Politico: Η Βουλγαρία δεν θα γίνει… Ελλάδα όταν μπει στο ευρώ

Αβάσιμοι οι φόβοι για ένα ξέφρενο κύμα δαπανών, μόλις η Βουλγαρία εξασφαλίσει χαμηλά επιτόκια και ευκολότερη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές

Ντίμιταρ Ράντεφ © EPA/TOMS KALNINS

Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Βουλγαρίας αναμένει ότι η χώρα θα διατηρήσει την πολιτική και δημοσιονομική της πειθαρχία, ακόμη και καθώς η ένταξή της στη ζώνη του ευρώ μεταβάλλει τις δυνατότητές της για δανεισμό. «Η δημοσιονομική πειθαρχία αποτελεί θεμέλιο του μακροοικονομικού μας πλαισίου εδώ και περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα και αυτό δεν πρέπει να αλλάξει», δήλωσε ο διοικητής, Ντιμίταρ Ράντεβ, σε αποκλειστικές δηλώσεις του στο POLITICO. «Η διαδικασία σύγκλισης θα πρέπει να ενισχύσει -και όχι να αποδυναμώσει- τη μακροχρόνια δέσμευσή μας για δημοσιονομική σταθερότητα».

Οι προηγούμενες διευρύνσεις της ζώνης του ευρώ οδήγησαν συχνά σε κύκλους υπερθέρμανσης και ύφεσης στις χώρες που εντάσσονταν. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ ήταν συνήθως πολύ χαμηλά για τις οικονομίες αυτές, οι οποίες παρουσίαζαν χαμηλότερα επίπεδα χρέους και υψηλότερο αναπτυξιακό δυναμικό σε σχέση με τις μεγάλες οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης.

Αν και το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα ήταν η Ελλάδα, οι περισσότερες τέτοιες κρίσεις έπληξαν χώρες που, όπως η Βουλγαρία, έβγαιναν από τον σοσιαλισμό με υποανάπτυκτα χρηματοπιστωτικά συστήματα και ελέγχους κεφαλαίων. Ωστόσο, οι φόβοι για ένα ξέφρενο κύμα δαπανών με βάση τον δανεισμό, μόλις η Βουλγαρία εξασφαλίσει χαμηλά επιτόκια και ευκολότερη πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, είναι αβάσιμοι, σύμφωνα με τον Ράντεβ. «Έχουμε πλήρη επίγνωση ότι η ένταξη στη ζώνη του ευρώ συνεπάγεται την υιοθέτηση ενός πολιτικού πλαισίου σχεδιασμένου για το σύνολο της περιοχής», δήλωσε ο Ράντεβ. «Η λύση είναι η ενίσχυση των εθνικών πολιτικών, ιδιαίτερα στον δημοσιονομικό και διαρθρωτικό τομέα, ώστε να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητα υπό ένα κοινό νομισματικό καθεστώς».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδωσαν την τελική έγκριση την περασμένη εβδομάδα για την υιοθέτηση του ευρώ από τη Βουλγαρία την 1η Ιανουαρίου 2026, καθιστώντας την 21ο μέλος της νομισματικής ένωσης. Πρόκειται για ιστορική στιγμή για τη βαλκανική χώρα των 6,4 εκατομμυρίων κατοίκων, η οποία είχε δεσμευτεί γι’ αυτήν τη μετάβαση ήδη από το 2007, αλλά αντιμετώπισε αλλεπάλληλες καθυστερήσεις -πιο πρόσφατα λόγω της πληθωριστικής έξαρσης μετά την πανδημία και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Για να ενταχθεί στη ζώνη του ευρώ, ο μέσος πληθωρισμός της Βουλγαρίας από τον Απρίλιο του 2024 έως τον Απρίλιο του 2025 έπρεπε να κυμανθεί εντός 1,5 ποσοστιαίας μονάδας από τον αντίστοιχο των τριών χωρών της Ε.Ε. με τον χαμηλότερο πληθωρισμό. Στην αρχή του έτους, ο πληθωρισμός εκτοξεύτηκε στο 4%, καθώς έληξαν μέτρα προστασίας του πληθυσμού από την ακρίβεια -όπως η απαλλαγή από ΦΠΑ για εστιατόρια, ψωμί και αλεύρι. Ωστόσο, υποχώρησε σε ετήσιο μέσο όρο 2,7% μέχρι τον Απρίλιο, χάρη σε σημαντική μείωση των διοικητικά καθοριζόμενων τιμών.

