Γαλλία: Το υψηλό δημόσιο χρέος απειλεί τις αμυντικές φιλοδοξίες

Οι αμυντικές φιλοδοξίες της Γαλλίας βρίσκονται αντιμέτωπες με την δεινή δημοσιονομική κατάσταση που βάζει εμπόδια

Εμανουέλ Μακρόν © EPA/IAN LANGSDON

Το υψηλό δημόσιο χρέος της Γαλλίας απειλεί να περιορίσει τις αμυντικές της φιλοδοξίες, αυξάνοντας τον κίνδυνο ότι ένας από τους ισχυρότερους στρατούς της Ευρώπης δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αναμενόμενη αύξηση των δαπανών, αναφέρει δημοσίευμα των Financial Times.

Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει ζητήσει την αύξηση του ετήσιου στρατιωτικού προϋπολογισμού στο 3%-3,5% του ΑΕΠ έως το 2030, από περίπου 2% που είναι σήμερα, δηλαδή σχεδόν διπλασιασμό των δαπανών στα 100 δισ. ευρώ. Αυτή η στρατηγική ευθυγραμμίζεται με τις αυξανόμενες πιέσεις των ΗΠΑ προς την Ευρώπη για μεγαλύτερη συμμετοχή στην άμυνα της ηπείρου. Παράλληλα, αποσκοπεί στην αναβάθμιση των ενόπλων δυνάμεων της Γαλλίας, που έχουν υποστεί διαχρονικές περικοπές μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Τα σοβαρά εμπόδια

Ωστόσο, η δεινή δημοσιονομική κατάσταση δημιουργεί σοβαρά εμπόδια. Με χρέος που αγγίζει το 113% του ΑΕΠ -το τρίτο υψηλότερο στην Ευρωζώνη μετά την Ελλάδα και την Ιταλία- και έλλειμμα 5,8% το 2024, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες στην εξεύρεση πόρων για επιπλέον δαπάνες. Ο Clément Beaune, πρώην υπουργός και στενός σύμμαχος του Μακρόν, τόνισε ότι για να βρεθούν οι αναγκαίοι πόροι απαιτείται «ριζοσπαστική ώθηση» και ειλικρίνεια απέναντι στο κοινό για τις δύσκολες επιλογές που πρέπει να γίνουν.

Ο Beaune απέρριψε την αύξηση φόρων, λόγω ήδη υψηλών επιβαρύνσεων, ενώ υποστήριξε ένα μείγμα μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει περιορισμό δαπανών, διεύρυνση της απασχόλησης και πιθανώς κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό – κάτι που όμως δεν έχει την απαραίτητη συναίνεση εντός της ΕΕ.

Παρά τις δυσκολίες, το Παρίσι δηλώνει αποφασισμένο να τηρήσει τα σχέδια αύξησης των στρατιωτικών δαπανών που προβλέπουν άνοδο από 36 δισ. ευρώ το 2019 σε 67,4 δισ. το 2030. Ωστόσο, η άνοδος αυτή κινδυνεύει να αποδυναμωθεί από τον πληθωρισμό και την αύξηση του κόστους των οπλικών συστημάτων. Ταυτόχρονα, η ανάγκη για συντήρηση ενός σύνθετου στρατιωτικού μηχανισμού, που περιλαμβάνει πυρηνικά όπλα, υποβρύχια, αεροπλανοφόρο, μαχητικά Rafale και 200.000 άτομα προσωπικό, καθιστά το κόστος υπέρογκο.

Η πίεση για αποτελεσματική κατανομή των πόρων εντείνεται από τη στροφή της ΕΕ προς μεγαλύτερη αμυντική αυτονομία και την αυξανόμενη στρατιωτική στήριξη προς την Ουκρανία. Παρόλο που ο Μακρόν έχει δηλώσει την πρόθεσή του να ενισχύσει την ευρωπαϊκή στρατιωτική ισχύ και να στηρίξει το Κίεβο, επικρίνεται ότι η Γαλλία υστερεί σε σύγκριση με τη Γερμανία και τη Βρετανία ως προς την παροχή στρατιωτικής βοήθειας.

Ενδεικτικά, μια έκθεση του γερουσιαστή Ντομινίκ ντε Λεγκ αποκάλυψε υπερβάσεις κόστους ύψους 8 δισ. ευρώ το 2024, λόγω των αποστολών στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και της ενίσχυσης της Ουκρανίας, με αποτέλεσμα καθυστερήσεις πληρωμών από το υπουργείο Άμυνας. Παρά τις κυβερνητικές δεσμεύσεις, η βιομηχανία άμυνας έχει εκφράσει ανησυχίες για περιορισμένες φετινές παραγγελίες, παρά την ανακήρυξη «πολεμικής οικονομίας» από τον πρόεδρο.

Οι προειδοποιήσεις των αναλυτών

Οι αναλυτές τονίζουν ότι η αυξημένη χρηματοδότηση δεν μεταφράζεται αυτόματα σε ενίσχυση της πολεμικής ικανότητας. Παρά τις επενδύσεις, η Γαλλία προβλέπεται να έχει λιγότερα Rafale και άρματα μάχης το 2035 σε σύγκριση με το 2021. Ορισμένοι επικριτές μιλούν για έναν «στρατό μπονσάι» – έναν στρατό με ευρύ φάσμα δυνατοτήτων αλλά χωρίς τη μάζα για μακροχρόνιο πόλεμο.

Παρά τις δυσκολίες, το Παρίσι δεν προτίθεται να μειώσει τον προγραμματισμένο στρατιωτικό προϋπολογισμό. Το υπουργείο Άμυνας εξετάζει τις στρατηγικές προτεραιότητες, ενόψει των νέων στόχων του ΝΑΤΟ. «Είναι άστοχο να δεσμευτεί κανείς σε δαπάνες χωρίς συνολική στρατηγική», ανέφερε Γάλλος αξιωματούχος.

Αν και κάποιες χώρες όπως η Γερμανία και η Πολωνία έχουν αιτηθεί εξαίρεσης από τους κανόνες ελλείμματος της ΕΕ για στρατιωτικές δαπάνες, η Γαλλία αποφεύγει κάτι τέτοιο, φοβούμενη αναστάτωση στις αγορές ομολόγων και αύξηση του κόστους δανεισμού. Ήδη, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους έφτασε τα 59 δισ. ευρώ το 2024 και εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 107 δισ. έως το 2029, υπερβαίνοντας τις δαπάνες για εκπαίδευση.

Ωστόσο, η Γαλλία ενδέχεται να συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά σχήματα που προσφέρουν εγγυημένα δάνεια για κοινές αγορές όπλων. Ο Μακρόν καλεί την ΕΕ να προχωρήσει σε πιο φιλόδοξες πολιτικές για τον επανεξοπλισμό των κρατών-μελών, εμπνευσμένες από τα κοινά εργαλεία δανεισμού της εποχής της πανδημίας.

Παρά την οικονομική πίεση, η Γαλλία εξακολουθεί να διατηρεί σημαντικό πλεονέκτημα έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών λόγω της πυρηνικής της αποτρεπτικής ισχύος και της στρατηγικής αυτονομίας της. Ο Μακρόν επιδιώκει να ενισχύσει τον ευρωπαϊκό πυλώνα της άμυνας, αλλά η επιτυχία αυτής της στρατηγικής εξαρτάται πλέον όχι μόνο από την πολιτική βούληση, αλλά και από τη δυνατότητα της Γαλλίας να διαχειριστεί με σύνεση τα δημοσιονομικά της.