Σε αμφισβήτηση τίθεται ένα από τα βασικά νομοθετικά εγχειρήματα της νέας κυβέρνησης στη Γερμανία, καθώς δοκιμαστική ψηφοφορία στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς αποκάλυψε σημαντικές αντιδράσεις στο σχέδιο μεταρρύθμισης του κρατικού συνταξιοδοτικού συστήματος.
Η κυβερνητική πλειοψηφία στηρίζεται σε εύθραυστες ισορροπίες, ενώ το κόστος της μεταρρύθμισης και η μεταβίβαση των βαρών στις νεότερες γενιές προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις. Το ενδεχόμενο καταψήφισης του νομοσχεδίου ενδέχεται να οδηγήσει ακόμη και σε κυβερνητική κρίση, την ώρα που η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με οικονομική στασιμότητα, φθίνουσες υποδομές και αυξημένες κοινωνικές δαπάνες.
Γερμανία: Ρήγμα μετά τη δοκιμαστική ψηφοφορία στο στρατόπεδο Μερτς
Μια δοκιμαστική ψηφοφορία από βουλευτές της συντηρητικής κοινοβουλευτικής ομάδας του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς έδειξε ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός ενδέχεται να δυσκολευτεί να περάσει από το κοινοβούλιο, εντός της εβδομάδας, το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο για την αναμόρφωση του κρατικού συνταξιοδοτικού συστήματος της Γερμανίας.
Από τα 208 μέλη του μπλοκ CDU/CSU στην Κάτω Βουλή (Bundestag), περίπου 10 φέρονται να καταψήφισαν το νομοσχέδιο στη μη δεσμευτική ψηφοφορία που διεξήχθη την Τρίτη στο Βερολίνο, σύμφωνα με άτομα που έχουν γνώση του αποτελέσματος. Περίπου τρία ή τέσσερα ακόμη μέλη επέλεξαν να απέχουν, πρόσθεσαν οι ίδιες πηγές, ζητώντας την ανωνυμία τους λόγω του εμπιστευτικού χαρακτήρα της συνεδρίασης.
Φόβοι για πολιτική κρίση στη Γερμανία
Καθώς ο κυβερνητικός συνασπισμός του Μερτς με τους Σοσιαλδημοκράτες διαθέτει πλειοψηφία μόλις 12 εδρών, είναι πιθανό να αποτύχει να εγκρίνει το νομοσχέδιο σε επίσημη ψηφοφορία, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί την Παρασκευή. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια πλήρους κλίμακας κυβερνητική κρίση.
Μία εναλλακτική επιλογή είναι η συντηρητική κοινοβουλευτική ομάδα να αναβάλει την ψηφοφορία στην Bundestag μέχρι να διασφαλιστεί επαρκής στήριξη.
Η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση στη Γερμανία και το δημοσιονομικό βάρος μέχρι το 2031
Τα μέτρα της μεταρρύθμισης έχουν σχεδιαστεί με στόχο τη σταθεροποίηση των συνταξιοδοτικών καταβολών έως το 2031, με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να καλύπτει το πρόσθετο κόστος. Πρόκειται για βασικό πυλώνα του κυβερνητικού σχεδίου που συμφωνήθηκε από τον συνασπισμό πριν ακόμη αναλάβει καθήκοντα, στις αρχές Μαΐου.
Ωστόσο, η προοπτική πρόσθετων δαπανών ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ προκάλεσε αντιδράσεις από μια ομάδα 18 νεότερων βουλευτών του CDU, οι οποίοι κατηγορούν τον Μερτς και τους εταίρους του στο SPD ότι μετακυλίουν υπερβολικά μεγάλο βάρος στις μελλοντικές γενιές.
Ο καγκελάριος και οι Σοσιαλδημοκράτες εταίροι του τελούν υπό αυξανόμενη πίεση να αποδείξουν ότι η κυβέρνησή τους είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα συσσωρευμένα προβλήματα της Γερμανίας.
Σε αυτά περιλαμβάνονται μια στάσιμη οικονομία, υποδομές σε φθίνουσα κατάσταση και διαρκώς αυξανόμενα κόστη για την υγεία και τις συντάξεις, καθώς και οι εμπορικές εντάσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας.
Τα μέτρα που έχει ήδη προωθήσει η κυβέρνηση για την τόνωση της ανάπτυξης χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν, με τον Μερτς να απευθύνει, τον περασμένο μήνα, έκκληση για υπομονή, παρομοιάζοντας τη Γερμανία με «ένα μεγάλο δεξαμενόπλοιο με μεγάλες μηχανές» που είναι δύσκολο να ελιχθεί.
