Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σήμερα ότι τα επόμενα βήματα για τις συνομιλίες ειρήνης σχετικά με την Ουκρανία παραμένουν ασαφή, παρά τη «σχετικά καλή» συνάντηση που είχαν στη Μόσχα ο Βλαντίμιρ Πούτιν με τους Αμερικανούς απεσταλμένους Στιβ Γουίτκοφ και Τζάρεντ Κούσνερ.
Το Κρεμλίνο ανέφερε ότι ο Πούτιν αποδέχθηκε ορισμένες αμερικανικές προτάσεις και είναι έτοιμος να συνεχίσει την προσπάθεια για συμβιβασμό, αν και δεν έχουν βρεθεί ακόμη λύσεις. Οι Αμερικανοί απεσταλμένοι θα συναντηθούν με Ουκρανούς αξιωματούχους στο Μαϊάμι.
Ο Τραμπ είπε ότι ο Πούτιν φαίνεται να θέλει συμφωνία, αλλά το αποτέλεσμα εξαρτάται από όλες τις πλευρές. Ο Ζελένσκι τόνισε ότι μόνο η προστασία των ουκρανικών συμφερόντων μπορεί να οδηγήσει σε έντιμη ειρήνη. Οι συνομιλίες εντείνονται ενώ η Ουκρανία αντιμετωπίζει δυσκολίες στο πεδίο και σοβαρή κρίση διαφθοράς.
«Θα πάρουμε όλο το Ντονμπάς με όπλα ή χωρίς»
Στο μεταξύ πρόσφατη τοποθέτηση του Βλαντίμιρ Πούτιν πως η Ρωσία σκοπεύει να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο ολόκληρου του Ντονμπάς, «με τον έναν ή τον άλλον τρόπο», επαναφέρει με οξύτητα το κεντρικό διακύβευμα του πολέμου στην Ουκρανία.
Ο Ρώσος πρόεδρος δήλωσε σε συνέντευξή του ότι, εάν οι ουκρανικές δυνάμεις δεν αποσυρθούν από τα εδάφη που εξακολουθούν να κρατούν στο Ντονέτσκ, ο ρωσικός στρατός θα τα καταλάβει με τη βία. Η Μόσχα παρουσιάζει το αίτημα αυτό ως αναγκαίο βήμα για την επίτευξη «ασφάλειας» στα νέα σύνορά της, ενώ το Κίεβο το θεωρεί ευθεία απαίτηση παράδοσης κυρίαρχου εδάφους και, συνεπώς, αδιαπραγμάτευτο.
Η ρωσική εισβολή του 2022, που ήρθε μετά από οκτώ χρόνια συγκρούσεων ανάμεσα σε φιλορώσους αυτονομιστές και ουκρανικό στρατό, είχε από την αρχή ως έναν από τους βασικούς της στόχους την κατάκτηση του Ντονμπάς. Έκτοτε η Ρωσία έχει καταλάβει το σύνολο της Λουχάνσκ και μεγάλο μέρος της περιφέρειας Ντονέτσκ, ωστόσο περίπου πέντε χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα παραμένουν υπό ουκρανικό έλεγχο. Αυτές οι περιοχές είναι σήμερα το επίκεντρο σκληρών μαχών αλλά και έντονης πολιτικής και διπλωματικής αντιπαράθεσης.
Η Μόσχα υποστηρίζει ότι η πλήρης κατάληψη του Ντονμπάς θα θέσει τέλος στη «γραμμή μετώπου» και θα επιτρέψει την «οριστική διευθέτηση» του πολέμου, την ώρα που οι ουκρανικές αρχές μιλούν για μια προσπάθεια επικύρωσης της εισβολής και νομιμοποίησης των τετελεσμένων.
Η σημασία του Ντονμπάς για τον Πούτιν
Η σημασία του Ντονμπάς υπερβαίνει κατά πολύ τον συμβολισμό. Πρόκειται για μια περιοχή με πλούσια βιομηχανική και ενεργειακή ιστορία, που επί δεκαετίες αποτελούσε τον οικονομικό πυρήνα της ανατολικής Ουκρανίας. Η Ρωσία θεωρεί ότι ο έλεγχός του θα ενισχύσει τη δική της οικονομική και στρατηγική θέση, θα δημιουργήσει μια σταθερή ζώνη επιρροής και θα μειώσει τον κίνδυνο μελλοντικών ουκρανικών επιχειρήσεων. Η Ουκρανία, αντίθετα, γνωρίζει πως η απώλεια του Ντονμπάς θα σήμαινε αποδυνάμωση της οικονομίας της, απώλεια πόρων και ένα διαρκές στρατηγικό μειονέκτημα.
Το ζήτημα αυτό βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο των όποιων διπλωματικών προσπαθειών γίνονται στο παρασκήνιο. Η Ρωσία δείχνει διατεθειμένη να συνεχίσει συνομιλίες για κατάπαυση πυρός, όμως θέτει ως όρο την αποχώρηση της Ουκρανίας από τις περιοχές που ζητά. Το Κίεβο αρνείται, υπογραμμίζοντας ότι οποιαδήποτε παραχώρηση θα αποτελούσε μήνυμα αδυναμίας και θα ενθάρρυνε περαιτέρω επιθετικότητα. Παράλληλα, οι Δυτικές χώρες στηρίζουν δημόσια τη θέση ότι δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία ειρήνης με αντάλλαγμα εδαφικές απώλειες.
Η στάση του Πούτιν επιβεβαιώνει πως η Μόσχα δεν σκοπεύει να τερματίσει τον πόλεμο χωρίς να εξασφαλίσει πλήρως τους στόχους της στο Ντονμπάς. Με τη ρωσική ηγεσία να δηλώνει ότι μπορεί να καταλάβει την περιοχή με στρατιωτικά μέσα, η ουκρανική κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο ενός ακόμη παρατεταμένου και αιματηρού γύρου συγκρούσεων.
Στο μεταξύ, ο πληθυσμός στις παραμεθόριες και στις γραμμές του μετώπου συνεχίζει να υφίσταται το βάρος των επιθέσεων, με τις υποδομές να πλήττονται και τον άμαχο πληθυσμό να βιώνει αδιάκοπες απώλειες, μετακινήσεις και ανασφάλεια.
Καθώς το 2025 φτάνει στο τέλος του, το μέλλον του Ντονμπάς παραμένει ο πιο κρίσιμος, και ίσως ο πιο επικίνδυνος, παράγοντας που καθορίζει την εξέλιξη του πολέμου. Αν η Μόσχα επιμείνει στη στρατιωτική λύση και η Ουκρανία συνεχίσει να αντιστέκεται, η προοπτική ειρήνης απομακρύνεται.