Συνεχίζοντας το παιχνίδι με τις λέξεις και επιλέγοντας να μην πάρει ξεκάθαρη θέση για το τι ακριβώς σχεδιάζει να κάνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ρωσία έσπευσε να πάρει αποστάσεις από τις νέες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ, διαψεύδοντας το σχετικό δημοσίευμα της Wall Street Journal.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, φέρεται να δήλωσε πρόσφατα σε Ευρωπαίους ηγέτες ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν είναι έτοιμος να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, επειδή θεωρεί ότι κερδίζει. Η δήλωση αυτή, σύμφωνα με την Wall Street Journal, έγινε μετά από την τηλεφωνική επικοινωνία του Τραμπ με τον Πούτιν και προκάλεσε αίσθηση, καθώς έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες δημόσιες τοποθετήσεις του Αμερικανού προέδρου, στις οποίες είχε υποστηρίξει ότι ο Πούτιν επιθυμεί την ειρήνη. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες άκουσαν για πρώτη φορά από τον Τραμπ κάτι που πίστευαν καιρό, γεγονός που ενίσχυσε τη δυσπιστία τους απέναντι στις πραγματικές προθέσεις της Μόσχας, συνεχίζει το αμερικανικό δημοσίευμα.
Εν τω μεταξύ, παρόλο που ο Τραμπ φαίνεται να παραδέχεται την επιμονή της Ρωσίας στη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, απέφυγε να υιοθετήσει τις ευρωπαϊκές πιέσεις για αυστηρότερη στάση έναντι του Κρεμλίνου. Αρνήθηκε, μάλιστα, να υποστηρίξει νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, παρά την επιμονή Ευρωπαίων ηγετών και του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Επιπλέόν, αν και αρχικά φάνηκε να εξετάζει την πιθανότητα επιβολής κυρώσεων στην περίπτωση που ο Πούτιν δεν δεχόταν κατάπαυση του πυρός, αργότερα άλλαξε στάση. Ειδικότερα, πρότεινε να επαναληφθούν συνομιλίες μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας σε χαμηλότερο διπλωματικό επίπεδο στο Βατικανό.
Η απροθυμία Τραμπ και το ευρωπαϊκό πρόβλημα
Όπως έγινε γνωστό, Ευρωπαίοι ηγέτες όπως ο Εμανουέλ Μακρόν, ο Φρίντριχ Μερτς, η Τζόρτζια Μελόνι και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν συμμετείχαν σε τηλεδιάσκεψη με τον Τραμπ και τον Ζελένσκι, επιδιώκοντας να πείσουν τον Αμερικανό πρόεδρο να πιέσει περισσότερο τον Πούτιν. Χωρίς, όμως, αποτέλεσμα.
Η ευθύνη για τη στήριξη της Ουκρανίας φαίνεται πως μετατοπίζεται πλέον περισσότερο στους Ευρωπαίους, καθώς η Ουάσινγκτον διατηρεί τις εξαγωγές όπλων προς το Κίεβο, εφόσον αυτές χρηματοδοτούνται κυρίως από ευρωπαϊκές χώρες και την ουκρανική κυβέρνηση. Ταυτόχρονα, βρίσκεται σε εξέλιξη η διοργάνωση μιας νέας συνάντησης αντιπροσωπειών Ρωσίας και Ουκρανίας στο Βατικανό, πιθανώς στα μέσα Ιουνίου. Η συνάντηση αυτή αναμένεται να έχει και αμερικανική παρουσία, με τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και τον ειδικό απεσταλμένο του Τραμπ, Κιθ Κέλογκ.
Η θέση της Ρωσίας
Από την πλευρά της, η Μόσχα αμφισβήτησε έντονα τις πληροφορίες της Wall Street Journal. Ειδικότερα, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε ότι το ρωσικό επιτελείο γνωρίζει τι ειπώθηκε από τον Τραμπ στον Πούτιν, όχι όμως τι ειπώθηκε αργότερα στους Ευρωπαίους. Ο Πεσκόφ επεσήμανε ότι η επίσημη τοποθέτηση του Τραμπ διαφέρει από όσα αποδίδονται στο δημοσίευμα της εφημερίδας, αφήνοντας υπόνοιες για πιθανή παραπληροφόρηση ή παρερμηνεία των δηλώσεων.
Παράλληλα, το Κρεμλίνο ανακοίνωσε πρόοδο σε συνομιλίες για την ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, με στόχο την ταυτόχρονη απελευθέρωση 1.000 κρατουμένων από κάθε πλευρά. Η συμφωνία αυτή επετεύχθη κατά την πρώτη απευθείας επαφή των δύο πλευρών από το 2022, σε συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη την προηγούμενη εβδομάδα, την ώρα που τον γύρο του κόσμου κάνουν οι εικόνες με εκτελέσεις αιχμαλώτων πολέμου.
Διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν ότι η συμφωνία ανταλλαγής δείχνει ότι ο διάλογος δεν έχει διακοπεί πλήρως και ότι εξακολουθούν να υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας σε τεχνικό και ανθρωπιστικό επίπεδο, ακόμη και εν μέσω έντασης και αβεβαιότητας για την πορεία του πολέμου. Ωστόσο, η πραγματικότητα, σύμφωνα με το Politico, είναι ότι η Ρωσία και ο Πούτιν δεν σταματούν να αγοράζουν χρόνο, καθώς φαίνεται πλέον ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι η Μόσχα θα πολεμήσει για όσα χρόνια χρειαστεί μέχρι να κερδίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία με τους όρους της.