CVC: Έρευνα κατά στελέχους για φορολογική απάτη στην Ισπανία

Μεγαλοστέλεχος της CVC κατηγορείται στην Ισπανία για τέσσερα φορολογικά αδικήματα προσωπικά, ενώ η ίδια η εταιρεία για 13

Ο Javier de Jaime Guijarro της CVC © cvc.com

Στέλεχος της CVC ερευνάται για ενδεχόμενη φορολογική απάτη από τις αρχές της Ισπανίας, οι οποίες σύμφωνα με τους Financial Times έχουν βάλει στο μικροσκόπιο ένα deal πολλών δισεκατομμυρίων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.

Πρόκειται για τον Χαβιέ ντε Χάιμε Γουιχάρρο, σημαντικό στέλεχος της CVC με προσωπική περιουσία τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ και ο οποίος έχει γίνει αντικείμενο έρευνας από ισπανικό δικαστήριο για υποτιθέμενη φορολογική απάτη, κατηγορίες που απειλούν να ταράξουν τον χώρο των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στην Ισπανία.

Σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που έχουν εξετάσει οι FT, οι εισαγγελείς υποστηρίζουν ότι ο ντε Χάιμε και η CVC εξαπάτησαν το ισπανικό κράτος, καθώς εξασφάλισαν περισσότερα από 350 εκατ. ευρώ επειδή δήλωσαν τα επενδυτικά τους κέρδη ως κεφαλαιακά κέρδη και όχι ως εισόδημα, αλλά και χρησιμοποιώντας υπεράκτιες εταιρείες συμμετοχών. Οι κατηγορίες αφορούν πρακτικές που βρίσκονται στον πυρήνα της δραστηριότητας των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων διεθνώς, αλλά είναι λιγότερο γνωστές στην Ισπανία όπου τέτοιου είδους εταιρείες χαρακτηρίζονται συχνά «αρπακτικά» (“vulture funds”).

Ο ντε Χάιμε, που εντάχθηκε στη CVC το 1997, είναι ένα από τα σημαντικότερα στελέχη της παγκοσμίως. Όταν η εταιρεία μπήκε στο χρηματιστήριο πέρσι, ο ίδιος κατείχε μετοχές αξίας άνω των 500 εκατ. ευρώ και ποσοστό που ξεπερνούσαν μόνο οι τρεις ιδρυτές της CVC και ο διευθύνων σύμβουλος, Ρομπ Λούκας.

Ο Ισπανός, ο οποίος επιβλέπει για λογαριασμό του fund τις εξαγορές στην Ισπανία και την Ιταλία, είναι το πρόσωπο-κλειδί πίσω από αρκετά deal με τα οποία εξαγοράστηκαν επώνυμα brands. Ήταν η κινητήριος δύναμη πίσω από τις επενδύσεις της CVC στη La Liga (το κορυφαίο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα της Ισπανίας), στην ενεργειακή εταιρεία Naturgy και στη Deoleo, τον υποαποδοτικό όμιλο που κατέχει τις μάρκες ελαιολάδου Bertolli και Carbonell. Να σημειωθεί πως η CVC έχει παρουσία και στην Ελλάδα, με ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών πολλών κλάδων.

Τα προβλήματα του ντε Χάιμε με τις φορολογικές αρχές ξεκίνησαν μετά το κέρδος μαμούθ που αποκόμισε η CVC από την πώληση, πριν από οκτώ χρόνια, της αλυσίδας νοσοκομείων Quirónsalud στην Ισπανία. Η δραστηριότητα στον χώρο της υγείας ξεκίνησε το 1998, όταν η CVC αγόρασε έναντι 85 εκατ. δολαρίων (μαζί με το χρέος) τη μικρή ισπανική αλυσίδα Recoletas. Αργότερα την πούλησε και την επαναγόρασε, μετονομάζοντάς την σε IDC Salud και συγχωνεύοντάς την με την Quirón και άλλες ιδιωτικές κλινικές.

