Γιατί ο Τραμπ επέβαλε τώρα τις κυρώσεις σε Rosneft και Lukoil

Σκεπτικισμός στην Ευρώπη για το κατά πόσο οι αμερικανικές κυρώσεις του Τραμπ κατά Rosneft και Lukoil στη Ρωσία θα είναι αποτελεσματικές

Ντόναλντ Τραμπ, πρόεδρος ΗΠΑ © EPA/JIM LO SCALZO

Οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσαν νέες αυστηρές κυρώσεις κατά των δύο μεγαλύτερων ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών, Rosneft και Lukoil, σηματοδοτώντας (μία ακόμη στροφή) στην πολιτική του Τραμπ απέναντι στη Ρωσία και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις περιλαμβάνουν πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και απαγόρευση συναλλαγών με αμερικανικές επιχειρήσεις, ενώ επεκτείνονται και σε ξένες τράπεζες που συνεργάζονται με τις ρωσικές εταιρείες.

Στόχος είναι να περιοριστούν τα έσοδα της Ρωσίας από το πετρέλαιο, που αποτελούν σημαντικό μέρος του κρατικού προϋπολογισμού, και να ασκηθεί πίεση στον Βλαντιμίρ Πούτιν να διαπραγματευτεί τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Ωστόσο, όπως αναφέρει σε explainer ο Guardian, οι ειδικοί διχάζονται σχετικά με την αποτελεσματικότητα των μέτρων, καθώς το Κρεμλίνο έχει «καλή» εμπειρία στην παράκαμψη κυρώσεων (σ.σ. σκιώδης στόλος). Εξάλλου, η Ρωσία διατηρεί ισχυρούς εμπορικούς δεσμούς με χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα, στα διυλιστήρια των οποίων καταλήγει το ρωσικό αργό, το οποίο μετά την επεξεργασία του, μεταφέρεται στις αγορές της Ευρώπης και της Αμερικής, παρακάμπτοντας έτσι τις διεθνείς κυρώσεις.

Σε κάθε περίπτωση, οι κινήσεις αυτές έρχονται σε μια χρονική περίοδο που ο Τραμπ φαίνεται να δυσκολεύεται να υλοποιήσει τις υποσχέσεις του για άμεση ειρήνη στην Ουκρανία. Γι’ αυτό και προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις πιέσεις των συμμάχων και την ανάγκη να κρατήσει χαμηλές τις τιμές της ενέργειας. Παράλληλα, συνεχίζονται οι συζητήσεις για τη χρήση παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στη χρηματοδότηση της ουκρανικής άμυνας, ενώ ο Ζελένσκι πιέζει για περισσότερη στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ, ακόμα και μετά την αρνητική απάντηση Τραμπ στην προμήθεια πυραύλων Tomahawk.

Τι περιλαμβάνουν οι αμερικανικές κυρώσεις;

Οι κυρώσεις του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών προβλέπουν πάγωμα όλων των περιουσιακών στοιχείων των Rosneft και Lukoil στις ΗΠΑ, καθώς και απαγόρευση κάθε εμπορικής ή οικονομικής συνεργασίας με αμερικανικές επιχειρήσεις ή πολίτες. Παράλληλα, στο στόχαστρο μπαίνουν και δεκάδες θυγατρικές των δύο εταιρειών.

Επιπλέον, οι ΗΠΑ απειλούν με δευτερεύουσες κυρώσεις ξένες τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συνεργάζονται με τις δύο ρωσικές πετρελαϊκές -κίνηση που στοχεύει κυρίως χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, οι οποίες συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο.

Η Rosneft και η Lukoil αποτελούν βασικούς πυλώνες του ρωσικού ενεργειακού τομέα, καλύπτοντας σχεδόν το 50% των εξαγωγών αργού πετρελαίου της χώρας. Σημειώνεται ότι αντίστοιχα μέτρα είχαν ήδη λάβει το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζεται να ανακοινώσει νέες κυρώσεις μέσα στα επόμενα 24ωρα.

 

Γιατί τώρα;

Κατά την προεκλογική του εκστρατεία το 2024, ο Τραμπ υποσχόταν πως θα έβαζε τέλος στον πόλεμο στην Ουκρανία «μέσα σε 24 ώρες». Από την επιστροφή του, ωστόσο, έχει συνειδητοποιήσει ότι η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη. Αρχικά δήλωσε ότι η Ουκρανία μπορεί να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη της, αλλά πρόσφατα πρότεινε διαμοιρασμό της περιοχής του Ντονμπάς, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος της υπό ρωσικό έλεγχο.

