Η εισήγηση της ακροαριστεράς στη Γαλλία για την κρατικοποίηση των δραστηριοτήτων της ArcelorMittal εντός της χώρας προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την εύθραυστη κυβέρνηση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, αντανακλώντας τις πολιτικές συγκρούσεις που πυροδοτούνται από το αδιέξοδο, το οποίο αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή βιομηχανία. Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η ArcelorMittal στην Ευρώπη, καθρεφτίζονται πολλαπλά προβλήματα του ευρύτερου χαλυβουργικού κλάδου: από τον ανταγωνισμό των φθηνών κινεζικών εισαγωγών μέχρι το αυξημένο κόστος ενέργειας.
Αν και η οικονομική κατάσταση της ArcelorMittal δεν χαρακτηρίζεται «δραματική», σε αντίθεση με άλλους ευρωπαϊκούς ομίλους που κλείνουν ολόκληρες μονάδες παραγωγής, το σημερινό αντίξοο περιβάλλον την ανάγκασε να αναβάλει μια μεγάλη επένδυση στη Δουνκέρκη, την ιστορική πόλη στη βόρεια Γαλλία. Αυτή η απόφαση κινητοποίησε την αριστερή πτέρυγα της Εθνοσυνέλευσης στη Γαλλία, όπου το πολιτικό κλίμα είναι άκρως πολωμένο εδώ και μια διετία. Η Ορελί Τρουβέ, μέλος του ακροαριστερού κόμματος «Ανυπότακτη Γαλλία», πρότεινε την κρατικοποίηση της ArcelorMittal, μια εισήγηση που έγινε αποδεκτή από την Εθνοσυνέλευση στα τέλη Νοεμβρίου και αναμένεται να εξεταστεί από τη Γερουσία.
Η επένδυση της ArcelorMittal, ύψους 1,8 δισ. ευρώ στη Δουνκέρκη, η οποία μπαίνει προς το παρόν «στο συρτάρι», αφορούσε την απανθρακοποίηση του εργοστασίου που άνοιγε, ουσιαστικά τον δρόμο για την παραγωγή χάλυβα με υδρογόνο και όχι κάρβουνο. Εντάσσεται σε μια ευρύτερη πολιτική για την πράσινη μετάβαση της βαριάς βιομηχανίας στην Ευρώπη, που θεωρείται απαραίτητη για να περιοριστεί η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και για να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων. Σχεδόν μια τετραετία μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη διάρρηξη των σχέσεων μεταξύ Κρεμλίνου και Ε.Ε, το κόστος ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθεί να βαραίνει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες σε σχέση με την εποχή, που ήταν άφθονες οι ροές φυσικού αερίου από το δίκτυο αγωγών της Gazprom.
Πολιτικοί παράγοντες και η Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (CGT) στη Γαλλία ανησυχούν μήπως η απόφαση της ArcelorMittal για το πάγωμα της επένδυσης της Δουνκέρκη είναι προάγγελος μιας μεγαλύτερης οπισθοδρόμησης του πανίσχυρου ομίλου από τη χώρα. Τον περασμένο Απρίλιο ανακοίνωσε περίπου 600 με 630 απολύσεις από συνολικό προσωπικό 7.100 ατόμων. Όμως, όπως επισημαίνεται από τη «Le Figaro», η συγκεκριμένη χαλυβουργία δεν έχει σταματήσει όλες τις επενδύσεις στη Γαλλία. Η υψικάμινος -δηλαδή ένας μεγάλος κλίβανος όπου το σιδηρομετάλλευμα μετατρέπεται σε χυτοσίδηρο μέσω υψηλής θερμοκρασίας- στη μονάδα της Δουνκέρκης ανακαινίστηκε πλήρως στο πλαίσιο επενδύσεων της τάξεως των 250 εκατ. ευρώ μέσα στο 2025. Η ArcelorMittal διαθέτει περίπου 40 εγκαταστάσεις παραγωγής και επεξεργασίας στη Γαλλία.
