Η Βρετανία σκοπεύει να επενδύσει πάνω από 1 δισ. στελίνες (περίπου 1,2 δισ. ευρώ) σε ένα νέο ψηφιακό σύστημα στοχοποίησης, στο πλαίσιο ενός εκσυγχρονισμού των αμυντικών του δυνατοτήτων που θα επιτρέψει στις ένοπλες δυνάμεις να εντοπίζουν και να εξουδετερώνουν εχθρικούς στόχους πιο γρήγορα από ποτέ.
Η επένδυση αυτή αποτελεί μέρος της επικείμενης Στρατηγικής Αμυντικής Ανασκόπησης της Βρετανίας, η οποία αναμένεται να δημοσιευτεί πλήρως την επόμενη εβδομάδα. Στο πλαίσιο της ανασκόπησης, το Υπουργείο Άμυνας θα ιδρύσει επίσης μια νέα Διοίκηση Κυβερνοχώρου και Ηλεκτρομαγνητικών Επιχειρήσεων, με στόχο την προστασία των στρατιωτικών δικτύων από δεκάδες χιλιάδες κυβερνοεπιθέσεις ετησίως, αλλά και τον συντονισμό των ίδιων των επιθετικών κυβερνοεπιχειρήσεων της Βρετανίας.
Η νέα διοίκηση θα έχει επίσης την ευθύνη για επιχειρήσεις παρεμβολής σημάτων εχθρικών drones και πυραύλων, καθώς και για την αναχαίτιση στρατιωτικών επικοινωνιών.
«Τα σκληρά μαθήματα από τον παράνομο πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία δεν μας αφήνουν αυταπάτες: οι συγκρούσεις του μέλλοντος θα κερδίζονται από δυνάμεις που είναι καλύτερα συνδεδεμένες, καλύτερα εξοπλισμένες και καινοτομούν πιο γρήγορα από τους αντιπάλους τους», δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Τζον Χίλεϊ. «Θα δώσουμε στις ένοπλες δυνάμεις μας τη δυνατότητα να δρουν με ταχύτητες που δεν έχουμε ξαναδεί – συνδέοντας πλοία, αεροσκάφη, άρματα μάχης και στρατιώτες, ώστε να μοιράζονται κρίσιμες πληροφορίες άμεσα και να χτυπούν πιο μακριά και πιο γρήγορα».
Η επένδυση του £1 δισ. θα συμβάλει στη δημιουργία ενός «Ψηφιακού Ιστού Στοχοποίησης» (Digital Targeting Web) έως το 2027, που θα συνδέει τα βρετανικά οπλικά συστήματα και θα επιταχύνει τις αποφάσεις στο πεδίο της μάχης. Σύμφωνα με το Υπουργείο Άμυνας, η διαδικασία αυτή θα επιτρέπει την αναγνώριση μιας απειλής από αισθητήρα σε πλοίο ή δορυφόρο και την εξουδετέρωσή της από drone ή μαχητικό αεροσκάφος — μέσω ενισχυμένης διαλειτουργικότητας μεταξύ των σωμάτων του στρατεύματος.
Η αναθεώρηση εντάσσεται στη δέσμευση της κυβέρνησης να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στο 2,5% του ΑΕΠ έως το 2027, ξεκινώντας με αυτή την πρώτη ανακοίνωση. Το Υπουργείο Άμυνας δεσμεύεται ότι η νέα στρατηγική θα τερματίσει τη «διάβρωση» των ενόπλων δυνάμεων, αναφερόμενο στην επί δεκαετίες υποχρηματοδότηση που έχει οδηγήσει το στρατό στο μικρότερο του μέγεθος από την εποχή των Ναπολεόντειων πολέμων.
Ταυτόχρονα, η Βρετανία αναμένεται να δεχτεί πιέσεις για περαιτέρω αύξηση των αμυντικών δαπανών, καθώς το ΝΑΤΟ προετοιμάζεται για διαπραγματεύσεις με τα μέλη του ενόψει της Συνόδου Κορυφής του Ιουνίου, με στόχο την αναθεώρηση του κοινού στόχου. Το νέο προτεινόμενο όριο είναι 5% του ΑΕΠ, εκ των οποίων 3,5% για «σκληρές» αμυντικές δαπάνες και 1,5% για σχετικές δαπάνες όπως κυβερνοάμυνα και φύλαξη συνόρων.
Η νέα στρατηγική δίνει έμφαση στην καινοτομία και στην τεχνολογική αναβάθμιση των αμυντικών δυνατοτήτων, με στόχο η Βρετανία να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Η εμπειρία της Ουκρανίας έχει αποδείξει ότι η δυνατότητα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών και η ενσωμάτωση αισθητήρων και οπλικών συστημάτων σε ένα δίκτυο υψηλής ταχύτητας μπορεί να είναι καθοριστικής σημασίας.
Στο ίδιο πλαίσιο, η δημιουργία της νέας Διοίκησης Κυβερνοχώρου και Ηλεκτρομαγνητικών Επιχειρήσεων κρίνεται κρίσιμη, καθώς στόχος είναι να δημιουργηθεί μια πιο ευέλικτη και αποτελεσματική δομή που θα απαντά σε πολλαπλές, ταυτόχρονες προκλήσεις: κυβερνοεπιθέσεις, επιθέσεις παρεμβολής σημάτων, και διαρροές κρίσιμων πληροφοριών.
Η νέα ψηφιακή υποδομή της Άμυνας συνδέεται επίσης με τις φιλοδοξίες της Βρετανίας να παραμείνει βασικός παίκτης στο ευρωατλαντικό σύστημα ασφάλειας και πυλώνας τεχνολογικής και στρατηγικής καινοτομίας, σε μια εποχή που η γεωπολιτική αβεβαιότητα αυξάνεται.
Το Λονδίνο επενδύει έτσι σε μια νέα γενιά στρατιωτικών δυνατοτήτων που βασίζονται όχι μόνο σε παραδοσιακά οπλικά συστήματα αλλά και σε ψηφιακά δίκτυα, συστήματα αισθητήρων και αλγόριθμους ταχείας στοχοποίησης. Αυτό το υβριδικό μοντέλο μάχης είναι εκείνο που δοκιμάστηκε με επιτυχία στην Ουκρανία — και πλέον ενσωματώνεται στον στρατηγικό σχεδιασμό της Βρετανίας.