Παράλληλα, ο καγκελάριος οφείλει να αποδείξει ότι η κυβέρνηση έχει υπό έλεγχο και το ζήτημα της παράτυπης μετανάστευσης – ένα θέμα το οποίο η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) έχει εκμεταλλευτεί επιτυχώς για να αυξήσει το ποσοστό της και να ανέλθει σε πρώτη θέση σε ορισμένες δημοσκοπήσεις.
Προειδοποίηση από το SPD και διχασμένη κοινή γνώμη
Η υπουργός Εργασίας του SPD, Μπέρμπελ Μπας, προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι εάν οι συντηρητικοί βουλευτές δεν καταφέρουν να εξασφαλίσουν επαρκή στήριξη για το συνταξιοδοτικό νομοσχέδιο, ενδέχεται να οδηγηθούν στη διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού.
Όπως δήλωσε στους δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες, θα υπήρχε ο κίνδυνος η κυβέρνηση να «μην μπορεί σχεδόν να περάσει κανένα άλλο νομοσχέδιο από το κοινοβούλιο».
Δημοσκόπηση της Forsa για τους τηλεοπτικούς σταθμούς RTL και ntv, η οποία δημοσιεύθηκε την Τρίτη, έδειξε ότι το 46% των ερωτηθέντων πιστεύει πως η ομάδα των νεότερων συντηρητικών βουλευτών θα πρέπει να εγκαταλείψει την αντίθεσή της και να στηρίξει το νομοσχέδιο στο κοινοβούλιο, ενώ το 36% εκτιμά ότι θα πρέπει να επιμείνουν στην απόρριψή του.
Την βαθύτερη κρίση από τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο διέρχεται η οικονομία, σύμφωνα με τον γερμανικό «ΣΕΒ»
Στο μεταξύ, τη «βαθύτερη ιστορικά κρίση της από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας διέρχεται η γερμανική οικονομία, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) Πέτερ Λάιμπιγκερ, ο οποίος μάλιστα κατηγόρησε την κυβέρνηση Μερτς ότι «δεν αντιδρά με αρκετή αποφασιστικότητα».
«Η οικονομική κατάσταση της Γερμανίας βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, αλλά η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν αντιδρά αρκετά αποφασιστικά. Η οικονομία της Γερμανίας βρίσκεται στη βαθύτερη ιστορικά κρίση της από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, με την γερμανική βιομηχανία να αντιμετωπίζει ένα δραματικό χαμηλό σημείο στο τέλος του 2025», τόνισε ο κ. Λάιμπιγκερ και ανέφερε ότι ο Σύνδεσμος αναμένει πτώση της παραγωγής κατά 2% για το τρέχον έτος, το οποίο θα είναι ο τέταρτος διαδοχικά χρόνος με μειωμένη παραγωγή. «Δεν πρόκειται για κυκλική ύφεση, αλλά για διαρθρωτική πτώση», διευκρινίζει ο BDI.
«Η βιομηχανική παραγωγή έχει συρρικνωθεί για ένατο συνεχόμενο τρίμηνο και απέχουμε πολύ από την κορύφωση του 2018. Η γερμανική βιομηχανία χάνει συνεχώς ουσία. Στο γ´τρίμηνο η παραγωγή μειώθηκε εκ νέου κατά 0,9% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 1,2% σε ετήσια βάση», επισημαίνεται στην ετήσια έκθεση του BDI και τονίζεται ότι η Γερμανία «χρειάζεται τώρα μια θεμελιώδη μετατόπιση της οικονομικής πολιτικής με σαφείς προτεραιότητες για ανταγωνιστικότητα και ανάπτυξη, καθώς κάθε μήνας χωρίς αποφασιστικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κοστίζει περαιτέρω θέσεις εργασίας και ευημερία και περιορίζει σοβαρά το μελλοντικό περιθώριο ελιγμών της κυβέρνησης».
Ο BDI ζητά επίσης από κυβέρνηση να δώσει προτεραιότητα στις επενδύσεις έναντι των καταναλωτικών δαπανών και να αξιοποιήσει τα κονδύλια του ειδικού ταμείου με διαφάνεια για επιπλέον επενδύσεις και αναδεικνύει την ανάγκη να μειωθεί η γραφειοκρατία, κάνοντας λόγο για «ανεκμετάλλευτο μοχλό ανάπτυξης». Ο σύνδεσμος αναφέρεται επίσης σε πακέτο 250 προτάσεων που έχει υποβάλει στην κυβέρνηση με στόχο την χωρίς κόστος ανακούφιση των επιχειρήσεων.