Πώς ο φθηνός κινεζικός χάλυβας πιέζει την ArcelorMittal
Από τα πρόσφατα οικονομικά αποτελέσματα της ArcelorMittal προκύπτει πως η 2η μεγαλύτερη χαλυβουργία του κόσμου -μετά την κινεζική China Baowu Group- παραμένει εύρωστη. Για το πρώτο εννεάμηνο του 2025, δηλαδή από τον Ιανουάριο μέχρι τον Σεπτέμβριο, ανακοίνωσε καθαρά κέρδη 2,97 δισ. δολαρίων ενώ ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s αναβάθμισε πρόσφατα την πιστοληπτική της ικανότητα από το Baa3 στο Baa2.
Με μια προσεκτικότητα ματιά, όμως, αντιλαμβάνεται κανείς πως η Ευρώπη, η οποία αντιπροσωπεύει το 58% του παγκόσμιου κύκλου εργασιών της ArcelorMittal, κρύβει μεγαλύτερες προκλήσεις για σε σχέση με δραστηριότητες στον υπόλοιπο κόσμο. Ενδεικτικό είναι ότι τα περιθώρια λειτουργικών κερδών στην Ευρώπη περιορίζονται στο 2,1% έναντι του 24% στη Βόρεια Αμερική. Βασικό αίτιο αυτής της μεγάλης διαφοράς μεταξύ των δυο πλευρών του Ατλαντικού είναι ότι η μέση τιμή χάλυβα ανά τόνο είναι 20% υψηλότερη στη Βόρεια Αμερική απ’ ότι στην Ευρώπη.
Οι χαμηλές αποδόσεις στην Ευρώπη πηγάζουν από τη μεγάλη εισροή φθηνού χάλυβα από την Κίνα λόγω της υπερπαραγωγής. Αντίθετα, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ διπλασίασε τους δασμούς στον κινεζικό χάλυβα από το 25% στο 50% εκτός του 10% που ισχύει για την οριζόντια φορολόγηση όλων των εισαγωγών. Η ΕΕ αποφάσισε πρόσφατα να διπλασιάσει, επίσης, τους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα στο 50% μετά το α’ εξάμηνο του 2025, καθώς ο ευρωπαϊκός κλάδος «αιμορραγεί», διότι η Κίνα εξάγει χάλυβα ακόμη και χαμηλότερα του κόστους παραγωγής. Πέρυσι ανακοινώθηκαν από τον κλάδο σχέδια για την περικοπή 18.000 θέσεων εργασίας. Η γερμανική ThyssenKrupp ανακοίνωσε ότι θα καταργήσει 11.000 θέσεις εργασίας μέχρι το 2030, ενώ τρία από τα τέσσερα εργοστάσια της γαλλικής Ascometal «ρευστοποιήθηκαν» πρόσφατα στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης.
Εύλογα οι κατασκευαστικές εταιρείες και οι αυτοκινητοβιομηχανίες στην Ευρώπη στρέφονται στον φθηνό χάλυβα από την Κίνα, επιδιώκοντας την ελαχιστοποίηση των δαπανών σ’ ένα δύσκολο οικονομικό περιβάλλον για την ευρωπαϊκή οικονομία. Πέρυσι, οι παγκόσμιες εξαγωγές χάλυβα κινήθηκαν στους 130 εκατ. τόνους, ασκώντας πιέσεις σε παραγωγούς ανά τον κόσμο. Παραδόξως, οι αυτοκινητοβιομηχανίες είναι επίσης αντιμέτωπες με το φαινόμενο της πλεονάζουσας παραγωγής των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων από την Κίνα. Υπό αυτήν τη συγκυρία, οι κυβερνώντες καταφεύγουν στους δασμούς και τα πολιτικά κόμματα προτείνουν τη θωράκιση των βιομηχανιών, ακόμη και με τη συνταγή των κρατικοποιήσεων.