Όταν η CVC πούλησε τη Quirónsalud στον γερμανικό όμιλο νοσοκομείων Fresenius Helios το 2017, έλαβε 5,76 δισ. ευρώ και δήλωσε κέρδη σχεδόν 2,9 δισ. ευρώ, σύμφωνα με άτομο που γνωρίζει την υπόθεση. Αν η CVC ακολουθούσε τη συνήθη δομή κινήτρων του κλάδου, η εταιρεία και τα στελέχη της θα μοιράζονταν το 20% των 2,9 δισ. ευρώ, με το υπόλοιπο να πηγαίνει στους επενδυτές του ταμείου. Ο ντε Χάιμε πιθανότατα εισέπραξε προσωπικά δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με παλαιότερες αποκαλύψεις των FT.

Η ισπανική φορολογική αρχή ξεκίνησε έρευνα για τη συναλλαγή το 2021. Τα πορίσματα παραδόθηκαν στη συνέχεια στους εισαγγελείς, οι οποίοι απήγγειλαν κατηγορίες που αποτέλεσαν τη βάση για την απόφαση δικαστή να ανοίξει έρευνα τον περασμένο μήνα. Ο ντε Χάιμε κατηγορείται για τέσσερα αδικήματα στις προσωπικές του φορολογικές δηλώσεις μεταξύ 2015 και 2018, ενώ η CVC κατηγορείται για 13 φορολογικά αδικήματα. Ο ανακριτής θα αποφασίσει αν η υπόθεση θα παραπεμφθεί σε δίκη όταν ολοκληρωθεί η έρευνα.

Ανήσυχα τα funds για γενική αποσταθεροποίηση στην Ισπανία

«Η ακριβής φύση και οι συνθήκες των πράξεων αυτών, όπως και τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, δεν έχουν ακόμη πλήρως καθοριστεί», αναφέρει ο δικαστής. Ωστόσο, καθώς αμφισβητεί και στοχοποιεί βασικές πρακτικές του ιδιωτικού επενδυτικού τομέα στη χώρα, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η υπόθεση της CVC θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει τον κλάδο στην Ισπανία.

«Σίγουρα πρόκειται για κάτι που προκαλεί ανησυχία στον κλάδο των private equity», δήλωσε κορυφαίος δικηγόρος εξαγορών. «Αν η CVC ηττηθεί, αυτό θα χαράξει το πώς οι υπόλοιποι —και γενικά η αγορά— θα οργανώνουν τις επενδύσεις τους στο μέλλον, γεγονός που θα έθετε την Ισπανία σε μειονεκτική θέση».

Σύμφωνα με άτομο από το περιβάλλον των εισαγγελέων, βασικό στοιχείο της υπόθεσης αφορά το λεγόμενο carried interest, δηλαδή το μερίδιο των κερδών μετά την πώληση που καταβάλλεται σε στελέχη όπως ο ντε Χάιμε. Οι αρχές αναγνωρίζουν ότι ο ντε Χάιμε δήλωσε όλο το carried interest του και κατέβαλε φόρους επ’ αυτού. Σε πολλές χώρες, οι δικαιούχοι carried interest επωφελούνται από φοροαπαλλαγές που τους επιτρέπουν να πληρώνουν λιγότερο φόρο, ταξινομώντας το ως κεφαλαιακό κέρδος αντί για εισόδημα από εργασία.

Ο ντε Χάιμε δήλωσε μέρος του carried interest του ως εισόδημα από εργασία και μέρος ως εισόδημα από επενδύσεις — κάτι που, σύμφωνα με τη φορολογική αρχή, ήταν λανθασμένο. Δικηγόροι του κλάδου λένε ότι η φορολογική μεταχείριση του carried interest ήταν «γκρίζα ζώνη» στην Ισπανία την εποχή εκείνη.