Το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά περίπου 7,5 τρισ. δολάρια το πρώτο τρίμηνο του 2025, αγγίζοντας νέο ιστορικό υψηλό άνω των 324 τρισ. δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία του Institute of International Finance (IIF).
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις προήλθαν από την Κίνα, τη Γαλλία και τη Γερμανία, ενώ μειώσεις καταγράφηκαν στον Καναδά, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Τουρκία, σημειώνει το Reuters.
«Η απότομη υποτίμηση του δολαρίου έναντι των βασικών εμπορικών εταίρων συνέβαλε στην αύξηση της αξίας του χρέους σε δολάρια. Ωστόσο, η αύξηση του πρώτου τριμήνου ήταν υπερτετραπλάσια του μέσου όρου 1,7 τρισ. δολ. τρίμηνο από τα τέλη του 2022», επισημαίνει το IIF στη νέα του έκθεση Global Debt Monitor.
Το συνολικό παγκόσμιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ υποχώρησε ελαφρώς, παραμένοντας λίγο πάνω από το 325%. Αντίθετα, στις αναδυόμενες αγορές ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ ανήλθε σε νέο ιστορικό υψηλό, στο 245%.
Το συνολικό χρέος των αναδυόμενων αγορών αυξήθηκε κατά πάνω από 3,5 τρισ. δολάρια, ξεπερνώντας για πρώτη φορά τα 106 τρισ. Η Κίνα αντιπροσώπευσε πάνω από 2 τρισ. της αύξησης αυτής. Το δημόσιο χρέος της Κίνας βρίσκεται στο 93% του ΑΕΠ και αναμένεται να φτάσει το 100% έως τα τέλη του 2025.
Αύξηση σε απόλυτους αριθμούς καταγράφηκε και σε άλλες μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες όπως η Βραζιλία, η Ινδία και η Πολωνία. Ωστόσο, εξαιρουμένης της Κίνας, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ στις αναδυόμενες αγορές υποχώρησε κάτω από το 180%, περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το ιστορικό υψηλό.
Σημαντική πρόκληση αποτελεί η ωρίμανση ομολόγων και δανείων: για το υπόλοιπο του 2025, οι αναδυόμενες αγορές αντιμετωπίζουν λήξεις χρέους ύψους 7 τρισ. δολαρίων, ενώ για τις ανεπτυγμένες οικονομίες το αντίστοιχο ποσό φτάνει τα 19 τρισ.
ΗΠΑ στο επίκεντρο
Η εξασθένηση του δολαρίου λειτουργεί προς το παρόν ως «μαξιλάρι» για τις αναδυόμενες αγορές, περιορίζοντας τον αντίκτυπο από την αυξημένη μεταβλητότητα που έχει προκαλέσει ο εμπορικός πόλεμος της κυβέρνησης Τραμπ.
«Ωστόσο, αν η πολιτική αβεβαιότητα παραταθεί, η δημοσιονομική πολιτική ενδέχεται να χρειαστεί να γίνει πιο επεκτατική – ειδικά σε χώρες με ισχυρούς εμπορικούς δεσμούς με τις ΗΠΑ», σημειώνει το IIF.
Η έκθεση προειδοποιεί επίσης για τις χρηματοδοτικές ανάγκες των ΗΠΑ, οι οποίες αυξάνονται λόγω των φορολογικών περικοπών που προωθεί ο Λευκός Οίκος. Η πιθανή απότομη αύξηση της προσφοράς αμερικανικών κρατικών ομολόγων ενδέχεται να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στις αποδόσεις και να αυξήσει σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της κυβέρνησης.
«Σε ένα τέτοιο σενάριο, αυξάνεται και ο κίνδυνος πληθωρισμού», σημειώνει το IIF.
Αν και ο Λευκός Οίκος βλέπει τους δασμούς ως μέσο κάλυψης του δημοσιονομικού κενού, η αβεβαιότητα στην εμπορική πολιτική και η αποσπασματική εφαρμογή της έχουν επιβαρύνει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη στις ΗΠΑ.
«Υπάρχει και η πιθανότητα ένας καθολικός δασμός 10% να μειώσει τελικά τα κρατικά έσοδα, εφόσον πυροδοτήσει αντίμετρα από το εξωτερικό», προειδοποιεί το IIF.