Η Ινδία βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα και εμπόδια στην ενεργειακή της πολιτική, καθώς οι αυστηρές αμερικανικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας απειλούν να διακόψουν μια από τις σημαντικότερες πηγές φθηνού αργού για τη χώρα.
Το μεγαλύτερο ινδικό διυλιστήριο, της εταιρείας Reliance Industries, εξετάζει το ενδεχόμενο να σταματήσει τις αγορές πετρελαίου από τον βασικό της ρωσικό προμηθευτή, έπειτα από την απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να εντείνει τις κυρώσεις σε βάρος των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών Rosneft και Lukoil.
Η Reliance, που διαχειρίζεται το μεγαλύτερο συγκρότημα διύλισης στον κόσμο, δήλωσε πως θα «επαναπροσδιορίσει» τις εισαγωγές της σύμφωνα με τις οδηγίες της ινδικής κυβέρνησης. Οι τιμές του πετρελαίου εκτινάχθηκαν άνω του 5% μετά την ανακοίνωση των μέτρων, καθώς οι αγορές αντέδρασαν στον φόβο περιορισμού της προσφοράς ρωσικού αργού.
Από το 2022, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ινδία αναδείχθηκε στον μεγαλύτερο αγοραστή ρωσικού πετρελαίου που μεταφέρεται δια θαλάσσης, εκμεταλλευόμενη τις μεγάλες εκπτώσεις που προσέφερε η Μόσχα. Η σχέση αυτή, ωστόσο, αποτέλεσε σημείο έντασης με την Ουάσιγκτον, καθώς ο Τραμπ έχει κατηγορήσει επανειλημμένα το Νέο Δελχί ότι ενισχύει τη ρωσική πολεμική μηχανή μέσω των αγορών του.
Δύσκολη η μείωση εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση της Ινδίας έχει ήδη ζητήσει κατ’ ιδίαν από τα τοπικά διυλιστήρια –συμπεριλαμβανομένων των κρατικών– να ξεκινήσουν τη μείωση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου. Για τα περισσότερα κρατικά διυλιστήρια, η άμεση επιχειρησιακή επίπτωση ενδέχεται να είναι περιορισμένη, καθώς προμηθεύονται ρωσικό αργό κυρίως μέσω τρίτων εμπόρων. Ωστόσο, για τη Reliance, η οποία διατηρεί απευθείας μακροπρόθεσμες συμφωνίες με τη Rosneft, η εξέλιξη αυτή είναι προβληματική στην εφαρμογή της.
Η ινδική εταιρεία υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ωφελημένους του ρωσικού πετρελαίου τα τελευταία τρία χρόνια, αποκομίζοντας κέρδη περίπου 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων χάρη στην έκπτωση της τιμής. Η απόφαση για μείωση των εισαγωγών θα μπορούσε επίσης να εξομαλύνει τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Νέου Δελχί, καθώς ο Πρόεδρος Τραμπ έχει επανειλημμένα εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τις ινδικές αγορές ρωσικού πετρελαίου.
Δευτερεύουσες κυρώσεις σε ενδιάμεσες εταιρείες
Η νέα δέσμη κυρώσεων προβλέπει ότι ξένες χρηματοπιστωτικές εταιρείες που συναλλάσσονται με τις Rosneft και Lukoil ενδέχεται να υποστούν «δευτερεύουσες κυρώσεις», γεγονός που ουσιαστικά αποκλείει τη δυνατότητα εταιρειών όπως η Reliance να χρησιμοποιούν το δολάριο ή να δανείζονται από αμερικανικές τράπεζες αν συνεχίσουν να αγοράζουν ρωσικό αργό.
Αναλυτές εκτιμούν ότι αυτό το πλαίσιο θα οδηγήσει μεγάλους διυλιστές να αναζητήσουν εναλλακτικούς προμηθευτές. Η Ινδία, που εισάγει περίπου 1,5 εκατομμύριο βαρέλια ρωσικού πετρελαίου ημερησίως, κυρίως μέσω θαλάσσιων διαδρομών, κινδυνεύει να δει σημαντική αναστάτωση στις ροές αυτές.
Ο Michael Haigh της Société Générale σημείωσε ότι η αγορά ενδέχεται να χάσει σημαντικό αριθμό βαρελιών, αν και μέρος των εξαγωγών προς την Κίνα και την Ινδία πιθανόν να συνεχιστεί μέσω μεσαζόντων. Ήδη, η Reliance αγοράζει αργό από τη Μέση Ανατολή και τη Βραζιλία για να καλύψει πιθανές ελλείψεις.
Ενώ η ινδική κυβέρνηση έχει ζητήσει διακριτικά από τις εταιρείες —συμπεριλαμβανομένων των κρατικών— να περιορίσουν σταδιακά τις εισαγωγές από τη Ρωσία, παράλληλα η Ινδία διαπραγματεύεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες μια εμπορική συμφωνία που θα μπορούσε να μειώσει τους τιμωρητικούς δασμούς 50% που έχουν επιβληθεί στα ινδικά προϊόντα, εφόσον η χώρα μειώσει ουσιαστικά την εξάρτησή της από το ρωσικό πετρέλαιο.
Οι κυρώσεις έχουν προκαλέσει αναστάτωση και στο εσωτερικό των τραπεζών, καθώς οι πληρωμές για ρωσικό πετρέλαιο ενδέχεται να παγώσουν εάν οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί αποφύγουν τον κίνδυνο τιμωρίας από την Ουάσιγκτον.
Η Reliance, υπό τον έλεγχο του δισεκατομμυριούχου Μουκές Αμπάνι, είχε υπογράψει μόλις τον Δεκέμβριο δεκαετή συμφωνία με τη Rosneft για την προμήθεια σχεδόν 500.000 βαρελιών την ημέρα. Τώρα, όμως, η συμφωνία αυτή κινδυνεύει να ακυρωθεί, με σημαντικές επιπτώσεις όχι μόνο για την εταιρεία αλλά και για το ενεργειακό ισοζύγιο της Ινδίας.