Η ακύρωση της δεύτερης Συνόδου Κορυφής με τον Πούτιν (σ.σ. Στη Βουδαπέστη) την τελευταία στιγμή έδειξε τη δυσαρέσκεια της Ουάσιγκτον για τις απαιτήσεις της Μόσχας. Ο ίδιος ο Τραμπ εξέφρασε δημοσίως την απογοήτευσή του, δηλώνοντας ότι «οι συνομιλίες με τον Βλαντίμιρ είναι καλές, αλλά δεν οδηγούν πουθενά».

Η απροθυμία της Ρωσίας να δείξει διάθεση συμβιβασμού και η συνεχής πίεση των Ευρωπαίων συμμάχων φαίνεται να ώθησαν τον Τραμπ να σκληρύνει τη στάση του, παρά τις αντιστάσεις ορισμένων υποστηρικτών του στο αμερικανικό Κογκρέσο.

Θα αποδώσουν οι κυρώσεις;

Τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αποτελούν περίπου το 1/4 του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού, γεγονός που καθιστά τον ενεργειακό τομέα στρατηγικό στόχο για ΗΠΑ και ΕΕ. Σύμφωνα με πρώην αξιωματούχους του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών, το πιο κρίσιμο στοιχείο των νέων μέτρων είναι η απειλή εναντίον τραπεζών που διευκολύνουν τις ρωσικές πωλήσεις πετρελαίου. Αν εφαρμοστεί αυστηρά, θα μπορούσε να δυσκολέψει τις συναλλαγές ακόμη και για χώρες που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό αργό, όπως η Ινδία και η Τουρκία.

Ωστόσο, αρκετοί ειδικοί εκφράζουν σκεπτικισμό. Ο Τόμας Γκράχαμ από το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων θεωρεί ότι το Κρεμλίνο είναι «πολύ έμπειρο στο να παρακάμπτει αυτού του είδους τις κυρώσεις», ενώ άλλοι αναλυτές σημειώνουν ότι η Ρωσία διαθέτει εναλλακτικά κανάλια πωλήσεων μέσω τρίτων χωρών.

Παρ’ όλα αυτά, αν οι κυρώσεις πλήξουν σοβαρά τις εξαγωγές πετρελαίου προς την Ινδία -έναν από τους βασικότερους νέους πελάτες της Μόσχας- τότε η Ρωσία θα μπορούσε να υποστεί σημαντικό οικονομικό πλήγμα. Ο αναλυτής ενέργειας Τόμας Ο’ Ντόνελ δήλωσε χαρακτηριστικά πως «στην περίπτωση που οι ινδικές τράπεζες σταματήσουν να συνεργάζονται, η Ρωσία κινδυνεύει να χάσει το κύριο έρεισμά της στις αγορές ενέργειας».

Παρά ταύτα, ο Τραμπ φαίνεται επιφυλακτικός στο να επιβάλει μέτρα που θα μπορούσαν να αυξήσουν τις τιμές του πετρελαίου και να πλήξουν την αμερικανική οικονομία. Η δέσμευσή του να διατηρήσει χαμηλές τιμές καυσίμων ίσως περιορίσει την αυστηρότητα με την οποία θα εφαρμοστούν οι κυρώσεις.

Οι άλλες επιλογές των ΗΠΑ και η δύσκολη εξίσωση για τον Τραμπ

Εν τω μεταξύ, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ πιέζουν τον Τραμπ να αναλάβει πρωτοβουλίες χρηματοδότησης της Ουκρανίας, όπως τη χρήση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για την ενίσχυση της ουκρανικής άμυνας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει ένα δάνειο ύψους 140 δισ. ευρώ, εξασφαλισμένο από τα ρωσικά κεφάλαια που έχουν δεσμευτεί σε ευρωπαϊκές τράπεζες. Οι ΗΠΑ, ωστόσο, τηρούν (ακόμη) αποστάσεις από αυτό το σχέδιο.

Παράλληλα, ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι συνεχίζει να ζητά από την Ουάσιγκτον πιο ισχυρά όπλα, όπως πυραύλους μακράς εμβέλειας, τύπου Tomahawk, που θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους εντός της ρωσικής επικράτειας. Οι σχετικές διαπραγματεύσεις δεν έχουν αποδώσει, ενώ ο Τραμπ προσπαθεί να αποφύγει μια επικίνδυνη κλιμάκωση με το Κρεμλίνο.

Υπενθυμίζεται ότι η Wall Street Journal έγραψε χθες πως η Ουάσιγκτον επέτρεψε στην Ουκρανία να χρησιμοποιεί πυραύλους που της έχουν παραχωρηθεί από άλλες δυτικές χώρες και με τους οποίους μπορεί να πλήττει στρατιωτικούς στόχους βαθιά μέσα στη Ρωσία.

Πρακτικά, ο Τραμπ καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο αντίρροπες δυνάμεις: από τη μία, να δείξει πυγμή απέναντι στον Πούτιν και να συμβάλει στον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και από την άλλη να προστατεύσει την αμερικανική οικονομία από μια πιθανή άνοδο στις τιμές της ενέργειας.