Αρχικά ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, είχε δηλώσει πως μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία μέσα σε 24 ώρες. Αλλά ούτε οι πρώτες 100 ημέρες ήταν αρκετές για να επιτύχει έστω και μια κατάπαυση του πυρός στο μεγαλύτερο πολεμικό μέτωπο στην Ευρώπη εδώ και μια 80ετία, το οποίο άνοιξε με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Απεναντίας. Οι Ρώσοι όχι μόνο δεν συναινούν σε μια 30ήμερη εκεχειρία, αλλά έχουν εντατικοποιήσει τις επιθέσεις, για να κατοχυρώσουν όσο το δυνατόν πιο πολλά εδάφη στα πεδία μάχης της νοτιοανατολικής Ουκρανίας, αλλά και για να σπάσουν το ηθικό των πολιτών με εναέριες επιθέσεις σε πιο απομακρυσμένες αστικές περιοχές, ακόμη και στο Κίεβο.
Είναι εξαιρετικά αβέβαιο εάν η συμφωνία που υπεγράφη ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Κίεβο για την αξιοποίηση των κρίσιμων πρώτων υλών της Ουκρανίας και την ανοικοδόμηση της χώρας θα επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις για ειρήνη. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι τόνισαν πως με τη συμφωνία αυτή -η οποία επιτεύχθηκε έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, που παραλίγο να καταρρεύσουν μετά την επεισοδιακή συνάντηση Τραμπ-Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο-, οι ΗΠΑ διαμηνύουν πως θα στηρίξουν μακροπρόθεσμα την Ουκρανία. Όπως αναφέρει σε επίσημη ανακοίνωση ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, έτσι η κυβέρνηση Τραμπ «δεσμεύεται σε μια ειρηνευτική διαδικασία για μια ελεύθερη, ανεξάρτητη και εύπορη Ουκρανία». Αν και το Κίεβο εξασφάλισε τον πλήρη έλεγχο του υπεδάφους, των υποδομών και των φυσικών πόρων, αυτή η οικονομική συμφωνία δεν παρέχει εγγυήσεις για την ασφάλεια της χώρας. Αναφέρει μόνο τη «μακροπρόθεσμη στρατηγική σύμπλευση» με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τη Washington Post, δεν γίνεται επίσης καμία αναφορά για το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια, το οποίο θα αποτελούσε μέρος μιας μελλοντικής συμφωνίας για την ειρήνη Μόσχας-Κιέβου.
Μολονότι, όμως, η κριτική του Τραμπ είναι πια πιο ζυγισμένη κατά της Ουκρανίας και της Ρωσίας, αναγνωρίζοντας πως οι πυραυλικές επιθέσεις των Ρώσων έχουν σκοτώσει δεκάδες αμάχους, πηγές των Financial Times υποστήριζαν προ ημερών πως οι Αμερικανοί επιδιώκουν μια ευκαιρία απόδρασης από αυτό το διπλωματικό αδιέξοδο. Έτσι, μπορεί να απομείνουν μόνοι οι Ευρωπαίοι με τους Ουκρανούς για να αντιμετωπίσουν ένα αδιάλλακτο Κρεμλίνο που διεκδικεί εδάφη της Ουκρανίας. Η Μόσχα απαιτεί, επίσης, τη δέσμευση του Κιέβου πως ουδέποτε θα επιδιώξει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Η υπεύθυνη σε θέματα εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. και πρώην πρωθυπουργός της Εσθονίας, Κάγια Κάλας, δήλωσε την Τετάρτη στη βρετανική εφημερίδα πως οι Βρυξέλλες προετοιμάζουν ένα «Σχέδιο Β» για τη διατήρηση των κυρώσεων εις βάρος της ρωσικής οικονομίας εάν οι ΗΠΑ εγκαταλείψουν τις διαπραγματεύσεις για ειρήνη και επιδιώξουν μια επαναπροσέγγιση με τη Μόσχα. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος, αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, έχουν ξεκαθαρίσει προ πολλού ότι δεν θα καθυστερήσουν σε ατελέσφορες διαβουλεύσεις εάν η Ουκρανία και η Ρωσία δεν βρουν κοινό έδαφος.
Γεγονός είναι πως η Ρωσία αρνείται να συναινέσει σε μια 30ήμερη εκεχειρία που έχει ήδη αποδεχτεί η Ουκρανία. Η πρόσφατη πρόταση του προέδρου της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, για τριήμερη εκεχειρία από τις 8 μέχρι τις 10 Μαΐου, στο πλαίσιο των εορτασμών της χώρας του για τη νίκη κατά της ναζιστικής Γερμανίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, προκάλεσε τη δυσαρέσκεια του Λευκού Οίκου, που επί Τραμπ έχει στηρίξει θέσεις του Κρεμλίνου, προς μεγάλη έκπληξη των Ευρωπαίων συμμάχων και του Κιέβου. Από τις αρχές Φεβρουαρίου, όταν η κυβέρνηση Τραμπ ενημέρωσε τη διεθνή κοινότητα πως αποκατέστησε τις επαφές με το Κρεμλίνο για να τερματίσει τον πόλεμο, η κριτική του Αμερικανού προέδρου στον Ουκρανό ομόλογο του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ήταν δριμεία. Σε πρόσφατο αφιέρωμα του περιοδικού Time είπε ξεκάθαρα πως η Κριμαία, η οποία προσαρτήθηκε παράνομα από τη Ρωσία το 2014, θα παραμείνει υπό τον έλεγχο της Μόσχας, ενώ εδώ και μήνες θέτει υπό αμφισβήτηση τη συνέχιση της στρατιωτικής βοήθειας από την Ουάσιγκτον στην Ουκρανία, αλλά και τη συλλογική ασφάλεια υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ.
Είναι άγνωστο ποια θα είναι η οριστική κατεύθυνση στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Οι πιέσεις στην κυβέρνηση Τραμπ να μη γυρίσει την πλάτη του σε ιστορικούς συμμάχους των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, ήταν έντονες τους τελευταίους μήνες. Κομβικό ρόλο έχουν διαδραματίσει εντατικές διπλωματικές προσπάθειες από τον Βρετανό πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ, και τον Γάλλο πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν. Από την ορκωμοσία του Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Ντέβιντ Λαμί, έχει συνομιλήσει 13 φορές με τον Ρούμπιο, σύμφωνα με το Politico.
Σε κεντρικό άρθρο στη Wall Street Journal, o αντιπρόεδρος των ΗΠΑ στην πρώτη θητεία του Τραμπ, Μάικ Πενς, γράφει πως «η έλλειψη στήριξης στην Ουκρανία έχει ενθαρρύνει τη Ρωσία να απορρίψει τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός και να επεκτείνει τις επιθέσεις σε πολίτες». Προσθέτει, μάλιστα, πως «οι τελευταίες 100 ημέρες έχουν αποδείξει πέραν κάθε αμφιβολίας πως ο Πούτιν δεν επιθυμεί την ειρήνη -διεκδικεί την Ουκρανία».