιπλέον, ενώ τα στρατιωτικά εργοστάσια θα συνεχίσουν να λειτουργούν – παρέχοντας απασχόληση και συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της οικονομίας – δεν πρέπει να αποκλείονται οι απολύσεις και οι μειώσεις μισθών, σύμφωνα με την Orlova της Oxford Economics. Οι εξαγωγές δεν θα δημιουργήσουν επαρκή ζήτηση για να διατηρήσουν τις εγκαταστάσεις σε λειτουργία όλο το εικοσιτετράωρο όπως κάνουν τώρα, είπε.

Είδη διπλής χρήσης

Ο Πούτιν επιμένει ότι τα χρήματα που έχει δαπανήσει η Ρωσία για την κατασκευή στρατιωτικού εξοπλισμού δεν έχουν αποτελούν σπατάλη και έχει δείξει ότι αντιλαμβάνεται την πρόκληση που έχει μπροστά του. Για να βοηθήσει στη μετάβαση που έρχεται, υποστηρίζει όχι μόνο την αύξηση των εξαγωγών όπλων, αλλά και τη στενότερη συνεργασία μεταξύ αμυντικών και πολιτικών επιχειρήσεων.

Η λεγόμενη παραγωγή ειδών διπλής χρήσης, κατά την άποψή του, θα πρέπει ήδη να είναι δυνατή για τα εξαρτήματα σε τομείς όπως η ναυπηγική, η αεροπορία, η ηλεκτρονική, ο ιατρικός εξοπλισμός και η γεωργία.

Ωστόσο για τον Ρώσο πρόεδρο, ο κυρίαρχος παράγοντας στη λήψη αποφάσεων είναι η διατήρηση ενός ετοιμοπόλεμου στρατού, στον οποίο μπορεί να βασιστεί πέρα ​​από την τρέχουσα αποστολή του – που σημαίνει ότι η αναβαθμισμένη παραγωγική ικανότητα της Ρωσίας σε οπλικά συστήματα ήρθε για να παραμείνει.