Ο Κιρ Στάρμερ μπαίνει στο 2026 λέγοντας στο υπουργικό του συμβούλιο ότι θα είναι η χρονιά της ανατροπής.
Το πρόβλημα είναι ότι ελάχιστοι, εντός και εκτός Εργατικού Κόμματος, φαίνεται να τον πιστεύουν. Μετά από 18 μήνες στην εξουσία, η πολιτική του φθορά είναι γρήγορη, ορατή, μετρήσιμη και, για πολλούς βουλευτές του, επικίνδυνα μη αναστρέψιμη.
Οι δημοσκοπήσεις είναι αμείλικτες. Από τον Απρίλιο, το λαϊκιστικό Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ προηγείται σταθερά σε εθνικό επίπεδο, ενώ οι Εργατικοί κινούνται κοντά σε ιστορικά χαμηλά.
Το πρόβλημα δεν είναι ένα μεμονωμένο λάθος, αλλά μια συσσώρευση: αναιμική ανάπτυξη, ακρίβεια που πιέζει τα νοικοκυριά, ασαφή γραμμή στο μεταναστευτικό και μια αίσθηση πολιτικής αδεξιότητας που θυμίζει, ειρωνικά, τα τελευταία χρόνια των Συντηρητικών. Γενικά πολλά πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά τελευταία στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στελέχη του κόμματος μιλούν πλέον ανοιχτά για «αντι-Μίδα». Ακόμη και πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ουδέτερες ή δημοφιλείς, περνούν χωρίς να του δίνεται πολιτικό κεφάλαιο. Ο Στάρμερ δείχνει να έχει χάσει το βασικό προνόμιο της εξουσίας: το τεκμήριο καλής πρόθεσης.
Τον Μάϊο το τεστ των δημοτικών εκλογών
Το πρώτο μεγάλο τεστ έρχεται τον Μάιο, στις τοπικές εκλογές. Μια βαριά ήττα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για εσωκομματική αμφισβήτηση, ειδικά αν συνδυαστεί με νέες κρίσεις σε ευαίσθητα μέτωπα όπως οι κοινωνικές δαπάνες, οι μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη ή η σκλήρυνση της γραμμής στο μεταναστευτικό.
Βουλευτές εκτιμούν ότι ο πρωθυπουργός απέχει «δύο ή τρεις σοβαρές κρίσεις» από το σημείο χωρίς επιστροφή.
Οι αγορές και οι επενδυτές είναι αμείλικτοι
Οι αγορές παρακολουθούν. Τα στοιχήματα στο Λονδίνο δίνουν σχεδόν 60% πιθανότητα να χάσει τη θέση του μέσα στο 2026, ενώ το κόστος αντιστάθμισης κινδύνου για τη στερλίνα αυξάνεται όσο κοιτά κανείς πιο μακριά χρονικά. Τα hedge funds αγοράζουν μεταβλητότητα που καλύπτει ακριβώς την περίοδο των τοπικών εκλογών, κάτι που δείχνει ότι η πολιτική αβεβαιότητα έχει ήδη περάσει στις τιμές.
Κι όμως, η ανατροπή δεν είναι απλή υπόθεση. Οι πιθανοί διάδοχοι έχουν όλοι αδύνατα σημεία.
Ο υπουργός Υγείας Γουες Στρίτινγκ δείχνει ανυπόμονος, αλλά θεωρείται υπερβολικά δεξιός για μεγάλο μέρος της κομματικής βάσης και είναι μπλεγμένος σε σύγκρουση με τους γιατρούς εν μέσω κρίσης στο NHS. Η Άντζελα Ρέινερ παραμένει δημοφιλής στους ακτιβιστές, όμως η πρόσφατη φορολογική υπόθεση που την οδήγησε σε παραίτηση και τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής στο ευρύ κοινό την βαραίνουν.
Ο δήμαρχος του Μάντσεστερ Άντι Μπέρναμ έχει καλύτερη εικόνα στους ψηφοφόρους, αλλά δεν είναι καν βουλευτής και οι αγορές θυμούνται τις επιθέσεις του στα ομόλογα.
Ο μη ισχυρός αντίπαλος δίνει ελπίδες στον Στάρμερ
Αυτός ο κατακερματισμός δίνει στον Στάρμερ μια ανάσα. Κάποιοι στο κόμμα πιστεύουν ότι, ελλείψει πειστικής εναλλακτικής, η απόφαση για αλλαγή ηγεσίας μπορεί να αναβληθεί για αργότερα μέσα στη θητεία. Οι πιθανότητες αποχώρησής του μεταφέρονται έτσι σταδιακά στο 2027 ή το 2028.
Ο ίδιος ποντάρει σε μια ήπια οικονομική βελτίωση, στη μείωση του πληθωρισμού και στις πρώτες μειώσεις επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας.
Ελπίζει επίσης ότι μια πιο στενή σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα συσπειρώσει το κόμμα. Το στοίχημα είναι απλό αλλά σκληρό: αν το 2026 δεν φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα, το ερώτημα δεν θα είναι αν ο Στάρμερ κινδυνεύει, αλλά ποιος θα τραβήξει πρώτος το μαχαίρι στην κούρσα για την πρωθυπουργία.