Αν και οι αριθμοί πλέον φαίνονται εντός ορίων, οι Βρυξέλλες επισήμαναν ότι η Βουλγαρία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις στην καταπολέμηση της διαφθοράς και τη βελτίωση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης.

Ο Ράντεβ ξεκαθάρισε ότι το νέο καθεστώς της χώρας δεν πρόκειται να αλλάξει ριζικά τη φιλοσοφία της οικονομικής πολιτικής. «Η βασική πρόκληση δεν είναι το κατά πόσον μπορούμε να δανειστούμε περισσότερο, αλλά το αν παραμένουμε προσηλωμένοι στη συνετή και αναπτυξιακά προσανατολισμένη χρήση του χρέους», δήλωσε.

Η κεντρική τράπεζα της Βουλγαρίας θα αντιμετωπίσει επίσης σημαντικές προσαρμογές. Υπό το καθεστώς του νομισματικού συμβουλίου, ο πληθωρισμός διατηρήθηκε σε μεγάλο βαθμό υπό έλεγχο όχι μέσω της νομισματικής πολιτικής επιτοκίων -την οποία η Σόφια έχει παραχωρήσει-, αλλά μέσω δημοσιονομικής πειθαρχίας και φορολογικής πολιτικής.

Οι βασικοί μοχλοί της Βουλγαρικής Εθνικής Τράπεζας ήταν αντίθετα οι απαιτήσεις διαθεσίμων των τραπεζών, που αυτήν τη στιγμή είναι στο 12%, και το επιτόκιο που επιβάλλεται σε αυτά τα διαθέσιμα, το οποίο είναι μηδενικό. Ωστόσο, από το επόμενο έτος η Βουλγαρία θα χάσει τον έλεγχο και των δύο αυτών εργαλείων, με πιθανές σοβαρές επιπτώσεις: η απαίτηση διαθεσίμων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι μόλις 1%. Αυτό σημαίνει ότι, υπό ίσες συνθήκες, οι βουλγαρικές τράπεζες θα έχουν ξαφνικά πολύ περισσότερα κεφάλαια διαθέσιμα για δανεισμό, τροφοδοτώντας ένα ήδη σε πλήρη εξέλιξη κύμα πιστωτικής επέκτασης: οι στεγαστικοί δανεισμοί αυξήθηκαν κατά 26% στο δωδεκάμηνο μέχρι τον Απρίλιο, ενώ τα καταναλωτικά δάνεια κατά 14%.

Η ένταξη στη ζώνη του ευρώ και η κατάργηση του νομισματικού συμβουλίου αφαιρούν έναν αυτόματο μηχανισμό πειθαρχίας και θέτουν τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης -ένα πλαίσιο που η Ε.Ε. έχει επιδιώξει να καταστήσει πιο ευέλικτο- ως τον απόλυτο περιορισμό της δημοσιονομικής πολιτικής. Οι κανόνες αυτοί είναι επίσης θεσμοθετημένοι σε εθνικό επίπεδο, αλλά στην έκθεση σύγκλισης η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επισήμανε ότι «απαιτείται περαιτέρω πρόοδος», ώστε το δημοσιονομικό συμβούλιο της Βουλγαρίας, που έχει την ευθύνη παρακολούθησης της συμμόρφωσης της κυβέρνησης με τους κανόνες, να μπορεί να παρέχει επαρκή λογοδοσία.

«Είναι δομικό χαρακτηριστικό της νομισματικής ένωσης ότι η νομισματική πολιτική είναι κοινή, ενώ οι δημοσιονομικές πολιτικές παραμένουν εθνικές», δήλωσε ο Ράντεβ, αναγνωρίζοντας τις πιθανές ασυμμετρίες. «Δεν πρέπει να περιμένουμε από την ΕΚΤ να προσαρμόζει την πολιτική της για τις μεμονωμένες οικονομίες -η ευθύνη ανήκει στις εθνικές αρχές να ευθυγραμμιστούν και να προσαρμοστούν».